Scrutatio

Mercoledi, 1 maggio 2024 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Evangelho segundo São Lucas 12


font
SAGRADA BIBLIAGREEK BIBLE
1 Enquanto isso, os homens se tinham reunido aos milhares em torno de Jesus, de modo que se atropelavam uns aos outros. Jesus começou a dizer a seus discípulos: Guardai-vos do fermento dos fariseus, que é a hipocrisia.1 Εν τω μεταξυ αφου συνηθροισθησαν αι μυριαδες του οχλου, ωστε κατεπατουν αλληλους, ηρχισε να λεγη προς τους μαθητας αυτου πρωτον? Προσεχετε εις εαυτους απο της ζυμης των Φαρισαιων, ητις ειναι υποκρισις.
2 Porque não há nada oculto que não venha a descobrir-se, e nada há escondido que não venha a ser conhecido.2 Αλλα δεν ειναι ουδεν κεκαλυμμενον, το οποιον δεν θελει ανακαλυφθη, και κρυπτον, το οποιον δεν θελει γνωρισθη?
3 Pois o que dissestes às escuras será dito à luz; e o que falastes ao ouvido, nos quartos, será publicado de cima dos telhados.3 οθεν οσα ειπετε εν τω σκοτει εν τω φωτι θελουσιν ακουσθη, και ο, τι ελαλησατε προς το ωτιον εν τοις ταμειοις θελει κηρυχθη επι των δωματων.
4 Digo-vos a vós, meus amigos: não tenhais medo daqueles que matam o corpo e depois disto nada mais podem fazer.4 Λεγω δε προς εσας τους φιλους μου? Μη φοβηθητε απο των αποκτεινοντων το σωμα και μετα ταυτα μη δυναμενων περισσοτερον τι να πραξωσι.
5 Mostrar-vos-ei a quem deveis temer: temei àquele que, depois de matar, tem poder de lançar no inferno; sim, eu vo-lo digo: temei a este.5 Θελω δε σας δειξει ποιον να φοβηθητε? Φοβηθητε εκεινον, οστις αφου αποκτεινη, εχει εξουσιαν να ριψη εις την γεενναν? ναι, σας λεγω, τουτον φοβηθητε.
6 Não se vendem cinco pardais por dois asses? E, entretanto, nem um só deles passa despercebido diante de Deus.6 Δεν πωλουνται πεντε στρουθια δια δυο ασσαρια; και εν εξ αυτων δεν ειναι λελησμονημενον ενωπιον του Θεου?
7 Até os cabelos da vossa cabeça estão todos contados. Não temais, pois. Mais valor tendes vós do que numerosos pardais.7 αλλα και αι τριχες της κεφαλης υμων ειναι πασαι ηριθμημεναι. Μη φοβεισθε λοιπον? απο πολλων στρουθιων διαφερετε.
8 Digo-vos: todo o que me reconhecer diante dos homens, também o Filho do Homem o reconhecerá diante dos anjos de Deus;8 Σας λεγω δε? Πας οστις με ομολογηση εμπροσθεν των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει ομολογησει αυτον εμπροσθεν των αγγελων του Θεου?
9 mas quem me negar diante dos homens será negado diante dos anjos de Deus.9 οστις δε με αρνηθη ενωπιον των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει αρνηθη αυτον ενωπιον των αγγελων του Θεου.
10 Todo aquele que tiver falado contra o Filho do Homem obterá perdão, mas aquele que tiver blasfemado contra o Espírito Santo não alcançará perdão.10 Και πας οστις θελει ειπει λογον κατα του Υιου του ανθρωπου, θελει συγχωρηθη εις αυτον? οστις ομως βλασφημηση κατα του Αγιου Πνευματος, εις αυτον δεν θελει συγχωρηθη.
11 Quando, porém, vos levarem às sinagogas, perante os magistrados e as autoridades, não vos preocupeis com o que haveis de falar em vossa defesa,11 Οταν δε σας φερωσιν εις τας συναγωγας και τας αρχας και τας εξουσιας, μη μεριμνατε πως η τι να απολογηθητε, η τι να ειπητε?
12 porque o Espírito Santo vos inspirará naquela hora o que deveis dizer.12 διοτι το Αγιον Πνευμα θελει σας διδαξει εν αυτη τη ωρα τι πρεπει να ειπητε.
13 Disse-lhe então alguém do meio do povo: Mestre, dize a meu irmão que reparta comigo a herança.13 Ειπε δε τις προς αυτον εκ του οχλου? Διδασκαλε, ειπε προς τον αδελφον μου να μοιρασθη μετ' εμου την κληρονομιαν.
14 Jesus respondeu-lhe: Meu amigo, quem me constituiu juiz ou árbitro entre vós?14 Ο δε ειπε προς αυτον? Ανθρωπε, τις με κατεστησε δικαστην η μεριστην εφ' υμας;
15 E disse então ao povo: Guardai-vos escrupulosamente de toda a avareza, porque a vida de um homem, ainda que ele esteja na abundância, não depende de suas riquezas.15 Και ειπε προς αυτους? Προσεχετε και φυλαττεσθε απο της πλεονεξιας? διοτι εαν τις εχη περισσα, η ζωη αυτου δεν συνισταται εκ των υπαρχοντων αυτου.
16 E propôs-lhe esta parábola: Havia um homem rico cujos campos produziam muito.16 Ειπε δε προς αυτους παραβολην, λεγων? Ανθρωπου τινος πλουσιου ηυτυχησαν τα χωραφια?
17 E ele refletia consigo: Que farei? Porque não tenho onde recolher a minha colheita.17 Και διελογιζετο εν εαυτω λεγων? Τι να καμω, διοτι δεν εχω που να συναξω τους καρπους μου;
18 Disse então ele: Farei o seguinte: derrubarei os meus celeiros e construirei maiores; neles recolherei toda a minha colheita e os meus bens.18 Και ειπε? Τουτο θελω καμει? θελω χαλασει τας αποθηκας μου και θελω οικοδομησει μεγαλητερας και συναξει εκει παντα τα γεννηματα μου και τα αγαθα μου,
19 E direi à minha alma: ó minha alma, tens muitos bens em depósito para muitíssimos anos; descansa, come, bebe e regala-te.19 και θελω ειπει προς την ψυχην μου? Ψυχη, εχεις πολλα αγαθα εναποτεταμιευμενα δι' ετη πολλα? αναπαυου, φαγε, πιε, ευφραινου.
20 Deus, porém, lhe disse: Insensato! Nesta noite ainda exigirão de ti a tua alma. E as coisas, que ajuntaste, de quem serão?20 Ειπε δε προς αυτον ο Θεος? Αφρον, ταυτην την νυκτα την ψυχην σου απαιτουσιν απο σου? οσα δε ητοιμασας, τινος θελουσιν εισθαι;
21 Assim acontece ao homem que entesoura para si mesmo e não é rico para Deus.21 Ουτω θελει εισθαι οστις θησαυριζει εις εαυτον και δεν πλουτει εις Θεον.
22 Jesus voltou-se então para seus discípulos: Portanto vos digo: não andeis preocupados com a vossa vida, pelo que haveis de comer; nem com o vosso corpo, pelo que haveis de vestir.22 Ειπε δε προς τους μαθητας αυτου? Δια τουτο λεγω προς εσας, Μη μεριμνατε δια την ζωην σας, τι να φαγητε, μηδε δια το σωμα, τι να ενδυθητε.
23 A vida vale mais do que o sustento e o corpo mais do que as vestes.23 Η ζωη ειναι τιμιωτερον της τροφης και το σωμα του ενδυματος.
24 Considerai os corvos: eles não semeiam, nem ceifam, nem têm despensa, nem celeiro; entretanto, Deus os sustenta. Quanto mais valeis vós do que eles?24 Παρατηρησατε τους κορακας, οτι δεν σπειρουσιν ουδε θεριζουσιν, οιτινες δεν εχουσι ταμειον ουδε αποθηκην, και ο Θεος τρεφει αυτους? ποσω μαλλον σεις διαφερετε των πτηνων.
25 Mas qual de vós, por mais que se preocupe, pode acrescentar um só côvado à duração de sua vida?25 Και τις εξ υμων μεριμνων δυναται να προσθεση εις το αναστημα αυτου μιαν πηχυν;
26 Se vós, pois, não podeis fazer nem as mínimas coisas, por que estais preocupados com as outras?26 Εαν λοιπον ουδε το ελαχιστον δυνασθε, τι μεριμνατε περι των λοιπων;
27 Considerai os lírios, como crescem; não fiam, nem tecem. Contudo, digo-vos: nem Salomão em toda a sua glória jamais se vestiu como um deles.27 Παρατηρησατε τα κρινα πως αυξανουσι? δεν κοπιαζουσιν ουδε κλωθουσι? σας λεγω ομως, ουδε ο Σολομων εν παση τη δοξη αυτου ενεδυθη ως εν τουτων.
28 Se Deus, portanto, veste assim a erva que hoje está no campo e amanhã se lança ao fogo, quanto mais a vós, homens de fé pequenina!28 Αλλ' εαν τον χορτον, οστις σημερον ειναι εν τω αγρω και αυριον ριπτεται εις κλιβανον, ο Θεος ενδυη ουτω, ποσω μαλλον εσας, ολιγοπιστοι.
29 Não vos inquieteis com o que haveis de comer ou beber; e não andeis com vãs preocupações.29 Και σεις μη ζητειτε τι να φαγητε η τι να πιητε, και μη ησθε μετεωροι?
30 Porque os homens do mundo é que se preocupam com todas estas coisas. Mas vosso Pai bem sabe que precisais de tudo isso.30 διοτι ταυτα παντα ζητουσι τα εθνη του κοσμου? υμων δε ο Πατηρ εξευρει οτι εχετε χρειαν τουτων?
31 Buscai antes o Reino de Deus e a sua justiça e todas estas coisas vos serão dadas por acréscimo.31 πλην ζητειτε την βασιλειαν του Θεου, και ταυτα παντα θελουσι σας προστεθη.
32 Não temais, pequeno rebanho, porque foi do agrado de vosso Pai dar-vos o Reino.32 Μη φοβου, μικρον ποιμνιον? διοτι ο Πατηρ σας ηυδοκησε να σας δωση την βασιλειαν.
33 Vendei o que possuís e dai esmolas; fazei para vós bolsas que não se gastam, um tesouro inesgotável nos céus, aonde não chega o ladrão e a traça não o destrói.33 Πωλησατε τα υπαρχοντα σας και δοτε ελεημοσυνην. Καμετε εις εαυτους βαλαντια τα οποια δεν παλαιουνται, θησαυρον εν τοις ουρανοις οστις δεν εκλειπει, οπου κλεπτης δεν πλησιαζει ουδε ο σκωληξ διαφθειρει?
34 Pois onde estiver o vosso tesouro, ali estará também o vosso coração.34 διοτι οπου ειναι ο θησαυρος σας, εκει θελει εισθαι και η καρδια σας.
35 Estejam cingidos os vossos rins e acesas as vossas lâmpadas.35 Ας ηναι αι οσφυες σας περιεζωσμεναι και οι λυχνοι καιομενοι?
36 Sede semelhantes a homens que esperam o seu senhor, ao voltar de uma festa, para que, quando vier e bater à porta, logo lha abram.36 και σεις ομοιοι με ανθρωπους, οιτινες προσμενουσι τον κυριον αυτων, ποτε θελει επιστρεψει εκ των γαμων, δια να ανοιξωσιν ευθυς εις αυτον οταν ελθη και κρουση.
37 Bem-aventurados os servos a quem o senhor achar vigiando, quando vier! Em verdade vos digo: cingir-se-á, fá-los-á sentar à mesa e servi-los-á.37 Μακαριοι οι δουλοι εκεινοι, τους οποιους ελθων ο κυριος θελει ευρει αγρυπνουντας. Αληθως σας λεγω, οτι θελει περιζωσθη και καθισει αυτους εις την τραπεζαν, και ελθων εις το μεσον θελει υπηρετησει αυτους.
38 Se vier na segunda ou se vier na terceira vigília e os achar vigilantes, felizes daqueles servos!38 Και εαν ελθη εν τη δευτερα φυλακη και εν τη τριτη φυλακη ελθη και ευρη ουτω, μακαριοι ειναι οι δουλοι εκεινοι.
39 Sabei, porém, isto: se o senhor soubesse a que hora viria o ladrão, vigiaria sem dúvida e não deixaria forçar a sua casa.39 Τουτο δε γινωσκετε, οτι εαν ηξευρεν ο οικοδεσποτης ποιαν ωραν ο κλεπτης ερχεται, ηθελεν αγρυπνησει και δεν ηθελεν αφησει να διορυχθη ο οικος αυτου.
40 Estai, pois, preparados, porque, à hora em que não pensais, virá o Filho do Homem.40 Και σεις λοιπον γινεσθε ετοιμοι? διοτι καθ' ην ωραν δεν στοχαζεσθε, ερχεται ο Υιος του ανθρωπου.
41 Disse-lhe Pedro: Senhor, propões esta parábola só a nós ou também a todos?41 Ειπε δε προς αυτον ο Πετρος? Κυριε, προς ημας λεγεις την παραβολην ταυτην η και προς παντας;
42 O Senhor replicou: Qual é o administrador sábio e fiel que o senhor estabelecerá sobre os seus operários para lhes dar a seu tempo a sua medida de trigo?42 Και ο Κυριος ειπε? Τις λοιπον ειναι ο πιστος οικονομος και φρονιμος, τον οποιον θελει καταστησει ο κυριος αυτου επι των υπηρετων αυτου, δια να διδη εν καιρω την διωρισμενην τροφην;
43 Feliz daquele servo que o senhor achar procedendo assim, quando vier!43 Μακαριος ο δουλος εκεινος, τον οποιον ελθων ο κυριος αυτου θελει ευρει πραττοντα ουτως.
44 Em verdade vos digo: confiar-lhe-á todos os seus bens.44 Αληθως σας λεγω, οτι θελει καταστησει αυτον επι παντων των υπαρχοντων αυτου.
45 Mas, se o tal administrador imaginar consigo: Meu senhor tardará a vir, e começar a espancar os servos e as servas, a comer, a beber e a embriagar-se,45 Εαν δε ειπη ο δουλος εκεινος εν τη καρδια αυτου, Βραδυνει να ελθη ο κυριος μου? και αρχιση να δερη τους δουλους και τας δουλας, και να τρωγη και να πινη και να μεθυη,
46 o senhor daquele servo virá no dia em que não o esperar e na hora em que ele não pensar, e o despedirá e o mandará ao destino dos infiéis.46 θελει ελθει ο κυριος του δουλου εκεινου, καθ' ην ημεραν δεν προσμενει και καθ' ην ωραν δεν εξευρει, και θελει αποχωρισει αυτον, και το μερος αυτου θελει θεσει μετα των απιστων.
47 O servo que, apesar de conhecer a vontade de seu senhor, nada preparou e lhe desobedeceu será açoitado com numerosos golpes.47 Εκεινος δε ο δουλος, οστις γνωρισας το θελημα του κυριου αυτου δεν ητοιμασεν ουδε εκαμε κατα το θελημα αυτου, θελει δαρθη πολυ?
48 Mas aquele que, ignorando a vontade de seu senhor, fizer coisas repreensíveis será açoitado com poucos golpes. Porque, a quem muito se deu, muito se exigirá. Quanto mais se confiar a alguém, dele mais se há de exigir.48 οστις ομως μη γνωρισας επραξεν αξια δαρμων, θελει δαρθη ολιγον? εις παντα δε, εις τον οποιον εδοθη πολυ, πολυ θελει ζητηθη παρ' αυτου, και εις οντινα ενεπιστευθη πολυ, περισσοτερον θελουσιν απαιτησει παρ' αυτου.
49 Eu vim lançar fogo à terra, e que tenho eu a desejar se ele já está aceso?49 Πυρ ηλθον να βαλω εις την γην, και τι θελω, εαν ηδη ανηφθη;
50 Mas devo ser batizado num batismo; e quanto anseio até que ele se cumpra!50 Βαπτισμα δε εχω να βαπτισθω, και πως στενοχωρουμαι εωσου εκτελεσθη.
51 Julgais que vim trazer paz à terra? Não, digo-vos, mas separação.51 Νομιζετε οτι ηλθον να δωσω ειρηνην εν τη γη; ουχι, σας λεγω, αλλα διαχωρισμον.
52 Pois de ora em diante haverá numa mesma casa cinco pessoas divididas, três contra duas, e duas contra três;52 Διοτι απο του νυν θελουσιν εισθαι πεντε εν οικω ενι διακεχωρισμενοι, οι τρεις κατα των δυο και οι δυο κατα των τριων?
53 estarão divididos: o pai contra o filho, e o filho contra o pai; a mãe contra a filha, e a filha contra a mãe; a sogra contra a nora, e a nora contra a sogra.53 Θελει διαχωρισθη πατηρ κατα υιου και υιος κατα πατρος, μητηρ κατα θυγατρος και θυγατηρ κατα μητρος, πενθερα κατα της νυμφης αυτης και νυμφη κατα της πενθερας αυτης.
54 Dizia ainda ao povo: Quando vedes levantar-se uma nuvem no poente, logo dizeis: Aí vem chuva. E assim sucede.54 Ελεγε και προς τους οχλους? Οταν ιδητε την νεφελην ανυψουμενην απο δυσμων, ευθυς λεγετε, Βροχη ερχεται, και γινεται ουτω?
55 Quando vedes soprar o vento do sul, dizeis: Haverá calor. E assim acontece.55 και οταν νοτον πνεοντα, λεγετε οτι καυσων θελει εισθαι, και γινεται.
56 Hipócritas! Sabeis distinguir os aspectos do céu e da terra; como, pois, não sabeis reconhecer o tempo presente?56 Υποκριται, το προσωπον της γης και του ουρανου εξευρετε να διακρινητε, τον δε καιρον τουτον πως δεν διακρινετε;
57 Por que também não julgais por vós mesmos o que é justo?57 Δια τι δε και αφ' εαυτων δεν κρινετε το δικαιον;
58 Ora, quando fores com o teu adversário ao magistrado, faze o possível para entrar em acordo com ele pelo caminho, a fim de que ele te não arraste ao juiz, e o juiz te entregue ao executor, e o executor te ponha na prisão.58 Ενω λοιπον υπαγεις μετα του αντιδικου σου προς τον αρχοντα, προσπαθησον καθ' οδον να απαλλαχθης απ' αυτου, μηποτε σε συρη προς τον κριτην, και ο κριτης σε παραδωση εις τον υπηρετην, και ο υπηρετης σε βαλη εις φυλακην.
59 Digo-te: não sairás dali, até pagares o último centavo.59 Σοι λεγω, δεν θελεις εξελθει εκειθεν, εωσου αποδωσης και το εσχατον λεπτον.