A zsoltárok könyve 87
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Ter
Kiv
Lev
Szám
MTörv
Józs
Bír
Rút
1Sám
2Sám
1Kir
2Kir
1Krón
2Krón
Ezdr
Neh
Tób
Judit
Eszt
1Makk
2Makk
Jób
Zsolt
Péld
Préd
Én
Bölcs
Sir
Iz
Jer
Siralm
Bár
Ez
Dán
Óz
Jo
Ám
Abd
Jón
Mik
Náh
Hab
Szof
Agg
Zak
Mal
Mt
Mk
Lk
Jn
Csel
Róm
1Kor
2Kor
Gal
Ef
Fil
Kol
1Tessz
2Tessz
1Tim
2Tim
Tit
Filem
Zsid
Jak
1Pét
2Pét
1Ján
2Ján
3Ján
Júd
Jel
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
KÁLDI-NEOVULGÁTA | LXX |
---|---|
1 Kóré fiainak zsoltára. Ének. Szent hegyeken vetette meg alapjait, | 1 ωδη ψαλμου τοις υιοις κορε εις το τελος υπερ μαελεθ του αποκριθηναι συνεσεως αιμαν τω ισραηλιτη |
2 jobban szereti Sion kapuit az Úr, mint Jákob többi hajlékát. | 2 κυριε ο θεος της σωτηριας μου ημερας εκεκραξα και εν νυκτι εναντιον σου |
3 Dicsőséges dolgokat mond rólad, Isten városa! | 3 εισελθατω ενωπιον σου η προσευχη μου κλινον το ους σου εις την δεησιν μου κυριε |
4 Ráhábot és Babilont azok között említem, akik ismernek engem; Íme Filisztea, Tírusz és Etiópia népe: mind ott született. | 4 οτι επλησθη κακων η ψυχη μου και η ζωη μου τω αδη ηγγισεν |
5 Sionról mondják majd: »Ez is, az is ott született, és maga a Fölséges erősíti meg.« | 5 προσελογισθην μετα των καταβαινοντων εις λακκον εγενηθην ως ανθρωπος αβοηθητος εν νεκροις ελευθερος |
6 Bejegyzi majd az Úr, a népek könyvébe: »Ezek itt születtek.« | 6 ωσει τραυματιαι ερριμμενοι καθευδοντες εν ταφω ων ουκ εμνησθης ετι και αυτοι εκ της χειρος σου απωσθησαν |
7 Körtáncban fogják majd énekelni: »Minden forrásom tebenned fakad.« | 7 εθεντο με εν λακκω κατωτατω εν σκοτεινοις και εν σκια θανατου |
8 επ' εμε επεστηριχθη ο θυμος σου και παντας τους μετεωρισμους σου επ' εμε επηγαγες διαψαλμα | |
9 εμακρυνας τους γνωστους μου απ' εμου εθεντο με βδελυγμα εαυτοις παρεδοθην και ουκ εξεπορευομην | |
10 οι οφθαλμοι μου ησθενησαν απο πτωχειας εκεκραξα προς σε κυριε ολην την ημεραν διεπετασα προς σε τας χειρας μου | |
11 μη τοις νεκροις ποιησεις θαυμασια η ιατροι αναστησουσιν και εξομολογησονται σοι | |
12 μη διηγησεται τις εν ταφω το ελεος σου και την αληθειαν σου εν τη απωλεια | |
13 μη γνωσθησεται εν τω σκοτει τα θαυμασια σου και η δικαιοσυνη σου εν γη επιλελησμενη | |
14 καγω προς σε κυριε εκεκραξα και το πρωι η προσευχη μου προφθασει σε | |
15 ινα τι κυριε απωθεις την ψυχην μου αποστρεφεις το προσωπον σου απ' εμου | |
16 πτωχος ειμι εγω και εν κοποις εκ νεοτητος μου υψωθεις δε εταπεινωθην και εξηπορηθην | |
17 επ' εμε διηλθον αι οργαι σου και οι φοβερισμοι σου εξεταραξαν με | |
18 εκυκλωσαν με ως υδωρ ολην την ημεραν περιεσχον με αμα | |
19 εμακρυνας απ' εμου φιλον και πλησιον και τους γνωστους μου απο ταλαιπωριας |