Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 107


font
GREEK BIBLEBIBBIA CEI 2008
1 Δοξολογειτε τον Κυριον, διοτι ειναι αγαθος, διοτι το ελεος αυτου μενει εις τον αιωνα.1 Rendete grazie al Signore perché è buono,perché il suo amore è per sempre.
2 Ας λεγωσιν ουτως οι λελυτρωμενοι του Κυριου, τους οποιους ελυτρωσεν εκ χειρος του εχθρου?2 Lo dicano quelli che il Signore ha riscattato,che ha riscattato dalla mano dell’oppressore
3 και συνηγαγεν αυτους εκ των χωρων, απο ανατολης και δυσεως απο βορρα και απο νοτου.3 e ha radunato da terre diverse,dall’oriente e dall’occidente,dal settentrione e dal mezzogiorno.
4 Περιεπλανωντο εν τη ερημω, εν οδω ανυδρω? ουδε ευρισκον πολιν δια κατοικησιν.4 Alcuni vagavano nel deserto su strade perdute,senza trovare una città in cui abitare.
5 Ησαν πεινωντες και διψωντες? η ψυχη αυτων απεκαμνεν εν αυτοις.5 Erano affamati e assetati,veniva meno la loro vita.
6 Τοτε εβοησαν προς τον Κυριον εν τη θλιψει αυτων? και ηλευθερωσεν αυτους απο των αναγκων αυτων.6 Nell’angustia gridarono al Signoreed egli li liberò dalle loro angosce.
7 Και ωδηγησεν αυτους δι' ευθειας οδου, δια να υπαγωσιν εις πολιν κατοικιας.7 Li guidò per una strada sicura,perché andassero verso una città in cui abitare.
8 Ας υμνολογωσιν εις τον Κυριον τα ελεη αυτου και τα θαυμασια αυτου τα προς τους υιους των ανθρωπων?8 Ringrazino il Signore per il suo amore,per le sue meraviglie a favore degli uomini,
9 Διοτι εχορτασε ψυχην διψωσαν, και ψυχην πεινωσαν ενεπλησεν απο αγαθων.9 perché ha saziato un animo assetato,un animo affamato ha ricolmato di bene.
10 Τους καθημενους εν σκοτει και σκια θανατου, τους δεδεμενους εν θλιψει και εν σιδηρω?10 Altri abitavano nelle tenebre e nell’ombra di morte,prigionieri della miseria e dei ferri,
11 διοτι ηπειθησαν εις τα λογια του Θεου και την βουλην του Υψιστου κατεφρονησαν?11 perché si erano ribellati alle parole di Dioe avevano disprezzato il progetto dell’Altissimo.
12 δια τουτο εταπεινωσε την καρδιαν αυτων εν κοπω? επεσον, και δεν υπηρχεν ο βοηθων.12 Egli umiliò il loro cuore con le fatiche:cadevano e nessuno li aiutava.
13 Τοτε εβοησαν προς τον Κυριον εν τη θλιψει αυτων, και εσωσεν αυτους απο των αναγκων αυτων?13 Nell’angustia gridarono al Signore,ed egli li salvò dalle loro angosce.
14 εξηγαγεν αυτους εκ του σκοτους και εκ της σκιας του θανατου και τα δεσμα αυτων συνετριψεν.14 Li fece uscire dalle tenebre e dall’ombra di mortee spezzò le loro catene.
15 Ας υμνολογωσιν εις τον Κυριον τα ελεη αυτου και τα θαυμασια αυτου τα προς τους υιους των ανθρωπων?15 Ringrazino il Signore per il suo amore,per le sue meraviglie a favore degli uomini,
16 διοτι συνετριψε πυλας χαλκινας και μοχλους σιδηρους κατεκοψεν.16 perché ha infranto le porte di bronzoe ha spezzato le sbarre di ferro.
17 Οι αφρονες βασανιζονται δια τας παραβασεις αυτων και δια τας ανομιας αυτων.17 Altri, stolti per la loro condotta ribelle,soffrivano per le loro colpe;
18 Παν φαγητον βδελυττεται η ψυχη αυτων, και πλησιαζουσιν εως των πυλων του θανατου.18 rifiutavano ogni sorta di ciboe già toccavano le soglie della morte.
19 Τοτε βοωσι προς τον Κυριον εν τη θλιψει αυτων, και σωζει αυτους απο των αναγκων αυτων?19 Nell’angustia gridarono al Signore,ed egli li salvò dalle loro angosce.
20 αποστελλει τον λογον αυτου και ιατρευει αυτους και ελευθερονει απο της φθορας αυτων.20 Mandò la sua parola, li fece guariree li salvò dalla fossa.
21 Ας υμνολογωσιν εις τον Κυριον τα ελεη αυτου, και τα θαυμασια αυτου τα προς τους υιους των ανθρωπων?21 Ringrazino il Signore per il suo amore,per le sue meraviglie a favore degli uomini.
22 και ας θυσιαζωσι θυσιας αινεσεως και ας κηρυττωσι τα εργα αυτου εν αγαλλιασει.22 Offrano a lui sacrifici di ringraziamento,narrino le sue opere con canti di gioia.
23 Οι καταβαινοντες εις την θαλασσαν με πλοια, καμνοντες εργασιας εν υδασι πολλοις,23 Altri, che scendevano in mare sulle navie commerciavano sulle grandi acque,
24 αυτοι βλεπουσι τα εργα του Κυριου και τα θαυμασια αυτου τα γινομενα εις τα βαθη?24 videro le opere del Signoree le sue meraviglie nel mare profondo.
25 Διοτι προσταζει, και εγειρεται ανεμος καταιγιδος, και υψονει τα κυματα αυτης.25 Egli parlò e scatenò un vento burrascoso,che fece alzare le onde:
26 Αναβαινουσιν εως των ουρανων και καταβαινουσιν εως των αβυσσων? η ψυχη αυτων τηκεται υπο της συμφορας.26 salivano fino al cielo, scendevano negli abissi;si sentivano venir meno nel pericolo.
27 Σειονται και κλονιζονται ως ο μεθυων, και πασα η σοφια αυτων χανεται.27 Ondeggiavano e barcollavano come ubriachi:tutta la loro abilità era svanita.
28 Τοτε κραζουσι προς τον Κυριον εν τη θλιψει αυτων, και εξαγει αυτους απο των αναγκων αυτων.28 Nell’angustia gridarono al Signore,ed egli li fece uscire dalle loro angosce.
29 Κατασιγαζει την ανεμοζαλην, και σιωπωσι τα κυματα αυτης.29 La tempesta fu ridotta al silenzio,tacquero le onde del mare.
30 Και ευφραινονται, διοτι ησυχασαν? και οδηγει αυτους εις τον επιθυμητον λιμενα αυτων.30 Al vedere la bonaccia essi gioirono,ed egli li condusse al porto sospirato.
31 Ας υμνολογωσιν εις τον Κυριον τα ελεη αυτου και τα θαυμασια αυτου τα προς τους υιους των ανθρωπων?31 Ringrazino il Signore per il suo amore,per le sue meraviglie a favore degli uomini.
32 και ας υψονωσιν αυτον εν τη συναξει του λαου, και εν τω συνεδριω των πρεσβυτερων ας αινωσιν αυτον.32 Lo esaltino nell’assemblea del popolo,lo lodino nell’adunanza degli anziani.
33 Μεταβαλλει ποταμους εις ερημον και πηγας υδατων εις ξηρασιαν?33 Cambiò i fiumi in deserto,in luoghi aridi le fonti d’acqua
34 την καρποφορον γην εις αλμυραν, δια την κακιαν των κατοικουντων εν αυτη.34 e la terra fertile in palude,per la malvagità dei suoi abitanti.
35 Μεταβαλλει την ερημον εις λιμνας υδατων και την ξηραν γην εις πηγας υδατων.35 Poi cambiò il deserto in distese d’acquae la terra arida in sorgenti d’acqua.
36 Και εκει κατοικιζει τους πεινωντας, και συγκροτουσι πολεις εις κατοικησιν?36 Là fece abitare gli affamati,ed essi fondarono una città in cui abitare.
37 και σπειρουσιν αγρους και φυτευουσιν αμπελωνας, οιτινες καμνουσι καρπους γεννηματος.37 Seminarono campi e piantarono vigne,che produssero frutti abbondanti.
38 Και ευλογει αυτους, και πληθυνονται σφοδρα, και δεν ολιγοστευει τα κτηνη αυτων.38 Li benedisse e si moltiplicarono,e non lasciò diminuire il loro bestiame.
39 Ολιγοστευουσιν ομως επειτα και ταπεινονονται, απο της στενοχωριας, της συμφορας και του πονου.39 Poi diminuirono e furono abbattutidall’oppressione, dal male e dal dolore.
40 Επιχεει καταφρονησιν επι τους αρχοντας και καμνει αυτους να περιπλανωνται εν ερημω αβατω.40 Colui che getta il disprezzo sui potentili fece vagare nel vuoto, senza strade.
41 Τον δε πενητα υψονει απο της πτωχειας και καθιστα ως ποιμνια τας οικογενειας.41 Ma risollevò il povero dalla miseriae moltiplicò le sue famiglie come greggi.
42 Οι ευθεις βλεπουσι και ευφραινονται? πασα δε ανομια θελει εμφραξει το στομα αυτης.42 Vedano i giusti e ne gioiscano,e ogni malvagio chiuda la bocca.
43 Οστις ειναι σοφος ας παρατηρη ταυτα? και θελουσιν εννοησει τα ελεη του Κυριου.43 Chi è saggio osservi queste cosee comprenderà l’amore del Signore.