1 Ανθρωπος οστις ελεγχομενος σκληρυνει τον τραχηλον, εξαιφνης θελει αφανισθη και χωρις ιασεως. | 1 He, that being often reproved hardeneth his neck, shall suddenly be destroyed, and that without remedy. |
2 Οταν οι δικαιοι μεγαλυνθωσιν, ο λαος ευφραινεται? αλλ' οταν ο ασεβης εξουσιαζη, στεναζει ο λαος. | 2 When the righteous are in authority, the people rejoice: but when the wicked beareth rule, the people mourn. |
3 Οστις αγαπα την σοφιαν, ευφραινει τον πατερα αυτου? αλλ' οστις συναναστρεφεται με πορνας, φθειρει την περιουσιαν αυτου. | 3 Whoso loveth wisdom rejoiceth his father: but he that keepeth company with harlots spendeth his substance. |
4 Ο βασιλευς δια της δικαιοσυνης στερεονει τον τοπον? αλλ' ο δωροληπτης καταστρεφει αυτον. | 4 The king by judgment establisheth the land: but he that receiveth gifts overthroweth it. |
5 Ο ανθρωπος οστις κολακευει τον πλησιον αυτου, εκτεινει δικτυον εμπροσθεν των βηματων αυτου. | 5 A man that flattereth his neighbour spreadeth a net for his feet. |
6 Ο κακος ανθρωπος παγιδευεται εν τη ανομια? αλλ' ο δικαιος ψαλλει και ευφραινεται. | 6 In the transgression of an evil man there is a snare: but the righteous doth sing and rejoice. |
7 Ο δικαιος λαμβανει γνωσιν της κρισεως των πενητων? ο ασεβης δεν νοει γνωσιν. | 7 The righteous considereth the cause of the poor: but the wicked regardeth not to know it. |
8 Οι χλευασται ανθρωποι καταφλεγουσι την πολιν? αλλ' οι σοφοι αποστρεφουσι την οργην. | 8 Scornful men bring a city into a snare: but wise men turn away wrath. |
9 Ο σοφος ανθρωπος, διαφερομενος μετα του αφρονος ανθρωπου, ειτε οργιζεται, ειτε γελα, δεν ευρισκει αναπαυσιν. | 9 If a wise man contendeth with a foolish man, whether he rage or laugh, there is no rest. |
10 Οι ανδρες των αιματων μισουσι τον αμεμπτον? αλλ' οι ευθεις εκζητουσι την ζωην αυτου. | 10 The bloodthirsty hate the upright: but the just seek his soul. |
11 Ο αφρων εκθετει ολην αυτου την ψυχην? ο δε σοφος αναχαιτιζει αυτην εις τα οπισω. | 11 A fool uttereth all his mind: but a wise man keepeth it in till afterwards. |
12 Εαν ο διοικητης προσεχη εις λογους ψευδεις, παντες οι υπηρεται αυτου γινονται ασεβεις. | 12 If a ruler hearken to lies, all his servants are wicked. |
13 Πενης και δανειστης συναπαντωνται? ο Κυριος φωτιζει αμφοτερων τους οφθαλμους. | 13 The poor and the deceitful man meet together: the LORD lighteneth both their eyes. |
14 Βασιλεως κρινοντος τους πτωχους εν αληθεια, ο θρονος αυτου θελει στερεωθη διαπαντος. | 14 The king that faithfully judgeth the poor, his throne shall be established for ever. |
15 Η ραβδος και ο ελεγχος διδουσι σοφιαν? παιδιον δε απολελυμενον καταισχυνει την μητερα αυτου. | 15 The rod and reproof give wisdom: but a child left to himself bringeth his mother to shame. |
16 Οταν οι ασεβεις πληθυνωνται, η ανομια περισσευει? αλλ' οι δικαιοι θελουσιν ιδει την πτωσιν αυτων. | 16 When the wicked are multiplied, transgression increaseth: but the righteous shall see their fall. |
17 Παιδευε τον υιον σου και θελει φερει αναπαυσιν εις σε? και θελει φερει ηδονην εις την ψυχην σου. | 17 Correct thy son, and he shall give thee rest; yea, he shall give delight unto thy soul. |
18 Οπου δεν υπαρχει ορασις, ο λαος διαφθειρεται? ειναι δε μακαριος ο φυλαττων τον νομον. | 18 Where there is no vision, the people perish: but he that keepeth the law, happy is he. |
19 Ο δουλος δια λογων δεν θελει διορθωθη? επειδη καταλαμβανει μεν, αλλα δεν υπακουει. | 19 A servant will not be corrected by words: for though he understand he will not answer. |
20 Ειδες ανθρωπον ταχυν εις τους λογους αυτου; περισσοτερα ελπις ειναι εκ του αφρονος παρα εξ αυτου. | 20 Seest thou a man that is hasty in his words? there is more hope of a fool than of him. |
21 Εαν τις ανατρεφη παιδιοθεν τον δουλον αυτου τρυφηλως, τελος παντων θελει κατασταθη υιος. | 21 He that delicately bringeth up his servant from a child shall have him become his son at the length. |
22 Ο θυμωδης ανθρωπος εξαπτει εριδα, και ο οργιλος ανθρωπος πληθυνει ανομιας. | 22 An angry man stirreth up strife, and a furious man aboundeth in transgression. |
23 Η υπερηφανια του ανθρωπου θελει ταπεινωσει αυτον? ο δε ταπεινοφρων απολαμβανει τιμην. | 23 A man's pride shall bring him low: but honour shall uphold the humble in spirit. |
24 Ο συμμεριστης του κλεπτου μισει την εαυτου ψυχην? ακουει τον ορκον και δεν ομολογει. | 24 Whoso is partner with a thief hateth his own soul: he heareth cursing, and bewrayeth it not. |
25 Ο φοβος του ανθρωπου στηνει παγιδα? ο δε πεποιθως επι Κυριον θελει εισθαι εν ασφαλεια. | 25 The fear of man bringeth a snare: but whoso putteth his trust in the LORD shall be safe. |
26 Πολλοι ζητουσι το προσωπον του ηγεμονος? αλλ' η του ανθρωπου κρισις ειναι παρα Κυριου. | 26 Many seek the ruler's favour; but every man's judgment cometh from the LORD. |
27 Ο αδικος ανθρωπος ειναι βδελυγμα εις τους δικαιους? και ο ευθυς εις την οδον αυτου, βδελυγμα εις τους ασεβεις. | 27 An unjust man is an abomination to the just: and he that is upright in the way is abomination to the wicked. |