Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Micha 4


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Am Ende der Tage wird es geschehen:
Der Berg mit dem Haus des Herrn
steht fest gegründet als höchster der Berge; er überragt alle Hügel.
Zu ihm strömen die Völker.
1 Και εν ταις εσχαταις ημεραις το ορος του οικου του Κυριου θελει στηριχθη επι της κορυφης των ορεων και υψωθη υπερανω των βουνων, και λαοι θελουσι συρρεει εις αυτο.
2 Viele Nationen machen sich auf den Weg.
Sie sagen: Kommt, wir ziehen hinauf zum Berg des Herrn
und zum Haus des Gottes Jakobs. Er zeige uns seine Wege,
auf seinen Pfaden wollen wir gehen. Denn von Zion kommt die Weisung,
aus Jerusalem kommt das Wort des Herrn.
2 Και εθνη πολλα θελουσιν υπαγει και ειπει, Ελθετε και ας αναβωμεν εις το ορος του Κυριου και εις τον οικον του Θεου του Ιακωβ? και θελει διδαξει ημας τας οδους αυτου, και θελομεν περιπατησει εν ταις τριβοις αυτου? διοτι εκ Σιων θελει εξελθει νομος και λογος Κυριου εξ Ιερουσαλημ.
3 Er spricht Recht im Streit vieler Völker,
er weist mächtige Nationen zurecht [bis in die Ferne]. Dann schmieden sie Pflugscharen aus ihren Schwertern
und Winzermesser aus ihren Lanzen. Man zieht nicht mehr das Schwert, Volk gegen Volk,
und übt nicht mehr für den Krieg.
3 Και θελει κρινει αναμεσον λαων πολλων και θελει ελεγξει εθνη ισχυρα, εως εις μακραν? και θελουσι σφυρηλατησει τας μαχαιρας αυτων δια υνια και τας λογχας αυτων δια δρεπανα? δεν θελει σηκωσει μαχαιραν εθνος εναντιον εθνους ουδε θελουσι μαθει πλεον τον πολεμον.
4 Jeder sitzt unter seinem Weinstock
und unter seinem Feigenbaum und niemand schreckt ihn auf.
Ja, der Mund des Herrn der Heere hat gesprochen.
4 Και θελουσι καθησθαι εκαστος υπο την αμπελον αυτου και υπο την συκην αυτου, και δεν θελει υπαρχει ο εκφοβων? διοτι το στομα του Κυριου των δυναμεων ελαλησε.
5 Denn alle Völker gehen ihren Weg,
jedes ruft den Namen seines Gottes an; wir aber gehen unseren Weg im Namen Jahwes, unseres Gottes,
für immer und ewig.
5 Διοτι παντες οι λαοι θελουσι περιπατει εκαστος εν τω ονοματι του θεου αυτου? ημεις δε θελομεν περιπατει εν τω ονοματι Κυριου του Θεου ημων εις τον αιωνα και εις τον αιωνα.
6 An jenem Tag - Spruch des Herrn -
will ich versammeln, was hinkt, und zusammenführen, was versprengt ist,
und alle, denen ich Böses zugefügt habe.
6 Εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος, θελω συναξει την χωλαινουσαν και θελω εισδεχθη την εξωσμενην και εκεινην, την οποιαν εθλιψα.
7 Ich mache die Hinkenden zum (heiligen) Rest
und die Schwachen zu einem mächtigen Volk. Und der Herr wird ihr König sein auf dem Berg Zion
von da an auf ewig.
7 Και θελω καμει την χωλαινουσαν υπολοιπον και την αποβεβλημενην εθνος ισχυρον, και ο Κυριος θελει βασιλευει επ' αυτους εν τω ορει Σιων, απο του νυν και εως του αιωνος.
8 Und du, (schützender) Turm für die Herde,
Felsenhöhe der Tochter Zion, du erhältst wieder die Herrschaft wie früher,
das Königtum kommt wieder zur Tochter Jerusalem.
8 Και συ, πυργε του ποιμνιου, οχυρωμα της θυγατρος Σιων, εις σε θελει ελθει η πρωτη εξουσια? ναι, θελει ελθει το βασιλειον εις την θυγατερα της Ιερουσαλημ.
9 Jetzt aber, warum schreist du so laut?
Gibt es keinen König bei dir? Ist kein Berater mehr da,
dass dich Wehen ergreifen wie eine gebärende Frau?
9 Δια τι τωρα κραυγαζεις δυνατα; δεν ειναι βασιλευς εν σοι; ηφανισθη ο συμβουλος σου, ωστε σε κατελαβον ωδινες ως τικτουσης;
10 Winde dich, stöhne, Tochter Zion,
wie eine gebärende Frau! Denn jetzt musst du hinaus aus der Stadt,
auf freiem Feld musst du wohnen. Du musst fort bis nach Babel.
Dort wirst du gerettet, dort wird der Herr dich loskaufen
aus der Hand deiner Feinde.
10 Κοιλοπονει και αγωνιζου, θυγατηρ Σιων, ως η τικτουσα, διοτι τωρα θελεις εξελθει εκ της πολεως και θελεις κατοικησει εν αγρω και θελεις υπαγει εως της Βαβυλωνος? εκει θελεις ελευθερωθη, εκει θελει σε εξαγορασει ο Κυριος εκ της χειρος των εχθρων σου.
11 Jetzt versammeln sich viele Völker gegen dich
und sagen: Zion wird entweiht
und unser Auge soll sich daran weiden.
11 Τωρα δε συνηχθησαν εναντιον σου εθνη πολλα λεγοντα, Ας μιανθη και ας επιβλεπη ο οφθαλμος ημων επι την Σιων.
12 Aber sie kennen nicht die Gedanken des Herrn
und verstehen nicht seine Absicht: dass er sie sammeln wollte
wie Garben auf einer Tenne.
12 Αλλ' αυτοι δεν γνωριζουσι τους λογισμους του Κυριου ουδε εννοουσι την βουλην αυτου, οτι συνηγαγεν αυτους ως δραγματα αλωνιου.
13 Steh auf, um zu dreschen, Tochter Zion!
Denn ich gebe dir Hörner aus Eisen
und mache dir bronzene Hufe, damit du viele Völker zermalmst
und ihren Besitz dem Herrn weihst,
ihren Reichtum dem Herrn der ganzen Erde.
13 Σηκωθητι και αλωνιζε, θυγατηρ Σιων, διοτι θελω καμει το κερας σου σιδηρουν και τας οπλας σου θελω καμει χαλκας, και θελεις κατασυντριψει λαους πολλους? και θελω αφιερωσει τα διαρπαγματα αυτων εις τον Κυριον και την περιουσιαν αυτων εις τον Κυριον πασης της γης.
14 Jetzt ritze dich wund, Tochter der Trauer!
Wir werden von Feinden belagert; sie schlagen dem Richter Israels
mit dem Stock ins Gesicht.