Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Ioannes 3


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Erat autem homo ex pharisæis, Nicodemus nomine, princeps Judæorum.1 Ητο δε ανθρωπος τις εκ των Φαρισαιων, Νικοδημος ονομαζομενος, αρχων των Ιουδαιων.
2 Hic venit ad Jesum nocte, et dixit ei : Rabbi, scimus quia a Deo venisti magister, nemo enim potest hæc signa facere, quæ tu facis, nisi fuerit Deus cum eo.2 Ουτος ηλθε προς τον Ιησουν δια νυκτος και ειπε προς αυτον? Ραββι, εξευρομεν οτι απο Θεου ηλθες διδασκαλος? διοτι ουδεις δυναται να καμνη τα σημεια ταυτα, τα οποια συ καμνεις, εαν δεν ηναι ο Θεος μετ' αυτου.
3 Respondit Jesus, et dixit ei : Amen, amen dico tibi, nisi quis renatus fuerit denuo, non potest videre regnum Dei.3 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτον? Αληθως, αληθως σοι λεγω, εαν τις δεν γεννηθη ανωθεν, δεν δυναται να ιδη την βασιλειαν του Θεου.
4 Dicit ad eum Nicodemus : Quomodo potest homo nasci, cum sit senex ? numquid potest in ventrem matris suæ iterato introire et renasci ?4 Λεγει προς αυτον ο Νικοδημος? Πως δυναται ανθρωπος να γεννηθη γερων ων; μηποτε δυναται να εισελθη δευτεραν φοραν εις την κοιλιαν της μητρος αυτου και να γεννηθη;
5 Respondit Jesus : Amen, amen dico tibi, nisi quis renatus fuerit ex aqua, et Spiritu Sancto, non potest introire in regnum Dei.5 Απεκριθη ο Ιησους? Αληθως, αληθως σοι λεγω, εαν τις δεν γεννηθη εξ υδατος και Πνευματος, δεν δυναται να εισελθη εις την βασιλειαν του Θεου.
6 Quod natum est ex carne, caro est : et quod natum est ex spiritu, spiritus est.6 Το γεγεννημενον εκ της σαρκος ειναι σαρξ και το γεγεννημενον εκ του Πνευματος ειναι πνευμα.
7 Non mireris quia dixi tibi : oportet vos nasci denuo.7 Μη θαυμασης οτι σοι ειπον, Πρεπει να γεννηθητε ανωθεν.
8 Spiritus ubi vult spirat, et vocem ejus audis, sed nescis unde veniat, aut quo vadat : sic est omnis qui natus est ex spiritu.8 Ο ανεμος οπου θελει πνεει, και την φωνην αυτου ακουεις, αλλα δεν εξευρεις ποθεν ερχεται και που υπαγει? ουτως ειναι πας, οστις εγεννηθη εκ του Πνευματος.
9 Respondit Nicodemus, et dixit ei : Quomodo possunt hæc fieri ?9 Απεκριθη ο Νικοδημος και ειπε προς αυτον? Πως δυνανται να γεινωσι ταυτα;
10 Respondit Jesus, et dixit ei : Tu es magister in Israël, et hæc ignoras ?10 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτον? Συ εισαι ο διδασκαλος του Ισραηλ και ταυτα δεν εξευρεις;
11 Amen, amen dico tibi, quia quod scimus loquimur, et quod vidimus testamur, et testimonium nostrum non accipitis.11 Αληθως, αληθως σοι λεγω οτι εκεινο το οποιον εξευρομεν λαλουμεν και εκεινο το οποιον ειδομεν μαρτυρουμεν, και την μαρτυριαν ημων δεν δεχεσθε.
12 Si terrena dixi vobis, et non creditis : quomodo, si dixero vobis cælestia, credetis ?12 Εαν τα επιγεια σας ειπον και δεν πιστευητε, πως, εαν σας ειπω τα επουρανια, θελετε πιστευσει;
13 Et nemo ascendit in cælum, nisi qui descendit de cælo, Filius hominis, qui est in cælo.13 Και ουδεις ανεβη εις τον ουρανον ειμη ο καταβας εκ του ουρανου, ο Υιος του ανθρωπου, ο ων εν τω ουρανω.
14 Et sicut Moyses exaltavit serpentem in deserto, ita exaltari oportet Filium hominis :14 Και καθως ο Μωυσης υψωσε τον οφιν εν τη ερημω, ουτω πρεπει να υψωθη ο Υιος του ανθρωπου,
15 ut omnis qui credit in ipsum, non pereat, sed habeat vitam æternam.15 δια να μη απολεσθη πας ο πιστευων εις αυτον, αλλα να εχη ζωην αιωνιον.
16 Sic enim Deus dilexit mundum, ut Filium suum unigenitum daret : ut omnis qui credit in eum, non pereat, sed habeat vitam æternam.16 Διοτι τοσον ηγαπησεν ο Θεος τον κοσμον, ωστε εδωκε τον Υιον αυτου τον μονογενη, δια να μη απολεσθη πας ο πιστευων εις αυτον, αλλα να εχη ζωην αιωνιον.
17 Non enim misit Deus Filium suum in mundum, ut judicet mundum, sed ut salvetur mundus per ipsum.17 Επειδη δεν απεστειλεν ο Θεος τον Υιον αυτου εις τον κοσμον δια να κρινη τον κοσμον, αλλα δια να σωθη ο κοσμος δι' αυτου.
18 Qui credit in eum, non judicatur ; qui autem non credit, jam judicatus est : quia non credit in nomine unigeniti Filii Dei.18 Οστις πιστευει εις αυτον δεν κρινεται, οστις ομως δεν πιστευει ειναι ηδη κεκριμενος, διοτι δεν επιστευσεν εις το ονομα του μονογενους Υιου του Θεου.
19 Hoc est autem judicium : quia lux venit in mundum, et dilexerunt homines magis tenebras quam lucem : erant enim eorum mala opera.19 Και αυτη ειναι η κρισις, οτι το φως ηλθεν εις τον κοσμον, και οι ανθρωποι ηγαπησαν το σκοτος μαλλον παρα το φως? διοτι ησαν πονηρα τα εργα αυτων.
20 Omnis enim qui male agit, odit lucem, et non venit ad lucem, ut non arguantur opera ejus :20 Επειδη πας, οστις πραττει φαυλα, μισει το φως και δεν ερχεται εις το φως, δια να μη ελεγχθωσι τα εργα αυτου?
21 qui autem facit veritatem, venit ad lucem, ut manifestentur opera ejus, quia in Deo sunt facta.
21 οστις ομως πραττει την αληθειαν, ερχεται εις το φως, δια να φανερωθωσι τα εργα αυτου οτι επραχθησαν κατα Θεον.
22 Post hæc venit Jesus et discipuli ejus in terram Judæam : et illic demorabatur cum eis, et baptizabat.22 Μετα ταυτα ηλθεν ο Ιησους και οι μαθηται αυτου εις την γην της Ιουδαιας, και εκει διετριβε μετ' αυτων και εβαπτιζεν.
23 Erat autem et Joannes baptizans, in Ænnon, juxta Salim : quia aquæ multæ erant illic, et veniebant et baptizabantur.23 Ητο δε και ο Ιωαννης βαπτιζων εν Αινων πλησιον του Σαλειμ, διοτι ησαν εκει υδατα πολλα, και ηρχοντο και εβαπτιζοντο?
24 Nondum enim missus fuerat Joannes in carcerem.24 Επειδη ο Ιωαννης δεν ητο ετι βεβλημενος εις την φυλακην.
25 Facta est autem quæstio ex discipulis Joannis cum Judæis de purificatione.25 Εγεινε λοιπον συζητησις περι καθαρισμου παρα των μαθητων του Ιωαννου με Ιουδαιους τινας.
26 Et venerunt ad Joannem, et dixerunt ei : Rabbi, qui erat tecum trans Jordanem, cui tu testimonium perhibuisti, ecce hic baptizat, et omnes veniunt ad eum.26 Και ηλθον προς τον Ιωαννην και ειπον προς αυτον? Ραββι, εκεινος οστις ητο μετα σου περαν του Ιορδανου, εις τον οποιον συ εμαρτυρησας, ιδου, ουτος βαπτιζει και παντες ερχονται προς αυτον.
27 Respondit Joannes, et dixit : Non potest homo accipere quidquam, nisi fuerit ei datum de cælo.27 Απεκριθη ο Ιωαννης και ειπε? Δεν δυναται ο ανθρωπος να λαμβανη ουδεν, εαν δεν ηναι δεδομενον εις αυτον εκ του ουρανου.
28 Ipsi vos mihi testimonium perhibetis, quod dixerim : Non sum ego Christus : sed quia missus sum ante illum.28 Σεις αυτοι εισθε μαρτυρες μου οτι ειπον? Δεν ειμαι εγω ο Χριστος, αλλ' οτι ειμαι απεσταλμενος εμπροσθεν εκεινου.
29 Qui habet sponsam, sponsus est : amicus autem sponsi, qui stat, et audit eum, gaudio gaudet propter vocem sponsi. Hoc ergo gaudium meum impletum est.29 Οστις εχει την νυμφην ειναι νυμφιος? ο δε φιλος του νυμφιου, ο ισταμενος και ακουων αυτον, χαιρει καθ' υπερβολην δια την φωνην του νυμφιου. Αυτη λοιπον η χαρα η ιδικη μου επληρωθη.
30 Illum oportet crescere, me autem minui.30 Εκεινος πρεπει να αυξανη, εγω δε να ελαττονωμαι.
31 Qui desursum venit, super omnes est. Qui est de terra, de terra est, et de terra loquitur. Qui de cælo venit, super omnes est.31 Ο ερχομενος ανωθεν ειναι υπερανω παντων. Ο ων εκ της γης εκ της γης ειναι και εκ της γης λαλει? ο ερχομενος εκ του ουρανου ειναι υπερανω παντων,
32 Et quod vidit, et audivit, hoc testatur : et testimonium ejus nemo accipit.32 και εκεινο το οποιον ειδε και ηκουσε, τουτο μαρτυρει, και ουδεις δεχεται την μαρτυριαν αυτου.
33 Qui accepit ejus testimonium signavit, quia Deus verax est.33 Οστις δεχθη την μαρτυριαν αυτου επεσφραγισεν οτι ο Θεος ειναι αληθης.
34 Quem enim misit Deus, verba Dei loquitur : non enim ad mensuram dat Deus spiritum.34 Διοτι εκεινος, τον οποιον απεστειλεν ο Θεος, τους λογους του Θεου λαλει? επειδη ο Θεος δεν διδει εις αυτον το Πνευμα με μετρον.
35 Pater diligit Filium et omnia dedit in manu ejus.35 Ο Πατηρ αγαπα τον Υιον και παντα εδωκεν εις την χειρα αυτου.
36 Qui credit in Filium, habet vitam æternam ; qui autem incredulus est Filio, non videbit vitam, sed ira Dei manet super eum.36 Οστις πιστευει εις τον Υιον εχει ζωην αιωνιον? οστις ομως απειθει εις τον Υιον δεν θελει ιδει ζωην, αλλ' η οργη του Θεου μενει επανω αυτου.