Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Isaiæ 28


font
VULGATALXX
1 Væ coronæ superbiæ, ebriis Ephraim,
et flori decidenti, gloriæ exsultationis ejus,
qui erant in vertice vallis pinguissimæ,
errantes a vino.
1 ουαι τω στεφανω της υβρεως οι μισθωτοι εφραιμ το ανθος το εκπεσον εκ της δοξης επι της κορυφης του ορους του παχεος οι μεθυοντες ανευ οινου
2 Ecce validus et fortis Dominus
sicut impetus grandinis ; turbo confringens,
sicut impetus aquarum multarum inundantium
et emissarum super terram spatiosam.
2 ιδου ισχυρον και σκληρον ο θυμος κυριου ως χαλαζα καταφερομενη ουκ εχουσα σκεπην βια καταφερομενη ως υδατος πολυ πληθος συρον χωραν τη γη ποιησει αναπαυσιν ταις χερσιν
3 Pedibus conculcabitur
corona superbiæ ebriorum Ephraim.
3 και τοις ποσιν καταπατηθησεται ο στεφανος της υβρεως οι μισθωτοι του εφραιμ
4 Et erit flos decidens gloriæ exsultationis ejus,
qui est super verticem vallis pinguium,
quasi temporaneum ante maturitatem autumni,
quod, cum aspexerit videns,
statim ut manu tenuerit, devorabit illud.
4 και εσται το ανθος το εκπεσον της ελπιδος της δοξης επ' ακρου του ορους του υψηλου ως προδρομος συκου ο ιδων αυτο πριν η εις την χειρα αυτου λαβειν θελησει αυτο καταπιειν
5 In die illa erit Dominus exercituum corona gloriæ,
et sertum exsultationis residuo populi sui ;
5 τη ημερα εκεινη εσται κυριος σαβαωθ ο στεφανος της ελπιδος ο πλακεις της δοξης τω καταλειφθεντι μου λαω
6 et spiritus judicii sedenti super judicium,
et fortitudo revertentibus de bello ad portam.
6 καταλειφθησονται επι πνευματι κρισεως επι κρισιν και ισχυν κωλυων ανελειν
7 Verum hi quoque præ vino nescierunt, et præ ebrietate erraverunt ;
sacerdos et propheta nescierunt præ ebrietate ;
absorpti sunt a vino, erraverunt in ebrietate,
nescierunt videntem, ignoraverunt judicium.
7 ουτοι γαρ οινω πεπλανημενοι εισιν επλανηθησαν δια το σικερα ιερευς και προφητης εξεστησαν δια τον οινον εσεισθησαν απο της μεθης του σικερα επλανηθησαν τουτ' εστι φασμα
8 Omnes enim mensæ repletæ sunt vomitu sordiumque,
ita ut non esset ultra locus.
8 αρα εδεται ταυτην την βουλην αυτη γαρ η βουλη ενεκεν πλεονεξιας
9 Quem docebit scientiam ?
et quem intelligere faciet auditum ?
Ablactatos a lacte,
avulsos ab uberibus.
9 τινι ανηγγειλαμεν κακα και τινι ανηγγειλαμεν αγγελιαν οι απογεγαλακτισμενοι απο γαλακτος οι απεσπασμενοι απο μαστου
10 Quia manda, remanda ; manda, remanda ;
exspecta, reexspecta ; exspecta, reexspecta ;
modicum ibi, modicum ibi.
10 θλιψιν επι θλιψιν προσδεχου ελπιδα επ' ελπιδι ετι μικρον ετι μικρον
11 In loquela enim labii,
et lingua altera
loquetur ad populum istum.
11 δια φαυλισμον χειλεων δια γλωσσης ετερας οτι λαλησουσιν τω λαω τουτω
12 Cui dixit : Hæc est requies mea,
reficite lassum ;
et hoc est meum refrigerium :
et noluerunt audire.
12 λεγοντες αυτω τουτο το αναπαυμα τω πεινωντι και τουτο το συντριμμα και ουκ ηθελησαν ακουειν
13 Et erit eis verbum Domini :
Manda, remanda ; manda, remanda ;
exspecta, reexspecta ; exspecta, reexspecta ;
modicum ibi, modicum ibi ;
ut vadant, et cadant retrorsum,
et conterantur, et illaqueentur, et capiantur.
13 και εσται αυτοις το λογιον κυριου του θεου θλιψις επι θλιψιν ελπις επ' ελπιδι ετι μικρον ετι μικρον ινα πορευθωσιν και πεσωσιν εις τα οπισω και κινδυνευσουσιν και συντριβησονται και αλωσονται
14 Propter hoc audite verbum Domini, viri illusores,
qui dominamini super populum meum, qui est in Jerusalem.
14 δια τουτο ακουσατε λογον κυριου ανδρες τεθλιμμενοι και αρχοντες του λαου τουτου του εν ιερουσαλημ
15 Dixistis enim : Percussimus fœdus cum morte,
et cum inferno fecimus pactum :
flagellum inundans cum transierit, non veniet super nos
quia posuimus mendacium spem nostram,
et mendacio protecti sumus.
15 οτι ειπατε εποιησαμεν διαθηκην μετα του αδου και μετα του θανατου συνθηκας καταιγις φερομενη εαν παρελθη ου μη ελθη εφ' ημας εθηκαμεν ψευδος την ελπιδα ημων και τω ψευδει σκεπασθησομεθα
16 Idcirco hæc dicit Dominus Deus :
Ecce ego mittam in fundamentis Sion lapidem,
lapidem probatum,
angularem, pretiosum, in fundamento fundatum ;
qui crediderit, non festinet.
16 δια τουτο ουτως λεγει κυριος ιδου εγω εμβαλω εις τα θεμελια σιων λιθον πολυτελη εκλεκτον ακρογωνιαιον εντιμον εις τα θεμελια αυτης και ο πιστευων επ' αυτω ου μη καταισχυνθη
17 Et ponam in pondere judicium,
et justitiam in mensura ;
et subvertet grando spem mendacii,
et protectionem aquæ inundabunt.
17 και θησω κρισιν εις ελπιδα η δε ελεημοσυνη μου εις σταθμους και οι πεποιθοτες ματην ψευδει οτι ου μη παρελθη υμας καταιγις
18 Et delebitur fœdus vestrum cum morte,
et pactum vestrum cum inferno non stabit :
flagellum inundans cum transierit, eritis ei in conculcationem.
18 μη και αφελη υμων την διαθηκην του θανατου και η ελπις υμων η προς τον αδην ου μη εμμεινη καταιγις φερομενη εαν επελθη εσεσθε αυτη εις καταπατημα
19 Quandocumque pertransierit, tollet vos,
quoniam in mane diluculo pertransibit in die et in nocte ;
et tantummodo sola vexatio intellectum dabit auditui.
19 οταν παρελθη λημψεται υμας πρωι πρωι παρελευσεται ημερας και εν νυκτι εσται ελπις πονηρα μαθετε ακουειν
20 Coangustatum est enim stratum, ita ut alter decidat ;
et pallium breve utrumque operire non potest.
20 στενοχωρουμενοι ου δυναμεθα μαχεσθαι αυτοι δε ασθενουμεν του ημας συναχθηναι
21 Sicut enim in monte divisionum stabit Dominus ;
sicut in valle quæ est in Gabaon irascetur,
ut faciat opus suum, alienum opus ejus :
ut operetur opus suum, peregrinum est opus ejus ab eo.
21 ωσπερ ορος ασεβων αναστησεται και εσται εν τη φαραγγι γαβαων μετα θυμου ποιησει τα εργα αυτου πικριας εργον ο δε θυμος αυτου αλλοτριως χρησεται και η πικρια αυτου αλλοτρια
22 Et nunc nolite illudere,
ne forte constringantur vincula vestra ;
consummationem enim et abbreviationem audivi
a Domino Deo exercituum, super universam terram.
22 και υμεις μη ευφρανθειητε μηδε ισχυσατωσαν υμων οι δεσμοι διοτι συντετελεσμενα και συντετμημενα πραγματα ηκουσα παρα κυριου σαβαωθ α ποιησει επι πασαν την γην
23 Auribus percipite, et audite vocem meam :
attendite, et audite eloquium meum.
23 ενωτιζεσθε και ακουετε της φωνης μου προσεχετε και ακουετε τους λογους μου
24 Numquid tota die arabit arans ut serat ?
proscindet et sarriet humum suam ?
24 μη ολην την ημεραν μελλει ο αροτριων αροτριαν η σπορον προετοιμασει πριν εργασασθαι την γην
25 Nonne cum adæquaverit faciem ejus,
seret gith et cyminum sparget ?
et ponet triticum per ordinem, et hordeum,
et milium, et viciam in finibus suis ?
25 ουχ οταν ομαλιση αυτης το προσωπον τοτε σπειρει μικρον μελανθιον και κυμινον και παλιν σπειρει πυρον και κριθην και ζεαν εν τοις οριοις σου
26 Et erudiet illum in judicio ;
Deus suus docebit illum.
26 και παιδευθηση κριματι θεου σου και ευφρανθηση
27 Non enim in serris triturabitur gith,
nec rota plaustri super cyminum circuibit ;
sed in virga excutietur gith,
et cyminum in baculo.
27 ου γαρ μετα σκληροτητος καθαιρεται το μελανθιον ουδε τροχος αμαξης περιαξει επι το κυμινον αλλα ραβδω εκτινασσεται το μελανθιον το δε κυμινον
28 Panis autem comminuetur ;
verum non in perpetuum triturans triturabit illum,
neque vexabit eum rota plaustri,
neque ungulis suis comminuet eum.
28 μετα αρτου βρωθησεται ου γαρ εις τον αιωνα εγω υμιν οργισθησομαι ουδε φωνη της πικριας μου καταπατησει υμας
29 Et hoc a Domino Deo exercituum exivit,
ut mirabile faceret consilium, et magnificaret justitiam.
29 και ταυτα παρα κυριου σαβαωθ εξηλθεν τα τερατα βουλευσασθε υψωσατε ματαιαν παρακλησιν