Scrutatio

Sabato, 18 maggio 2024 - San Giovanni I papa ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 9


font
GREEK BIBLEEINHEITSUBERSETZUNG BIBEL
1 Και απεκριθη ο Ιωβ και ειπεν?1 Da antwortete Ijob und sprach:
2 Αληθως εξευρω οτι ουτως εχει? αλλα πως ο ανθρωπος θελει δικαιωθη ενωπιον του Θεου;2 Wahrhaftig weiß ich, dass es so ist:
Wie wäre ein Mensch bei Gott im Recht!
3 Εαν θεληση να διαδικασθη μετ' αυτου δεν δυναται να αποκριθη προς αυτον εν εκ χιλιων.3 Wenn er mit ihm rechten wollte,
nicht auf eins von tausend könnt er ihm Rede stehen.
4 Ειναι σοφος την καρδιαν και κραταιος την δυναμιν? τις εσκληρυνθη εναντιον αυτου και ευτυχησεν;4 Weisen Sinnes und stark an Macht -
wer böte ihm Trotz und bliebe heil?
5 Αυτος μετακινει τα ορη, και δεν γνωριζουσι τις εστρεψεν αυτα εν τη οργη αυτου.5 Er versetzt Berge; sie merken es nicht,
dass er in seinem Zorn sie umstürzt.
6 Αυτος σειει την γην απο του τοπου αυτης, και οι στυλοι αυτης σαλευονται.6 Er erschüttert die Erde an ihrem Ort,
sodass ihre Säulen erzittern.
7 Αυτος προσταζει τον ηλιον, και δεν ανατελλει? και κρυπτει υπο σφραγιδα τα αστρα.7 Er spricht zur Sonne, sodass sie nicht strahlt,
er versiegelt die Sterne.
8 Αυτος μονος εκτεινει τους ουρανους και πατει επι τα υψη της θαλασσης.8 Er spannt allein den Himmel aus
und schreitet einher auf den Höhen des Meeres.
9 Αυτος καμνει τον Αρκτουρον, τον Ωριωνα και την Πλειαδα και τα ταμεια του νοτου.9 Er schuf das Sternbild des Bären, den Orion,
das Siebengestirn, die Kammern des Südens.
10 Αυτος καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα και θαυμασια αναριθμητα.10 Er schuf so Großes, es ist nicht zu erforschen,
Wunderdinge, sie sind nicht zu zählen.
11 Ιδου, διαβαινει πλησιον μου, και δεν βλεπω αυτον? διερχεται, και δεν εννοω αυτον.11 Zieht er an mir vorüber, ich seh ihn nicht,
fährt er daher, ich merk ihn nicht.
12 Ιδου, αφαιρει? τις θελει εμποδισει αυτον; τις θελει ειπει προς αυτον, Τι καμνεις;12 Rafft er hinweg, wer hält ihn zurück?
Wer darf zu ihm sagen: Was tust du da?
13 Εαν ο Θεος δεν συρη την οργην αυτου, οι επηρμενοι βοηθοι καταβαλλονται υποκατω αυτου.13 Gott hält seinen Zorn nicht zurück,
unter ihm mussten selbst Rahabs Helfer sich beugen.
14 Ποσον ολιγωτερον εγω ηθελον αποκριθη προς αυτον, εκλεγων τους προς αυτον λογους μου;14 Wie sollte denn ich ihm entgegnen,
wie meine Worte gegen ihn wählen?
15 προς τον οποιον, και αν ημην δικαιος, δεν ηθελον αποκριθη, αλλ' ηθελον ζητησει ελεος παρα του Κριτου μου.15 Und wär ich im Recht, ich könnte nichts entgegnen,
um Gnade müsste ich bei meinem Richter flehen.
16 Εαν κραξω, και μοι αποκριθη, δεν ηθελον πιστευσει οτι εισηκουσε της φωνης μου.16 Wollte ich rufen, würde er mir Antwort geben?
Ich glaube nicht, dass er auf meine Stimme hört.
17 Διοτι με κατασυντριβει με ανεμοστροβιλον και πληθυνει τας πληγας μου αναιτιως.17 Er, der im Sturm mich niedertritt,
ohne Grund meine Wunden mehrt,
18 Δεν με αφινει να αναπνευσω, αλλα με χορταζει απο πικριας.18 er lässt mich nicht zu Atem kommen,
er sättigt mich mit Bitternis.
19 Εαν προκηται περι δυναμεως, ιδου, ειναι δυνατος? και εαν περι κρισεως, τις θελει μαρτυρησει υπερ εμου;19 Geht es um Kraft, er ist der Starke,
geht es um Recht, wer lädt mich vor?
20 Εαν ηθελον να δικαιωσω εμαυτον, το στομα μου ηθελε με καταδικασει? εαν ηθελον ειπει, ειμαι αμεμπτος, ηθελε με αποδειξει διεφθαρμενον.20 Wär ich im Recht, mein eigener Mund spräche mich schuldig,
wäre ich gerade, er machte mich krumm.
21 Και αν ημην αμεμπτος, δεν ηθελον φροντισει περι εμαυτου? ηθελον καταφρονησει την ζωην μου.21 Schuldlos bin ich, doch achte ich nicht auf mich,
mein Leben werfe ich hin.
22 Εν τουτο ειναι, δια τουτο ειπα, αυτος αφανιζει τον αμεμπτον και τον ασεβη.22 Einerlei; so sag ich es denn:
Schuldlos wie schuldig bringt er um.
23 Και αν η μαστιξ αυτου θανατονη ευθυς, γελα ομως εις την δοκιμασιαν των αθωων.23 Wenn die Geißel plötzlich tötet,
spottet er über der Schuldlosen Angst.
24 Η γη παρεδοθη εις τας χειρας του ασεβους? αυτος σκεπαζει τα προσωπα των κριτων αυτης? αν ουχι αυτος, που και τις ειναι;24 Die Erde ist in Frevlerhand gegeben,
das Gesicht ihrer Richter deckt er zu.
Ist er es nicht, wer ist es dann?
25 Αι δε ημεραι μου ειναι ταχυδρομου ταχυτεραι? φευγουσι και δεν βλεπουσι καλον.25 Schneller als ein Läufer eilen meine Tage,
sie fliehen dahin und schauen kein Glück.
26 Παρηλθον ως πλοια σπευδοντα? ως αετος πετωμενος επι το θηραμα.26 Sie gleiten vorbei wie Kähne aus Schilf,
dem Adler gleich, der auf Beute stößt.
27 Εαν ειπω, Θελω λησμονησει το παραπονον μου, θελω παραιτησει το πενθος μου και παρηγορηθη?27 Sage ich: Ich will meine Klage vergessen,
meine Miene ändern und heiter blicken!,
28 τρομαζω δια πασας τας θλιψεις μου, γνωριζων οτι δεν θελεις με αθωωσει.28 so graut mir vor all meinen Schmerzen;
ich weiß, du sprichst mich nicht frei.
29 Ειμαι ασεβης? δια τι λοιπον να κοπιαζω εις ματην;29 Ich muss nun einmal schuldig sein,
wozu müh ich mich umsonst?
30 Εαν λουσθω εν υδατι χιονος και επιμελως αποκαθαρισω τας χειρας μου?30 Wollte ich auch mit Schnee mich waschen,
meine Hände mit Lauge reinigen,
31 συ ομως θελεις με βυθισει εις τον βορβορον, ωστε και αυτα μου τα ιματια θελουσι με βδελυττεσθαι.31 du würdest mich doch in die Grube tauchen,
sodass meinen Kleidern vor mir ekelt.
32 Διοτι δεν ειναι ανθρωπος ως εγω, δια να αποκριθω προς αυτον, και να ελθωμεν εις κρισιν ομου.32 Denn du bist kein Mensch wie ich,
dem ich entgegnen könnte:
Lasst uns zusammen zum Gericht gehen!
33 Δεν υπαρχει μεσιτης μεταξυ ημων, δια να βαλη την χειρα αυτου επ' αμφοτερους ημας.33 Gäbe es doch einen Schiedsmann zwischen uns!
Er soll seine Hand auf uns beide legen.
34 Ας απομακρυνη απ' εμου την ραβδον αυτου, και ο φοβος αυτου ας μη με εκπληττη?34 Er nehme von mir seine Rute,
sein Schrecken soll mich weiter nicht ängstigen;
35 τοτε θελω λαλησει και δεν θελω φοβηθη αυτον? διοτι ουτω δεν ειμαι εν εμαυτω.35 dann will ich reden, ohne ihn zu fürchten.
Doch so ist es nicht um mich bestellt.