Scrutatio

Venerdi, 17 maggio 2024 - San Pasquale Baylon ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 9


font
GREEK BIBLEBIBBIA CEI 2008
1 Και απεκριθη ο Ιωβ και ειπεν?1 Giobbe prese a dire:
2 Αληθως εξευρω οτι ουτως εχει? αλλα πως ο ανθρωπος θελει δικαιωθη ενωπιον του Θεου;2 «In verità io so che è così:
e come può un uomo aver ragione dinanzi a Dio?
3 Εαν θεληση να διαδικασθη μετ' αυτου δεν δυναται να αποκριθη προς αυτον εν εκ χιλιων.3 Se uno volesse disputare con lui,
non sarebbe in grado di rispondere una volta su mille.
4 Ειναι σοφος την καρδιαν και κραταιος την δυναμιν? τις εσκληρυνθη εναντιον αυτου και ευτυχησεν;4 Egli è saggio di mente, potente di forza:
chi si è opposto a lui ed è rimasto salvo?
5 Αυτος μετακινει τα ορη, και δεν γνωριζουσι τις εστρεψεν αυτα εν τη οργη αυτου.5 Egli sposta le montagne ed esse non lo sanno,
nella sua ira egli le sconvolge.
6 Αυτος σειει την γην απο του τοπου αυτης, και οι στυλοι αυτης σαλευονται.6 Scuote la terra dal suo posto
e le sue colonne tremano.
7 Αυτος προσταζει τον ηλιον, και δεν ανατελλει? και κρυπτει υπο σφραγιδα τα αστρα.7 Comanda al sole ed esso non sorge
e mette sotto sigillo le stelle.
8 Αυτος μονος εκτεινει τους ουρανους και πατει επι τα υψη της θαλασσης.8 Lui solo dispiega i cieli
e cammina sulle onde del mare.
9 Αυτος καμνει τον Αρκτουρον, τον Ωριωνα και την Πλειαδα και τα ταμεια του νοτου.9 Crea l’Orsa e l’Orione,
le Plèiadi e le costellazioni del cielo australe.
10 Αυτος καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα και θαυμασια αναριθμητα.10 Fa cose tanto grandi che non si possono indagare,
meraviglie che non si possono contare.
11 Ιδου, διαβαινει πλησιον μου, και δεν βλεπω αυτον? διερχεται, και δεν εννοω αυτον.11 Se mi passa vicino e non lo vedo,
se ne va e di lui non mi accorgo.
12 Ιδου, αφαιρει? τις θελει εμποδισει αυτον; τις θελει ειπει προς αυτον, Τι καμνεις;12 Se rapisce qualcosa, chi lo può impedire?
Chi gli può dire: “Cosa fai?”.
13 Εαν ο Θεος δεν συρη την οργην αυτου, οι επηρμενοι βοηθοι καταβαλλονται υποκατω αυτου.13 Dio non ritira la sua collera:
sotto di lui sono fiaccati i sostenitori di Raab.
14 Ποσον ολιγωτερον εγω ηθελον αποκριθη προς αυτον, εκλεγων τους προς αυτον λογους μου;14 Tanto meno potrei rispondergli io,
scegliendo le parole da dirgli;
15 προς τον οποιον, και αν ημην δικαιος, δεν ηθελον αποκριθη, αλλ' ηθελον ζητησει ελεος παρα του Κριτου μου.15 io, anche se avessi ragione, non potrei rispondergli,
al mio giudice dovrei domandare pietà.
16 Εαν κραξω, και μοι αποκριθη, δεν ηθελον πιστευσει οτι εισηκουσε της φωνης μου.16 Se lo chiamassi e mi rispondesse,
non credo che darebbe ascolto alla mia voce.
17 Διοτι με κατασυντριβει με ανεμοστροβιλον και πληθυνει τας πληγας μου αναιτιως.17 Egli con una tempesta mi schiaccia,
moltiplica le mie piaghe senza ragione,
18 Δεν με αφινει να αναπνευσω, αλλα με χορταζει απο πικριας.18 non mi lascia riprendere il fiato,
anzi mi sazia di amarezze.
19 Εαν προκηται περι δυναμεως, ιδου, ειναι δυνατος? και εαν περι κρισεως, τις θελει μαρτυρησει υπερ εμου;19 Se si tratta di forza, è lui il potente;
se di giustizia, chi potrà citarlo in giudizio?
20 Εαν ηθελον να δικαιωσω εμαυτον, το στομα μου ηθελε με καταδικασει? εαν ηθελον ειπει, ειμαι αμεμπτος, ηθελε με αποδειξει διεφθαρμενον.20 Se avessi ragione, la mia bocca mi condannerebbe;
se fossi innocente, egli mi dichiarerebbe colpevole.
21 Και αν ημην αμεμπτος, δεν ηθελον φροντισει περι εμαυτου? ηθελον καταφρονησει την ζωην μου.21 Benché innocente, non mi curo di me stesso,
detesto la mia vita!
22 Εν τουτο ειναι, δια τουτο ειπα, αυτος αφανιζει τον αμεμπτον και τον ασεβη.22 Per questo io dico che è la stessa cosa:
egli fa perire l’innocente e il reo!
23 Και αν η μαστιξ αυτου θανατονη ευθυς, γελα ομως εις την δοκιμασιαν των αθωων.23 Se un flagello uccide all’improvviso,
della sciagura degli innocenti egli ride.
24 Η γη παρεδοθη εις τας χειρας του ασεβους? αυτος σκεπαζει τα προσωπα των κριτων αυτης? αν ουχι αυτος, που και τις ειναι;24 La terra è lasciata in balìa del malfattore:
egli vela il volto dei giudici;
chi, se non lui, può fare questo?
25 Αι δε ημεραι μου ειναι ταχυδρομου ταχυτεραι? φευγουσι και δεν βλεπουσι καλον.25 I miei giorni passano più veloci d’un corriere,
fuggono senza godere alcun bene,
26 Παρηλθον ως πλοια σπευδοντα? ως αετος πετωμενος επι το θηραμα.26 volano come barche di papiro,
come aquila che piomba sulla preda.
27 Εαν ειπω, Θελω λησμονησει το παραπονον μου, θελω παραιτησει το πενθος μου και παρηγορηθη?27 Se dico: “Voglio dimenticare il mio gemito,
cambiare il mio volto e rasserenarmi”,
28 τρομαζω δια πασας τας θλιψεις μου, γνωριζων οτι δεν θελεις με αθωωσει.28 mi spavento per tutti i miei dolori;
so bene che non mi dichiarerai innocente.
29 Ειμαι ασεβης? δια τι λοιπον να κοπιαζω εις ματην;29 Se sono colpevole,
perché affaticarmi invano?
30 Εαν λουσθω εν υδατι χιονος και επιμελως αποκαθαρισω τας χειρας μου?30 Anche se mi lavassi con la neve
e pulissi con la soda le mie mani,
31 συ ομως θελεις με βυθισει εις τον βορβορον, ωστε και αυτα μου τα ιματια θελουσι με βδελυττεσθαι.31 allora tu mi tufferesti in un pantano
e in orrore mi avrebbero le mie vesti.
32 Διοτι δεν ειναι ανθρωπος ως εγω, δια να αποκριθω προς αυτον, και να ελθωμεν εις κρισιν ομου.32 Poiché non è uomo come me, al quale io possa replicare:
“Presentiamoci alla pari in giudizio”.
33 Δεν υπαρχει μεσιτης μεταξυ ημων, δια να βαλη την χειρα αυτου επ' αμφοτερους ημας.33 Non c’è fra noi due un arbitro
che ponga la mano su di noi.
34 Ας απομακρυνη απ' εμου την ραβδον αυτου, και ο φοβος αυτου ας μη με εκπληττη?34 Allontani da me la sua verga,
che non mi spaventi il suo terrore:
35 τοτε θελω λαλησει και δεν θελω φοβηθη αυτον? διοτι ουτω δεν ειμαι εν εμαυτω.35 allora parlerei senza aver paura di lui;
poiché così non è, mi ritrovo con me solo.