Scrutatio

Lunedi, 20 maggio 2024 - San Bernardino da Siena ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 9


font
GREEK BIBLENOVA VULGATA
1 Και απεκριθη ο Ιωβ και ειπεν?1 Et respondens Iob ait:
2 Αληθως εξευρω οτι ουτως εχει? αλλα πως ο ανθρωπος θελει δικαιωθη ενωπιον του Θεου;2 “ Vere scio quod ita sit,
et quomodo iustificabitur homo compositus Deo?
3 Εαν θεληση να διαδικασθη μετ' αυτου δεν δυναται να αποκριθη προς αυτον εν εκ χιλιων.3 Si voluerit contendere cum eo,
non poterit ei respondere unum pro mille.
4 Ειναι σοφος την καρδιαν και κραταιος την δυναμιν? τις εσκληρυνθη εναντιον αυτου και ευτυχησεν;4 Sapiens corde est et fortis robore;
quis restitit ei, et pacem habuit?
5 Αυτος μετακινει τα ορη, και δεν γνωριζουσι τις εστρεψεν αυτα εν τη οργη αυτου.5 Qui transtulit montes, et nescierunt hi, quos subvertit in furore suo.
6 Αυτος σειει την γην απο του τοπου αυτης, και οι στυλοι αυτης σαλευονται.6 Qui commovet terram de loco suo,
et columnae eius concutiuntur.
7 Αυτος προσταζει τον ηλιον, και δεν ανατελλει? και κρυπτει υπο σφραγιδα τα αστρα.7 Qui praecipit soli, et non oritur,
et stellas claudit quasi sub signaculo.
8 Αυτος μονος εκτεινει τους ουρανους και πατει επι τα υψη της θαλασσης.8 Qui extendit caelos solus
et graditur super fluctus maris.
9 Αυτος καμνει τον Αρκτουρον, τον Ωριωνα και την Πλειαδα και τα ταμεια του νοτου.9 Qui facit Arcturum et Oriona
et Hyadas et interiora austri.
10 Αυτος καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα και θαυμασια αναριθμητα.10 Qui facit magna et incomprehensibilia
et mirabilia, quorum non est numerus.
11 Ιδου, διαβαινει πλησιον μου, και δεν βλεπω αυτον? διερχεται, και δεν εννοω αυτον.11 Si venerit ad me, non videbo eum;
si abierit, non intellegam.
12 Ιδου, αφαιρει? τις θελει εμποδισει αυτον; τις θελει ειπει προς αυτον, Τι καμνεις;12 Si repente arripiet, quis eum impediet?
Vel quis dicere potest: “Quid facis?”.
13 Εαν ο Θεος δεν συρη την οργην αυτου, οι επηρμενοι βοηθοι καταβαλλονται υποκατω αυτου.13 Deus non retinet iram suam,
et sub eo curvantur auxilia Rahab.
14 Ποσον ολιγωτερον εγω ηθελον αποκριθη προς αυτον, εκλεγων τους προς αυτον λογους μου;14 Quantus ergo sum ego, ut respondeam ei
et loquar delectis verbis cum eo?
15 προς τον οποιον, και αν ημην δικαιος, δεν ηθελον αποκριθη, αλλ' ηθελον ζητησει ελεος παρα του Κριτου μου.15 Quia, etiamsi iustus essem, non responderem,
sed meum iudicem deprecarer;
16 Εαν κραξω, και μοι αποκριθη, δεν ηθελον πιστευσει οτι εισηκουσε της φωνης μου.16 et, cum invocantem exaudierit me,
non credam quod audierit vocem meam.
17 Διοτι με κατασυντριβει με ανεμοστροβιλον και πληθυνει τας πληγας μου αναιτιως.17 In turbine enim conteret me
et multiplicabit vulnera mea etiam sine causa.
18 Δεν με αφινει να αναπνευσω, αλλα με χορταζει απο πικριας.18 Non concedit requiescere spiritum meum
et implet me amaritudinibus.
19 Εαν προκηται περι δυναμεως, ιδου, ειναι δυνατος? και εαν περι κρισεως, τις θελει μαρτυρησει υπερ εμου;19 Si fortitudo quaeritur, robustissimus est;
si iudicium, quis eum arcesserit?
20 Εαν ηθελον να δικαιωσω εμαυτον, το στομα μου ηθελε με καταδικασει? εαν ηθελον ειπει, ειμαι αμεμπτος, ηθελε με αποδειξει διεφθαρμενον.20 Si iustificare me voluero, os meum condemnabit me;
si innocentem ostendero, pravum me comprobabit.
21 Και αν ημην αμεμπτος, δεν ηθελον φροντισει περι εμαυτου? ηθελον καταφρονησει την ζωην μου.21 Etiamsi simplex fuero, hoc ipsum ignorabit anima mea,
et contemnam vitam meam.
22 Εν τουτο ειναι, δια τουτο ειπα, αυτος αφανιζει τον αμεμπτον και τον ασεβη.22 Unum est, quod locutus sum:
Et innocentem et impium ipse consumit.
23 Και αν η μαστιξ αυτου θανατονη ευθυς, γελα ομως εις την δοκιμασιαν των αθωων.23 Si subito flagellum occidat,
de afflictione innocentium ridebit.
24 Η γη παρεδοθη εις τας χειρας του ασεβους? αυτος σκεπαζει τα προσωπα των κριτων αυτης? αν ουχι αυτος, που και τις ειναι;24 Terra data est in manus impii,
vultum iudicum eius operit;
quod si non ille est, quis ergo est?
25 Αι δε ημεραι μου ειναι ταχυδρομου ταχυτεραι? φευγουσι και δεν βλεπουσι καλον.25 Dies mei velociores fuerunt cursore:
fugerunt et non viderunt bonum;
26 Παρηλθον ως πλοια σπευδοντα? ως αετος πετωμενος επι το θηραμα.26 pertransierunt quasi naves arundineae,
sicut aquila volans ad escam.
27 Εαν ειπω, Θελω λησμονησει το παραπονον μου, θελω παραιτησει το πενθος μου και παρηγορηθη?27 Cum dixero: Obliviscar maerorem meum,
commutabo faciem meam et hilaris fiam,
28 τρομαζω δια πασας τας θλιψεις μου, γνωριζων οτι δεν θελεις με αθωωσει.28 vereor omnes dolores meos,
sciens quod non iustificaveris me.
29 Ειμαι ασεβης? δια τι λοιπον να κοπιαζω εις ματην;29 Si autem et sic impius sum,
quare frustra laboravi?
30 Εαν λουσθω εν υδατι χιονος και επιμελως αποκαθαρισω τας χειρας μου?30 Si lotus fuero quasi aquis nivis,
et lixivo mundavero manus meas,
31 συ ομως θελεις με βυθισει εις τον βορβορον, ωστε και αυτα μου τα ιματια θελουσι με βδελυττεσθαι.31 tamen sordibus intinges me,
et abominabuntur me vestimenta mea.
32 Διοτι δεν ειναι ανθρωπος ως εγω, δια να αποκριθω προς αυτον, και να ελθωμεν εις κρισιν ομου.32 Neque enim viro, qui similis mei est, respondebo;
nec vir, quocum in iudicio contendam.
33 Δεν υπαρχει μεσιτης μεταξυ ημων, δια να βαλη την χειρα αυτου επ' αμφοτερους ημας.33 Non est qui utrumque valeat arguere
et ponere manum suam in ambobus.
34 Ας απομακρυνη απ' εμου την ραβδον αυτου, και ο φοβος αυτου ας μη με εκπληττη?34 Auferat a me virgam suam,
et pavor eius non me terreat.
35 τοτε θελω λαλησει και δεν θελω φοβηθη αυτον? διοτι ουτω δεν ειμαι εν εμαυτω.35 Loquar et non timebo eum;
quia sic non mecum ipse sum.