1 - Quando sederai commensale di qualche signore, sta' attento a ciò che ti vien posto dinanzi. | 1 Οταν καθησης να φαγης μετα αρχοντος, παρατηρει επιμελως τα παρατιθεμενα εμπροσθεν σου? |
2 E mettiti il coltello in gola, se pure hai la padronanza dei tuoi sentimenti. | 2 και βαλε μαχαιραν εις τον λαιμον σου, εαν ησαι αδηφαγος? |
3 Non essere ingordo delle sue vivande, esse sono cibo traditore. | 3 μη επιθυμει τα εδεσματα αυτου? διοτι ταυτα ειναι τροφη δολιοτητος. |
4 Non t'affannare per ammassar ricchezze, e moderati nelle tue speculazioni. | 4 Μη μεριμνα δια να γεινης πλουσιος? απεχε απο της σοφιας σου. |
5 Non alzar gli sguardi alle ricchezze che non puoi avere, perchè metteranno le ali come le aquile e voleranno per aria. | 5 Θελεις επιστησει τους οφθαλμους σου εις το μη υπαρχον; διοτι ο πλουτος κατασκευαζει βεβαιως εις εαυτον πτερυγας ως αετου και πετα προς τον ουρανον. |
6 Non andar a mensa dall'uomo invidioso, e non agognare le sue vivande; | 6 Μη τρωγε τον αρτον του φθονερου, μηδε επιθυμει τα εδεσματα αυτου? |
7 poichè esso a guisa di un indovino e d'un maliardo, calcola di scoprir terreno.«Mangia e bevi» ti dirà, ma l'animo suo non è con te. | 7 διοτι καθως φρονει εν τη ψυχη αυτου, τοιουτος ειναι? φαγε και πιε, λεγει προς σε? αλλ' η καρδια αυτου δεν ειναι μετα σου. |
8 I bocconi che mangiasti li avrai a rivomitare e avrai sprecato i tuoi detti piacevoli. | 8 Το ψωμιον, το οποιον εφαγες, θελεις εξεμεσει και θελεις χασει τας γλυκειας συνομιλιας σου. |
9 Alle orecchie dello stolto, non parlare, perchè sprezzerà il senno delle tue parole. | 9 Μη λαλει εις τα ωτα του αφρονος? διοτι θελει καταφρονησει την σοφιαν των λογων σου. |
10 Non toccare i termini del pupillo e non penetrare nel podere dell'orfano. | 10 Μη μετακινει ορια αρχαια? και μη εισελθης εις τους αγρους των ορφανων? |
11 Il loro tutore è uno valente egli difenderà contro di te la loro causa. | 11 διοτι ο Λυτρωτης αυτων ειναι ισχυρος? αυτος θελει εκδικασει την δικην αυτων εναντιον σου. |
12 Applica il tuo cuore alla dottrina e le tue orecchie alle parole della scienza. | 12 Προσκολλησον την καρδιαν σου εις την παιδειαν και τα ωτα σου εις τους λογους της γνωσεως. |
13 Non sottrarre il fanciullo alla disciplina, se anche l'avrai percosso con la verga, non morrà. | 13 Μη φειδου να παιδευης το παιδιον? διοτι εαν κτυπησης αυτο δια της ραβδου, δεν θελει αποθανει? |
14 Tu lo picchierai con la verga, ma lo scamperai dall'inferno. | 14 συ κτυπων αυτο δια της ραβδου, θελεις ελευθερωσει την ψυχην αυτου εκ του αδου. |
15 Figliuol mio, se l'animo tuo sarà saggio, teco si rallegrerà il cuore altresì a me, | 15 Υιε μου, εαν η καρδια σου γεινη σοφη, θελει ευφραινεσθαι και η καρδια εμου? |
16 e le mie viscere esulterannoalle parole delle tue labbra piene di rettitudine. | 16 και τα νεφρα μου θελουσιν αγαλλεσθαι, οταν τα χειλη σου λαλωσιν ορθα. |
17 Il cuor tuo non invidi la sorte dei peccatori; sia anzi nel timor di Dio tutto il dì, | 17 Ας μη ζηλευη η καρδια σου τους αμαρτωλους? αλλ' εσο εν τω φοβω του Κυριου ολην την ημεραν? |
18 poichè avrai una speranza nell'avvenire e la tua aspettazione non sarà delusa. | 18 διοτι βεβαιως ειναι αμοιβη, και η ελπις σου δεν θελει εκκοπη. |
19 Ascolta, figliuol mio, e sii saggio, e istrada diritto il cuor tuo. | 19 Ακουε συ, υιε μου, και γινου σοφος, και κατευθυνε την καρδιαν σου εις την οδον. |
20 Non frequentare i conviti dei bevitorinè le gozzoviglie dei mangiatori di carne a scialo; | 20 Μη εσο μεταξυ οινοποτων, μεταξυ κρεοφαγων ασωτων? |
21 perchè quei che spendono il tempo e lo scotto a bere, immiseriscono, e la sonnolenza vestirà di cenci. | 21 διοτι ο μεθυσος και ο ασωτος θελουσι πτωχευσει? και ο υπνωδης θελει ενδυθη ρακη. |
22 Ascolta tuo padre ch'è quegli che t'ha generato e non sprezzare tua madre, perchè vecchia. | 22 Υπακουε εις τον πατερα σου, οστις σε εγεννησε? και μη καταφρονει την μητερα σου, οταν γηραση. |
23 Acquista la verità e non venderela saggezza, la dottrina e l'intelligenza. | 23 Αγοραζε την αληθειαν και μη πωλει? την σοφιαν και την παιδειαν και την συνεσιν. |
24 Immensamente esulta il padre del giusto, chi generò un saggio, avrà letizia in esso. | 24 Ο πατηρ του δικαιου θελει χαρη σφοδρα? και οστις γεννα σοφον υιον, θελει ευφραινεσθαι εις αυτον. |
25 Possa gioire e tuo padre e tua madre, anzi tripudiare colei ch'è tua genitrice. | 25 Ο πατηρ σου και η μητηρ σου θελουσιν ευφραινεσθαι? μαλιστα εκεινη, ητις σε εγεννησε, θελει χαιρει. |
26 O figlio mio, il cuor tuo dallo a me ed i tuoi occhi stian fissi nelle mie vie, | 26 Υιε μου, δος την καρδιαν σου εις εμε, και ας προσεχωσιν οι οφθαλμοι σου εις τας οδους μου? |
27 perchè una fossa profonda è la meretrice e la donna d'altri un angusto pozzo, | 27 διοτι η πορνη ειναι λακκος βαθυς? και η αλλοτρια γυνη στενον φρεαρ. |
28 si pone in agguato sulla via come un ladro e quelli che vede incauti, li uccide. | 28 Αυτη προσετι ενεδρευει ως ληστης και πληθυνει τους παραβατας μεταξυ των ανθρωπων. |
29 Per chi i guai? pel padre di chi gli «ahi»? per chi le baruffe? per chi gli stramazzoni? per chi le percosse per un nonnulla? per chi l'appannamento degli occhi? | 29 Εις τινα ειναι ουαι; εις τινα στεναγμοι; εις τινα εριδες; εις τινα ματαιολογιαι; εις τινα κτυπηματα ανευ αιτιας; εις τινα φλογωσις οφθαλμων; |
30 Non sono forse per quelli che s'indugiano tra il vino, che sono assidui a tracannare bicchieri? | 30 Εις τους εγχρονιζοντας εν τω οινω? εις εκεινους οιτινες διαγουσιν ανιχνευοντες οινοποσιας. |
31 Non rimirare il vino quando biondo spuma, quando nel vetro il suo colore sfavilla. S'insinua soavemente, | 31 Μη θεωρει τον οινον οτι κοκκινιζει, οτι διδει το χρωμα αυτου εις το ποτηριον, οτι καταβαινει ευαρεστως. |
32 ma infine morderà come una serpe e diffonderà il suo veleno come una vipera. | 32 Εν τω τελει αυτου δακνει ως οφις και κεντρονει ως βασιλισκος? |
33 Gli occhi tuoi vedranno cose strane, e il tuo cuore parlerà alla rovescia; | 33 Οι οφθαλμοι σου θελουσι κυτταξει αλλοτριας γυναικας, και η καρδια σου θελει λαλησει αισχρα? |
34 e sarai come uno che dorme in alto mare e come un pilota assopito che ha perduto il timone. | 34 και θελεις εισθαι ως κοιμωμενος εν μεσω θαλασσης, και ως κοιτωμενος επι κορυφης, καταρτιου? |
35 Dirai: «Mi hanno bastonato, ma non sentii dolore, mi hanno strascinato ma e io non me ne accòrsi: quando mi sveglierò per cercar del vino ancora?». | 35 με ετυπτον, θελεις ειπει, και δεν επονεσα? με εδειραν, και δεν ησθανθην? ποτε θελω εγερθη, δια να υπαγω να ζητησω αυτον παλιν; |