Livre des Psaumes 30
1234567891011121314151617181920212224252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBLES DES PEUPLES | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Psaume. Cantique pour la dédicace du temple. De David. | 1 Ψαλμος ωδης εις τον εγκαινιασμον του οικου του Δαβιδ.>> Θελω σε μεγαλυνει, Κυριε? διοτι συ με ανυψωσας, και δεν ευφρανας τους εχθρους μου επ' εμε. |
2 Je t’exalte, Seigneur, car tu m’as relevé, tu n’as pas laissé mes ennemis rire de moi. | 2 Κυριε ο Θεος μου, εβοησα προς σε, και με εθεραπευσας. |
3 Ô Seigneur, mon Dieu, j’ai crié vers toi et tu m’as guéri. | 3 Κυριε, ανεβιβασας εξ αδου την ψυχην μου? μ' εφυλαξας την ζωην, δια να μη καταβω εις τον λακκον. |
4 Tu as rappelé mon âme en route vers les morts, et tu m’as fait revivre quand j’allais à la fosse. | 4 Ψαλμωδησατε εις τον Κυριον, οι οσιοι αυτου, και υμνειτε την μνημην της αγιωσυνης αυτου. |
5 Chantez au Seigneur, vous, ses fidèles, et célébrez son Nom très saint. | 5 Διοτι η οργη αυτου διαρκει μιαν μονην στιγμην? ζωη ομως ειναι εν τη ευμενεια αυτου? το εσπερας δυναται να συγκατοικηση κλαυθμος, αλλα το πρωι ερχεται αγαλλιασις. |
6 Car sa colère ne dure qu’un instant, mais ses bontés, toute une vie. Au soir les pleurs s’installent, mais au matin c’est un cri de joie. | 6 Εγω δε ειπα εν τη ευτυχια μου, δεν θελω σαλευθη εις τον αιωνα. |
7 Je me disais quand tout allait bien: “Rien ne pourra m’ébranler!” | 7 Κυριε, δια της ευμενειας σου εστερεωσας το ορος μου. Απεκρυψας το προσωπον σου, και εταραχθην. |
8 Mais c’est par ta bonté, Seigneur, que je tenais, comme planté sur un roc élevé. À peine as-tu caché ta face que je vacillais. | 8 Προς σε, Κυριε, εκραξα? και προς τον Κυριον εδεηθην. |
9 J’ai crié vers toi, Seigneur, j’ai supplié mon Dieu: | 9 Τις ωφελεια εν τω αιματι μου, εαν καταβω εις τον λακκον; μηπως θελει σε υμνει ο κονιορτος; θελει αναγγελλει την αληθειαν σου; |
10 “Que gagnes-tu à ma mort? Si je vais à la fosse, est-ce ma poussière qui dira tes louanges? Sera-t-elle une preuve de ta fidélité? | 10 Ακουσον, Κυριε, και ελεησον με? Κυριε, γενου βοηθος μου. |
11 Écoute, Seigneur, aie pitié, sois mon secours.” | 11 Μετεβαλες εις εμε τον θρηνον μου εις χαραν? ελυσας τον σακκον μου και με περιεζωσας ευφροσυνην? |
12 Et tu m’as fait passer du deuil à la danse, tu as déchiré le sac, tu m’as vêtu de fête, | 12 δια να ψαλμωδη εις σε η δοξα μου και να μη σιωπα. Κυριε ο Θεος μου, εις τον αιωνα θελω σε υμνει. |
13 car tu ne veux pas mon silence mais le chant de mon cœur. Seigneur, mon Dieu, je te bénirai à jamais. |