Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Salmos 102


font
EL LIBRO DEL PUEBLO DE DIOSGREEK BIBLE
1 Oración del afligido que, en su angustia, derrama su llanto ante el Señor.

1 Προσευχη του τεθλιμμενου, οταν αδημονη, και εκχεη το παραπονον αυτου ενωπιον του Κυριου.>> Κυριε, εισακουσον της προσευχης μου, και η κραυγη μου ας ελθη προς σε.
2 Señor, escucha mi oración

y llegue a ti mi clamor;

2 Μη κρυψης το προσωπον σου απ' εμου? καθ' ην ημεραν θλιβομαι, κλινον προς εμε το ωτιον σου? καθ' ην ημεραν σε επικαλουμαι, ταχεως επακουε μου.
3 no me ocultes tu rostro

en el momento del peligro;

inclina hacia mí tu oído,

respóndeme pronto, cuando te invoco.

3 Διοτι εξελιπον ως καπνος αι ημεραι μου, και τα οστα μου ως φρυγανον κατεξηρανθησαν.
4 Porque mis días se disipan como el humo,

y mis huesos arden como brasas;

4 Επληγωθη η καρδια μου και εξηρανθη ως χορτος, ωστε ελησμονησα να τρωγω τον αρτον μου.
5 mi corazón se seca, marchitado como la hierba,

¡y hasta me olvido de comer mi pan!

5 Απο φωνης του στεναγμου μου εκολληθησαν τα οστα μου εις το δερμα μου.
6 Los huesos se me pegan a la piel,

por la violencia de mis gemidos.

6 Κατεσταθην ομοιος του ερημικου πελεκανος? εγεινα ως νυκτοκοραξ εν ταις ερημοις.
7 Me parezco a una lechuza del desierto,

soy como el búho entre las ruinas;

7 Αγρυπνω και ειμαι ως στρουθιον μοναζον επι δωματος.
8 estoy desvelado, y me lamento

como un pájaro solitario en el tejado;

8 Ολην την ημεραν με ονειδιζουσιν οι εχθροι μου? οι μαινομενοι ομνυουσι κατ' εμου.
9 mis enemigos me insultan sin cesar,

y enfurecidos, me cubren de imprecaciones.

9 Διοτι εφαγον στακτην ως αρτον και συνεκερασα με δακρυα το ποτον μου,
10 Yo como ceniza en vez de pan

y mezclo mi bebida con lágrimas,

10 Εξ αιτιας της οργης σου και της αγανακτησεως σου? διοτι σηκωσας με ερριψας κατω.
11 a causa de tu indignación y tu furor,

porque me alzaste en alto y me arrojaste.

11 Αι ημεραι μου παρερχονται ως σκια, και εγω εξηρανθην ως χορτος.
12 Mis días son como sombras que se agrandan,

y me voy secando como la hierba.

12 Συ δε, Κυριε, εις τον αιωνα διαμενεις, και το μνημοσυνον σου εις γενεαν και γενεαν.
13 Pero tú, Señor, reinas para siempre,

y tu Nombre permanece eternamente.

13 Συ θελεις σηκωθη, θελεις σπλαγχνισθη την Σιων? διοτι ειναι καιρος να ελεησης αυτην, διοτι ο διωρισμενος καιρος εφθασεν.
14 Tú te levantarás, te compadecerás de Sión,

porque ya es hora de tenerle piedad,

ya ha llegado el momento señalado:

14 Επειδη οι δουλοι σου αρεσκονται εις τους λιθους αυτης και σπλαγχνιζονται το χωμα αυτης.
15 tus servidores sienten amor por esas piedras

y se compadecen de esas ruinas.

15 Τοτε τα εθνη θελουσι φοβηθη το ονομα του Κυριου, και παντες οι βασιλεις της γης την δοξαν σου.
16 Las naciones temerán tu Nombre, Señor,

y los reyes de la tierra se rendirán ante tu gloria:

16 Οταν ο Κυριος οικοδομηση την Σιων θελει φανη εν τη δοξα αυτου.
17 cuando el Señor reedifique a Sión

y aparezca glorioso en medio de ella;

17 Θελει επιβλεψει επι την προσευχην των εγκαταλελειμμενων και δεν θελει καταφρονησει την δεησιν αυτων.
18 cuando acepte la oración del desvalido

y no desprecie su plegaria.

18 Τουτο θελει γραφθη δια την γενεαν την επερχομενην? και ο λαος, οστις θελει δημιουργηθη, θελει αινει τον Κυριον.
19 Quede esto escrito para el tiempo futuro

y un pueblo renovado alabe al Señor:

19 Διοτι εκυψεν εκ του υψους του αγιαστηριου αυτου, εξ ουρανου επεβλεψεν ο Κυριος επι την γην,
20 porque él se inclinó desde su alto Santuario

y miró a la tierra desde el cielo,

20 δια να ακουση τον στεναγμον των δεσμιων, δια να λυση τους καταδεδικασμενους εις θανατον?
21 para escuchar el lamento de los cautivos

y librar a los condenados a muerte.

21 δια να κηρυττωσιν εν Σιων το ονομα του Κυριου και την αινεσιν αυτου εν Ιερουσαλημ,
22 para proclamar en Sión el nombre del Señor

y su alabanza en Jerusalén,

22 οταν συναχθωσιν ομου οι λαοι και αι βασιλειαι, δια να δουλευσωσι τον Κυριον.
23 cuando se reúnan los pueblos y los reinos,

y sirvan todos juntos al Señor.

23 Ηδυνατισεν εν τη οδω την ισχυν μου? συνετεμε τας ημερας μου.
24 Mis fuerzas se debilitaron por el camino

y se abreviaron mis días;

24 Εγω ειπα, μη με αρπασης, Θεε μου, εν τω ημισει των ημερων μου? τα ετη σου ειναι εις γενεας γενεων.
25 pero yo digo: «Dios mío,

no me lleves en la mitad de mi vida,

tú que permaneces para siempre».

25 Κατ' αρχας συ, Κυριε, την γην εθεμελιωσας, και εργα των χειρων σου ειναι οι ουρανοι.
26 En tiempos remotos, fundaste la tierra,

y el cielo es obra de tus manos;

26 Αυτοι θελουσιν απολεσθη, συ δε διαμενεις? και παντες ως ιματιον θελουσι παλαιωθη? ως περιενδυμα θελεις τυλιξει αυτους, και θελουσιν αλλαχθη?
27 ellos se acaban, y tú permaneces:

se desgastan lo mismo que la ropa,

los cambias como a un vestido, y ellos pasan.

27 συ ομως εισαι ο αυτος, και τα ετη σου δεν θελουσιν εκλειψει.
28 Tú, en cambio, eres siempre el mismo,

y tus años no tienen fin.

28 Οι υιοι των δουλων σου θελουσι κατοικει, και το σπερμα αυτων θελει διαμενει ενωπιον σου.
29 Los hijos de tus servidores tendrán una morada

y su descendencia estará segura ante ti.