Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Jeremiæ 15


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Et dixit Dominus ad me : Si steterit Moyses et Samuel coram me,
non est anima mea ad populum istum :
ejice illos a facie mea, et egrediantur.
1 Και ειπε Κυριος προς εμε, Και αν ο Μωυσης και ο Σαμουηλ ισταντο ενωπιον μου, η ψυχη μου δεν ηθελεν εισθαι υπερ του λαου τουτου? αποδιωξον αυτους απ' εμπροσθεν μου και ας εξελθωσι.
2 Quod si dixerint ad te : Quo egrediemur ?
dices ad eos : Hæc dicit Dominus :
Qui ad mortem, ad mortem,
et qui ad gladium, ad gladium,
et qui ad famem, ad famem,
et qui ad captivitatem, ad captivitatem.
2 Και εαν ειπωσι προς σε, Που θελομεν εξελθει; τοτε θελεις ειπει προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος? Οσοι ειναι δια τον θανατον, εις θανατον? και οσοι δια την μαχαιραν, εις μαχαιραν? και οσοι δια την πειναν, εις πειναν? και οσοι δια την αιχμαλωσιαν, εις αιχμαλωσιαν.
3 Et visitabo super eos quatuor species, dicit Dominus :
gladium ad occisionem,
et canes ad lacerandum,
et volatilia cæli et bestias terræ
ad devorandum et dissipandum.
3 Και θελω επιφερει επ' αυτους τεσσαρα ειδη, λεγει Κυριος? την μαχαιραν δια σφαγην, και τους κυνας δια σπαραγμον, και τα πετεινα του ουρανου, και τα θηρια της γης, δια να καταφαγωσι και να αφανισωσι.
4 Et dabo eos in fervorem universis regnis terræ,
propter Manassen filium Ezechiæ regis Juda,
super omnibus quæ fecit in Jerusalem.
4 Και θελω παραδωσει αυτους εις διασποραν εν πασι τοις βασιλειοις της γης? εξ αιτιας του Μανασση, υιου Εζεκιου βασιλεως του Ιουδα, δι' οσα επραξεν εν Ιερουσαλημ.
5 Quis enim miserebitur tui, Jerusalem,
aut quis contristabitur pro te ?
aut quis ibit ad rogandum pro pace tua ?
5 Διοτι τις θελει σε οικτειρει, Ιερουσαλημ; η τις θελει σε συλλυπηθη; η τις θελει στραφη δια να ερωτηση, Πως εχεις;
6 Tu reliquisti me, dicit Dominus ;
retrorsum abiisti :
et extendam manum meam super te, et interficiam te :
laboravi rogans.
6 Συ με εγκατελιπες, λεγει Κυριος, υπηγες εις τα οπισω? δια τουτο θελω εκτεινει την χειρα μου επι σε και θελω σε αφανισει? απεκαμον ελεων.
7 Et dispergam eos ventilabro in portis terræ :
interfeci et disperdidi populum meum,
et tamen a viis suis non sunt reversi.
7 Και θελω εκλικμησει αυτους με το λικμητηριον εν ταις πυλαις της γης? θελω ατεκνωσει αυτους, θελω αφανισει τον λαον μου, διοτι δεν επιστρεφουσιν απο των οδων αυτων.
8 Multiplicatæ sunt mihi viduæ ejus super arenam maris :
induxi eis super matrem adolescentis vastatorem meridie :
misi super civitates repente terrorem.
8 Αι χηραι αυτων επληθυνθησαν ενωπιον μου υπερ την αμμον της θαλασσης? εφερα επ' αυτους, επι τας μητερας των νεων, λεηλατην εν μεσημβρια? επεφερα επ' αυτας εξαιφνης ταραχας και τρομους.
9 Infirmata est quæ peperit septem ;
defecit anima ejus :
occidit ei sol cum adhuc esset dies :
confusa est, et erubuit :
et residuos ejus in gladium dabo
in conspectu inimicorum eorum, ait Dominus.
9 Εκεινη, ητις εγεννησεν επτα, απεκαμε, παρεδωκε το πνευμα? ο ηλιος αυτης εδυσεν, ενω, ητο ετι ημερα? κατησχυνθη και εταραχθη? το δε υπολοιπον αυτων θελω παραδωσει εις την μαχαιραν εμπροσθεν των εχθρων αυτων, λεγει Κυριος.
10 Væ mihi, mater mea ! quare genuisti me,
virum rixæ, virum discordiæ in universa terra ?
Non fœneravi, nec fœneravit mihi quisquam :
omnes maledicunt mihi.
10 Ουαι εις εμε, μητερ μου, διοτι εγεννησας εμε ανδρα εριδος και ανδρα φιλονεικιας μεθ' ολης της γης. Ουτε ετοκισα ουτε με ετοκισαν? και ομως πας τις εξ αυτων με καταραται.
11 Dicit Dominus : Si non reliquiæ tuæ in bonum,
si non occurri tibi in tempore afflictionis,
et in tempore tribulationis adversus inimicum.
11 Ο Κυριος λεγει, Βεβαιως το υπολοιπον σου θελει εισθαι καλον? βεβαιως θελω μεσιτευσει υπερ σου προς τον εχθρον εν καιρω συμφορας και εν καιρω θλιψεως.
12 Numquid fœderabitur ferrum ferro ab aquilone, et æs ?
12 Ο σιδηρος θελει συντριψει τον σιδηρον του βορρα και τον χαλκον;
13 Divitias tuas et thesauros tuos in direptionem dabo gratis,
in omnibus peccatis tuis, et in omnibus terminis tuis.
13 Τα υπαρχοντα σου και τους θησαυρους σου θελω παραδωσει εις λεηλασιαν ανευ ανταλλαγματος, και τουτο δια πασας τας αμαρτιας σου και κατα παντα τα ορια σου.
14 Et adducam inimicos tuos de terra quam nescis,
quia ignis succensus est in furore meo :
super vos ardebit.
14 Και θελω σε περασει μετα των εχθρων σου εις τοπον τον οποιον δεν γνωριζεις? διοτι πυρ εξηφθη εν τω θυμω μου, το οποιον θελει εκκαυθη καθ' υμων.
15 Tu scis, Domine : recordare mei, et visita me,
et tuere me ab his qui persequuntur me.
Noli in patientia tua suscipere me :
scito quoniam sustinui propter te opprobrium.
15 Συ, Κυριε, γνωριζεις? ενθυμηθητι με και επισκεψαι με και εκδικησον με απο των καταδιωκοντων με? μη με αρπασης εν τη μακροθυμια σου? γνωρισον οτι δια σε υπεφερα ονειδισμον.
16 Inventi sunt sermones tui, et comedi eos :
et factum est mihi verbum tuum in gaudium
et in lætitiam cordis mei,
quoniam invocatum est nomen tuum super me,
Domine Deus exercituum.
16 Καθως ευρεθησαν οι λογοι σου, κατεφαγον αυτους? και ο λογος σου ητο εν εμοι χαρα και αγαλλιασις της καρδιας μου? διοτι το ονομα σου εκληθη επ' εμε, Κυριε Θεε των δυναμεων.
17 Non sedi in concilio ludentium,
et gloriatus sum a facie manus tuæ :
solus sedebam, quoniam comminatione replesti me.
17 Δεν εκαθησα εν συνεδριω χλευαστων και συνευφρανθην? εκαθησα μονος εξ αιτιας της χειρος σου? διοτι συ με ενεπλησας αδημονιας.
18 Quare factus est dolor meus perpetuus,
et plaga mea desperabilis renuit curari ?
facta est mihi quasi mendacium aquarum infidelium.
18 Δια τι ο πονος μου ειναι παντοτεινος και η πληγη μου ανιατος, μη θελουσα να ιατρευθη; θελεις εισθαι διολου εις εμε ως ψευστης και ως υδατα απατηλα;
19 Propter hoc hæc dicit Dominus :
Si converteris, convertam te,
et ante faciem meam stabis :
et si separaveris pretiosum a vili,
quasi os meum eris :
convertentur ipsi ad te,
et tu non converteris ad eos.
19 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος? Εαν επιστρεψης, τοτε θελω σε αποκαταστησει παλιν, και θελεις ιστασθαι ενωπιον μου? και εαν αποχωρισης το τιμιον απο του αχρειου, θελεις εισθαι ως το στομα μου? αυτοι ας επιστρεψωσι προς σε, αλλα συ με επιστρεψης προς αυτους.
20 Et dabo te populo huic in murum æreum fortem :
et bellabunt adversum te, et non prævalebunt,
quia ego tecum sum ut salvem te, et eruam te, dicit Dominus :
20 Και θελω σε καμει προς τουτον τον λαον οχυρον χαλκουν τειχος? και θελουσι σε πολεμησει, αλλα δεν θελουσιν υπερισχυσει εναντιον σου, διοτι εγω ειμαι μετα σου δια να σε σωζω και να σε ελευθερονω, λεγει Κυριος.
21 et liberabo te de manu pessimorum,
et redimam te de manu fortium.
21 Και θελω σε ελευθερωσει εκ της χειρος των πονηρων και θελω σε λυτρωσει εκ της χειρος των καταδυναστευοντων.