Salmi 80
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
DIODATI | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Salmo di Asaf, dato al capo de’ Musici, sopra Sosannim-edut. O PASTORE d’Israele, che guidi Giuseppe come una greggia, Porgi gli orecchi; Tu che siedi sopra i Cherubini, Apparisci in gloria. | 1 Εις τον πρωτον μουσικον, επι Σοσανιμ-εδουθ. Ψαλμος του Ασαφ.>> Ακροασθητι, ο ποιμαινων τον Ισραηλ, συ ο οδηγων ως ποιμνιον τον Ιωσηφ? ο καθημενος επι των χερουβειμ, εμφανισθητι. |
2 Eccita la tua potenza davanti ad Efraim, ed a Beniamino, ed a Manasse; E vieni a nostra salute. | 2 Εμπροσθεν του Εφραιμ και του Βενιαμιν και του Μανασση διεγειρον την δυναμιν σου και ελθε εις σωτηριαν ημων. |
3 O Dio, ristoraci; E fa’ risplendere il tuo volto, e noi saremo salvati. | 3 Επιστρεψον ημας, Θεε, και επιλαμψον το προσωπον σου, και θελομεν λυτρωθη. |
4 O Signore Iddio degli eserciti, Infino a quando fumerai tu contro all’orazione del tuo popolo? | 4 Κυριε Θεε των δυναμεων, εως ποτε θελεις οργιζεσθαι κατα της προσευχης του λαου σου; |
5 Tu li hai cibati di pan di pianto, E li hai abbeverati di lagrime a larga misura. | 5 Τρεφεις αυτους με αρτον δακρυων και ποτιζεις αυτους αφθονως με δακρυα. |
6 Tu ci hai posti in contesa co’ nostri vicini; E i nostri nemici si fanno beffe di noi. | 6 Εκαμες ημας εριδα εις τους γειτονας ημων? και οι εχθροι ημων γελωσι μεταξυ αλληλων. |
7 O Dio degli eserciti, ristoraci; E fa’ risplendere il tuo volto, e noi saremo salvati | 7 Επιστρεψον ημας, Θεε των δυναμεων, και επιλαμψον το προσωπον σου, και θελομεν λυτρωθη. |
8 Tu avevi trasportata di Egitto una vigna; Tu avevi cacciate le nazioni, e l’avevi piantata. | 8 Αμπελον εξ Αιγυπτου μετεκομισας? εξεδιωξας εθνη και εφυτευσας αυτην. |
9 Tu avevi sgomberato davanti a lei il suo luogo; Ed avevi fatto ch’ella aveva messe radici, ed aveva empiuta la terra. | 9 Ητοιμασας τοπον εμπροσθεν αυτης και βαθεως ερριζωσας αυτην? και εγεμισε την γην. |
10 I monti erano coperti della sua ombra, E i suoi tralci erano come cedri altissimi. | 10 Εσκεπασθησαν τα ορη υπο της σκιας αυτης, και αι αναδενδραδες αυτης ησαν ως αι υψηλαι κεδροι. |
11 Aveva gettati i suoi rami infino al mare, E i suoi rampolli infino al fiume. | 11 Εξετεινε τα κληματα αυτης εως θαλασσης και τους βλαστους αυτης εως του ποταμου. |
12 Perchè hai tu rotte le sue chiusure, Sì che tutti i passanti l’han vendemmiata? | 12 Δια τι εκρημνισας τους φραγμους αυτης, και τρυγωσιν αυτην παντες οι διαβαινοντες την οδον; |
13 I cinghiali l’hanno guastata, E le fiere della campagna l’hanno pascolata. | 13 Ερημονει αυτην ο αγριοχοιρος εκ του δασους, και το θηριον του αγρου νεμεται αυτην. |
14 O Dio degli eserciti, rivolgiti, ti prego; Riguarda dal cielo, e vedi, e visita questa vigna. | 14 Επιστρεψον, δεομεθα, Θεε των δυναμεων? επιβλεψον εξ ουρανου και ιδε, και επισκεψαι την αμπελον ταυτην, |
15 E le piante che la tua destra aveva piantate, E le propaggini che tu ti avevi fortificate. | 15 και το φυτον, το οποιον εφυτευσεν η δεξια σου και τον βλαστον, τον οποιον εκραταιωσας εις σεαυτον. |
16 Quella è arsa col fuoco, ella è ricisa fino dal piè; Quelle periscono per lo sgridar della tua faccia. | 16 Εκαυθη εν πυρι? εκοπη? εχαθησαν απο επιτιμησεως του προσωπου σου. |
17 Sia la tua mano sopra l’uomo della tua destra, Sopra il figliuol dell’uomo che tu ti avevi fortificato. | 17 Ας ηναι η χειρ σου επι τον ανδρα της δεξιας σου? επι τον υιον του ανθρωπου, τον οποιον εκαμες δυνατον εις σεαυτον. |
18 E noi non ci trarremo indietro da te; Mantienci in vita, e noi invocheremo il tuo Nome. | 18 Και ημεις δεν θελομεν εκκλινει απο σου? ζωοποιησον ημας, και το ονομα σου θελομεν επικαλεισθαι. |
19 O Signore Iddio degli eserciti, ristoraci; Fa’ risplendere il tuo volto, e noi saremo salvati | 19 Επιστρεψον ημας, Κυριε Θεε των δυναμεων? επιλαμψον το προσωπον σου, και θελομεν λυτρωθη. |