Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Jeremiæ 50


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Verbum quod locutus est Dominus de Babylone et de terra Chaldæorum, in manu Jeremiæ prophetæ.1 Ο λογος, τον οποιον ελαλησε Κυριος κατα της Βαβυλωνος, κατα της γης των Χαλδαιων, δια Ιερεμιου του προφητου.
2 Annuntiate in gentibus, et auditum facite :
levate signum, prædicate, et nolite celare :
dicite : Capta est Babylon,
confusus est Bel, victus est Merodach,
confusa sunt sculptilia ejus,
superata sunt idola eorum.
2 Αναγγειλατε εν τοις εθνεσι και κηρυξατε και υψωσατε σημαιαν? κηρυξατε, μη κρυψητε? ειπατε, Εκυριευθη η Βαβυλων, κατησχυνθη ο Βηλ, συνετριβη ο Μερωδαχ? κατησχυνθησαν τα ειδωλα αυτης, συνετριβησαν τα βδελυγματα αυτης.
3 Quoniam ascendit contra eam gens ab aquilone,
quæ ponet terram ejus in solitudinem,
et non erit qui habitet in ea ab homine usque ad pecus :
et moti sunt, et abierunt.
3 Διοτι απο βορρα αναβαινει εθνος εναντιον αυτης, το οποιον θελει καταστησει την γην αυτης ερημον, και δεν θελει υπαρχει ο κατοικων εν αυτη? απο ανθρωπου εως κτηνους θελουσι μετατοπισθη, θελουσι φυγει.
4 In diebus illis, et in tempore illo, ait Dominus,
venient filii Israël ipsi et filii Juda simul :
ambulantes et flentes properabunt,
et Dominum Deum suum quærent :
4 Εν ταις ημεραις εκειναις και εν τω καιρω εκεινω, λεγει Κυριος, θελουσιν ελθει οι υιοι Ισραηλ, αυτοι και οι υιοι Ιουδα ομου, βαδιζοντες και κλαιοντες? θελουσιν υπαγει και ζητησει Κυριον τον Θεον αυτων.
5 in Sion interrogabunt viam, huc facies eorum :
venient, et apponentur ad Dominum fœdere sempiterno,
quod nulla oblivione delebitur.
5 Θελουσιν ερωτησει περι της οδου της Σιων με τα προσωπα αυτων προς εκει, λεγοντες, Ελθετε και ας ενωθωμεν μετα του Κυριου εν διαθηκη αιωνιω, ητις δεν θελει λησμονηθη.
6 Grex perditus factus est populus meus :
pastores eorum seduxerunt eos,
feceruntque vagari in montibus :
de monte in collem transierunt ;
obliti sunt cubilis sui.
6 Ο λαος μου εγεινε προβατα απολωλοτα? οι ποιμενες αυτων παρετρεψαν αυτους, περιεπλανησαν αυτους εις τα ορη? υπηγαν απο ορους εις βουνον, ελησμονησαν την μανδραν αυτων.
7 Omnes qui invenerunt comederunt eos,
et hostes eorum dixerunt : Non peccavimus :
pro eo quod peccaverunt Domino decori justitiæ,
et exspectationi patrum eorum Domino.
7 Παντες οι ευρισκοντες αυτους κατετρωγον αυτους, και οι εχθροι αυτων ειπον, Δεν πταιομεν, διοτι ημαρτησαν εις Κυριον, την κατοικιαν της δικαιοσυνης? ναι, εις Κυριον, την ελπιδα των πατερων αυτων.
8 Recedite de medio Babylonis,
et de terra Chaldæorum egredimini,
et estote quasi hædi ante gregem.
8 Φυγετε εκ μεσου της Βαβυλωνος και εξελθετε εκ της γης των Χαλδαιων και γεινετε ως κριοι εμπροσθεν ποιμνιων.
9 Quoniam ecce ego suscito,
et adducam in Babylonem
congregationem gentium magnarum de terra aquilonis,
et præparabuntur adversus eam, et inde capietur :
sagitta ejus quasi viri fortis interfectoris :
non revertetur vacua.
9 Διοτι ιδου, εγω θελω εγειρει και αναβιβασει επι Βαβυλωνα συναγωγην εθνων μεγαλων εκ γης βορρα, και θελουσι παραταχθη εναντιον αυτης? εκειθεν θελει αλωθη? τα βελη αυτων θελουσιν εισθαι ως εμπειρου ισχυρου? δεν θελουσιν επιστρεψει κενα.
10 Et erit Chaldæa in prædam :
omnes vastantes eam replebuntur, ait Dominus.
10 Και η Χαλδαια θελει εισθαι λαφυρον? παντες οι λεηλατουντες αυτην θελουσι χορτασθη, λεγει Κυριος.
11 Quoniam exsultatis, et magna loquimini,
diripientes hæreditatem meam :
quoniam effusi estis sicut vituli super herbam,
et mugistis sicut tauri :
11 Επειδη ηυφραινεσθε και εκαυχαθε, φθορεις της κληρονομιας μου, επειδη εσκιρτατε ως δαμαλις επι χλοης και εχρεμετιζετε ως ρωμαλεοι ιπποι,
12 confusa est mater vestra nimis,
et adæquata pulveri, quæ genuit vos :
ecce novissima erit in gentibus,
deserta, invia, et arens.
12 η μητηρ σας κατησχυνθη σφοδρα? η γεννητρια σας ενετραπη? ιδου, αυτη θελει εισθαι η εσχατη των εθνων, ερημος, γη ξηρα και αβατος.
13 Ab ira Domini non habitabitur,
sed redigetur tota in solitudinem :
omnis qui transibit per Babylonem stupebit,
et sibilabit super universis plagis ejus.
13 Εξ αιτιας της οργης του Κυριου δεν θελει κατοικηθη, αλλα θελει ερημωθη απασα? πας ο διαβαινων δια της Βαβυλωνος θελει εκθαμβηθη και συριξει επι πασαις ταις πληγαις αυτης.
14 Præparamini contra Babylonem per circuitum,
omnes qui tenditis arcum :
debellate eam, non parcatis jaculis,
quia Domino peccavit.
14 Παραταχθητε εναντιον της Βαβυλωνος κυκλω? παντες οι εντεινοντες τοξον, τοξευσατε κατ' αυτης, μη φειδεσθε βελων? διοτι ημαρτησεν εις Κυριον.
15 Clamate adversus eam,
ubique dedit manum :
ceciderunt fundamenta ejus,
destructi sunt muri ejus,
quoniam ultio Domini est :
ultionem accipite de ea :
sicut fecit, facite ei.
15 Αλαλαξατε επ' αυτη κυκλω? παρεδωκεν εαυτην? επεσαν τα θεμελια αυτης, κατηδαφισθησαν τα τειχη αυτης? διοτι τουτο ειναι η εκδικησις του Κυριου? εκδικηθητε αυτην? καθως αυτη εκαμε, καμετε εις αυτην.
16 Disperdite satorem de Babylone,
et tenentem falcem in tempore messis :
a facie gladii columbæ
unusquisque ad populum suum convertetur,
et singuli ad terram suam fugient.
16 Εκκοψατε απο Βαβυλωνος τον σπειροντα και τον κρατουντα δρεπανον εν καιρω θερισμου? απο προσωπου της εξολοθρευτικης μαχαιρας θελουσιν επιστρεψει εκαστος εις τον λαον αυτου, και θελουσι φυγει εκαστος εις την γην αυτου.
17 Grex dispersus Israël :
leones ejecerunt eum.
Primus comedit eum rex Assur :
iste novissimus exossavit eum
Nabuchodonosor rex Babylonis.
17 Ο Ισραηλ ειναι προβατον πλανωμενον? λεοντες εκυνηγησαν αυτο? πρωτος ο βασιλευς της Ασσυριας κατεφαγεν αυτον? και υστερον ουτος ο Ναβουχοδονοσορ, ο βασιλευς της Βαβυλωνος, κατεσυντριψε τα οστα αυτου.
18 Propterea hæc dicit Dominus exercituum, Deus Israël :
Ecce ego visitabo regem Babylonis et terram ejus,
sicut visitavi regem Assur :
18 Δια τουτο ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ? Ιδου, εγω θελω τιμωρησει τον βασιλεα της Βαβυλωνος και την γην αυτου, καθως ετιμωρησα τον βασιλεα της Ασσυριας.
19 et reducam Israël ad habitaculum suum :
et pascetur Carmelum et Basan,
et in monte Ephraim et Galaad saturabitur anima ejus.
19 Και θελω αποκαταστησει τον Ισραηλ εν τη κατοικια αυτου, και θελει βοσκεσθαι τον Καρμηλον και την Βασαν, και η ψυχη αυτου θελει χορτασθη επι το ορος Εφραιμ και Γαλααδ.
20 In diebus illis, et in tempore illo, ait Dominus,
quæretur iniquitas Israël, et non erit,
et peccatum Juda, et non invenietur :
quoniam propitius ero eis quos reliquero.
20 Εν ταις ημεραις εκειναις και εν τω καιρω εκεινω, λεγει Κυριος, η ανομια του Ισραηλ θελει ζητηθη και δεν θελει υπαρχει, και αι αμαρτιαι του Ιουδα και δεν θελουσιν ευρεθη? διοτι θελω συγχωρησει οσους αφησω υπολοιπον.
21 Super terram dominantium ascende,
et super habitatores ejus visita :
dissipa, et interfice quæ post eos sunt, ait Dominus,
et fac juxta omnia quæ præcepi tibi.
21 Αναβα επι την γην των καταδυναστων, επ' αυτην και επι τους κατοικους της Φεκωδ? αφανισον και εξολοθρευσον κατοπιν αυτων, λεγει Κυριος, και καμε κατα παντα οσα προσεταξα εις σε.
22 Vox belli in terra, et contritio magna.
22 Φωνη πολεμου εν τη γη και συντριμμα μεγα.
23 Quomodo confractus est et contritus malleus universæ terræ ?
quomodo versa est in desertum Babylon in gentibus ?
23 Πως συνεθλασθη και συνετριβη η σφυρα πασης της γης? πως εγεινεν η Βαβυλων εις θαμβος μεταξυ των εθνων.
24 Illaqueavi te, et capta es, Babylon,
et nesciebas :
inventa es et apprehensa,
quoniam Dominum provocasti.
24 Εστησα παγιδα εις σε, μαλιστα και επιασθης, Βαβυλων, και συ δεν εγνωρισας? ευρεθης μαλιστα και συνεληφθης, διοτι εις τον Κυριον αντεσταθης.
25 Aperuit Dominus thesaurum suum,
et protulit vasa iræ suæ,
quoniam opus est Domino Deo exercituum,
in terra Chaldæorum.
25 Ο Κυριος ηνοιξε την οπλοθηκην αυτου και εξηγαγε το οπλα της οργης αυτου? διοτι το εργον τουτο εχει Κυριος ο Θεος των δυναμεων εν τη γη των Χαλδαιων.
26 Venite ad eam ab extremis finibus ;
aperite ut exeant qui conculcent eam :
tollite de via lapides, et redigite in acervos :
et interficite eam, nec sit quidquam reliquum.
26 Ελθετε επ' αυτην απο των περατων? ανοιξατε τας αποθηκας αυτης? καταστησατε αυτην ως σωρους και εξολοθρευσατε αυτην? ας μη μεινη εξ αυτης υπολοιπον.
27 Dissipate universos fortes ejus :
descendant in occisionem :
væ eis, quia venit dies eorum,
tempus visitationis eorum !
27 Σφαξατε παντας τους μοσχους αυτης? ας καταβωσιν εις σφαγην? ουαι εις αυτους? διοτι ηλθεν η ημερα αυτων, ο καιρος της επισκεψεως αυτων.
28 Vox fugientium,
et eorum qui evaserunt de terra Babylonis,
ut annuntient in Sion ultionem Domini Dei nostri,
ultionem templi ejus.
28 Φωνη φευγοντων και διασωζομενων απο της γης Βαβυλωνος, δια να αναγγειλη εν Σιων την εκδικησιν Κυριου του Θεου ημων, την εκδικησιν του ναου αυτου.
29 Annuntiate in Babylonem plurimis,
omnibus qui tendunt arcum :
consistite adversus eam per gyrum,
et nullus evadat :
reddite ei secundum opus suum :
juxta omnia quæ fecit, facite illi,
quia contra Dominum erecta est,
adversum Sanctum Israël.
29 Συγκαλεσατε τους τοξοτας επι Βαβυλωνα? παντες οι εντεινοντες τοξον, στρατοπεδευσατε κατ' αυτης κυκλω? μηδεις εξ αυτης ας μη διασωθη? ανταποδοτε εις αυτην κατα το εργον αυτης? κατα παντα οσα εκαμε, καμετε εις αυτην? διοτι υπερηφανευθη κατα του Κυριου, κατα του Αγιου του Ισραηλ.
30 Idcirco cadent juvenes ejus in plateis ejus,
et omnes viri bellatores ejus conticescent in die illa,
ait Dominus.
30 Δια τουτο οι νεοι αυτης θελουσι πεσει εν ταις πλατειαις αυτης, και παντες οι ανδρες αυτης οι πολεμισται θελουσιν απολεσθη κατ' εκεινην την ημεραν, λεγει Κυριος.
31 Ecce ego ad te, superbe !
dicit Dominus Deus exercituum :
quia venit dies tuus,
tempus visitationis tuæ.
31 Ιδου, εγω ειμαι εναντιον σου, ω επηρμενη, λεγει Κυριος ο Θεος των δυναμεων? διοτι ηλθεν η ημερα σου, ο καιρος της επισκεψεως σου.
32 Et cadet superbus, et corruet,
et non erit qui suscitet eum :
et succendam ignem in urbibus ejus,
et devorabit omnia in circuitu ejus.
32 Και ο επηρμενος θελει προσκοψει και πεσει, και δεν θελει υπαρχει ο αναστησων αυτον? και θελω αναψει πυρ εν ταις πολεσιν αυτου και ο θελει καταφαγει παντα τα περιξ αυτου.
33 Hæc dicit Dominus exercituum :
Calumniam sustinent filii Israël,
et filii Juda simul :
omnes qui ceperunt eos, tenent :
nolunt dimittere eos.
33 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? οι υιοι Ισραηλ και οι υιοι Ιουδα κατεδυναστευθησαν ομου? και παντες οι αιχμαλωτισαντες αυτους κατεκρατησαν αυτους? ηρνηθησαν να απολυσωσιν αυτους.
34 Redemptor eorum fortis,
Dominus exercituum nomen ejus :
judicio defendet causam eorum,
ut exterreat terram,
et commoveat habitatores Babylonis.
34 Πλην ο Λυτρωτης αυτων ειναι Ισχυρος? Κυριος των δυναμεων το ονομα αυτου? θελει εξαπαντος διαδικασει την δικην αυτων, δια να αναπαυση την γην και να ταραξη τους κατοικους της Βαβυλωνος.
35 Gladius ad Chaldæos, ait Dominus,
et ad habitatores Babylonis,
et ad principes, et ad sapientes ejus.
35 Μαχαιρα επι τους Χαλδαιους, λεγει Κυριος, και επι τους κατοικους της Βαβυλωνος και επι τους μεγιστανας αυτης και επι τους σοφους αυτης.
36 Gladius ad divinos ejus, qui stulti erunt :
gladius ad fortes illius, qui timebunt.
36 Μαχαιρα επι τους ψευδοπροφητας και θελουσι παραφρονησει? μαχαιρα επι τους ισχυρους αυτης και θελουσι τρομαξει.
37 Gladius ad equos ejus, et ad currus ejus,
et ad omne vulgus quod est in medio ejus :
et erunt quasi mulieres :
gladius ad thesauros ejus, qui diripientur.
37 Μαχαιρα επι τους ιππους αυτων και επι τας αμαξας αυτων και επι παντα τον συμμικτον λαον τον εν μεσω αυτης, και θελουσιν εισθαι ως γυναικες? μαχαιρα επι τους θησαυρους αυτης και θελουσι διαρπαχθη.
38 Siccitas super aquas ejus erit, et arescent,
quia terra sculptilium est, et in portentis gloriantur.
38 Ξηρασια επι τα υδατα αυτης, και θελουσι ξηρανθη? διοτι ειναι γη των γλυπτων και εμωρανθησαν εν τοις ειδωλοις αυτων.
39 Propterea habitabunt dracones cum faunis ficariis,
et habitabunt in ea struthiones :
et non inhabitabitur ultra usque in sempiternum,
nec exstruetur usque ad generationem et generationem.
39 Δια τουτο θηρια και αιλουροι θελουσι κατοικησει εκει και στρουθοκαμηλοι θελουσι κατοικησει εν αυτη και δεν θελει κατοικηθη πλεον εις τον αιωνα? και ουδεις θελει κατασκηνωσει εν αυτη εις γενεαν και γενεαν.
40 Sicut subvertit Dominus Sodomam et Gomorrham,
et vicinas ejus, ait Dominus,
non habitabit ibi vir,
et non incolet eam filius hominis.
40 Καθως κατεστρεψεν ο Θεος τα Σοδομα και τα Γομορρα και τα πλησιοχωρα αυτων, λεγει Κυριος, ουτως ανθρωπος δεν θελει κατοικησει εκει ουδε υιος ανθρωπου θελει παροικησει εν αυτη.
41 Ecce populus venit ab aquilone,
et gens magna, et reges multi
consurgent a finibus terræ.
41 Ιδου, λαος θελει ελθει απο βορρα και εθνος μεγα, και βασιλεις πολλοι θελουσιν εγερθη απο των εσχατων της γης.
42 Arcum et scutum apprehendent :
crudeles sunt, et immisericordes :
vox eorum quasi mare sonabit,
et super equos ascendent,
sicut vir paratus ad prælium contra te, filia Babylon.
42 Τοξον και λογχην θελουσι κρατει? ειναι σκληροι και ανιλεοι? η φωνη αυτων ηχει ως θαλασσα, και επιβαινουσιν επι ιππους, παρατεταγμενοι ως ανδρες εις πολεμον, εναντιον σου, θυγατηρ Βαβυλωνος.
43 Audivit rex Babylonis famam eorum,
et dissolutæ sunt manus ejus :
angustia apprehendit eum,
dolor quasi parturientem.
43 Ηκουσεν ο βαιλευς της Βαβυλωνος την φημην αυτων και αι χειρες αυτου παρελυθησαν? στενοχωρια συνελαβεν αυτον, ωδινες ως τικτουσης.
44 Ecce quasi leo ascendet,
de superbia Jordanis ad pulchritudinem robustam,
quia subito currere faciam eum ad illam.
Et quis erit electus, quem præponam ei ?
quis est enim similis mei ?
et quis sustinebit me ?
et quis est iste pastor, qui resistat vultui meo ?
44 Ιδου, θελει αναβη ως λεων απο του φρυαγματος του Ιορδανου εναντιον της κατοικιας του δυνατου? αλλ' εγω ταχεως θελω εκδιωξει αυτους απ' αυτης? και οστις ειναι ο εκλεκτος σου, τουτον θελω καταστησει επ' αυτην? διοτι τις ομοιος μου; και τις θελει αντισταθη εις εμε; και τις ειναι ο ποιμην εκεινος, οστις θελει σταθη κατα προσωπον μου;
45 Propterea audite consilium Domini
quod mente concepit adversum Babylonem,
et cogitationes ejus
quas cogitavit super terram Chaldæorum :
nisi detraxerint eos parvuli gregum,
nisi dissipatum fuerit cum ipsis habitaculum eorum.
45 Δια τουτο ακουσατε την βουλην του Κυριου, την οποιαν εβουλευθη κατα της Βαβυλωνος, και τους λογισμους αυτου, τους οποιους ελογισθη κατα της γης των Χαλδαιων? εξαπαντος και τα ελαχιστα του ποιμνιου θελουσι κατασυρει αυτους? εξαπαντος η κατοικια αυτων θελει ερημωθη μετ' αυτων.
46 A voce captivitatis Babylonis commota est terra,
et clamor inter gentes auditus est.
46 Απο του ηχου της αλωσεως της Βαβυλωνος εσεισθη η γη, και η κραυγη ηκουσθη εν τοις εθνεσι.