Scrutatio

Sabato, 15 giugno 2024 - Santa Germana ( Letture di oggi)

Jób könyve 19


font
KÁLDI-NEOVULGÁTAGREEK BIBLE
1 És felelt Jób, és ezt mondta:1 Και απεκριθη ο Ιωβ και ειπεν?
2 »Meddig akarjátok keseríteni lelkemet, és meddig őröltök engem beszéddel?2 Εως ποτε θελετε θλιβει την ψυχην μου, και θελετε με κατασυντριβει με λογους;
3 Immár tízszer gyaláztok, és nem restelltek nyomorgatni engem.3 Δεκακις ηδη με ωνειδισατε? δεν αισχυνεσθε να σκληρυνησθε εναντιον μου;
4 Hisz ha tévedtem volna is, akkor is csak engem érintene tévedésem.4 Και εαν τωοντι εσφαλα, το σφαλμα μου μενει εν εμοι.
5 Ti azonban hivalkodtok velem szemben, és szememre vetitek gyalázatomat.5 Αλλ' εαν θελητε εξαπαντος να μεγαλυνθητε εναντιον μου, και να ριπτητε κατ' εμου το ονειδος μου,
6 Nos tudjátok meg tehát, hogy Isten meg nem érdemelt ítélettel sújtott engem, és vett engem körül ostoraival.6 μαθετε τωρα οτι ο Θεος με κατεστρεψε, και με περιεκυκλωσε με το δικτυον αυτου.
7 Ha kiáltom, hogy: ‘erőszak’! senki sem hallgat meg engem. Ha jajgatok, nincs aki igazságot tegyen.7 Ιδου, φωναζω, Αδικια? αλλα δεν εισακουομαι? επικαλουμαι, αλλ' ουδεμια κρισις.
8 Elkerítette utamat, és nem mehetek tovább, sötétséget borított ösvényemre.8 Εφραξε την οδον μου, και δεν δυναμαι να περασω, και εθεσε σκοτος εις τας τριβους μου.
9 Jóhíremből kivetkőztetett engem, és fejemről levette a koronát.9 Με εξεδυσε την δοξαν μου, και αφηρεσε τον στεφανον της κεφαλης μου.
10 Megrontott engem körös-körül, és oda vagyok, elvette reményemet, mint a kitépett fáét.10 Με ηφανισε πανταχοθεν, και χανομαι? και εξερριζωσε την ελπιδα μου ως δενδρον.
11 Haragja fellángolt ellenem, és ellenségei közé sorolt engem.11 Και εξηψε κατ' εμου τον θυμον αυτου, και με στοχαζεται ως εχθρον αυτου.
12 Együtt vonultak fel portyázó hadai, rajtam keresztül vették útjukat, és megszállták sátramat körös-körül.12 Τα ταγματα αυτου ηλθον ομου και ητοιμασαν την οδον αυτων εναντιον μου, και εστρατοπεδευσαν περιξ της σκηνης μου.
13 Messzire űzte tőlem testvéreimet: akik ismernek engem, elidegenedtek tőlem;13 Απεμακρυνεν απ' εμου τους αδελφους μου, και ηλλοτριωθησαν ολως απ' εμου οι γνωριμοι μου.
14 rokonaim elhagytak, és ismerőseim elfelejtettek;14 Οι πλησιον μου με αφηκαν, και οι γνωστοι μου με ελησμονησαν.
15 házam zsellérei és szolgálóim idegennek néznek, jöttment vagyok szemükben;15 Οι κατοικουντες εν τω οικω μου και αι θεραπαιναι μου με στοχαζονται ως ξενον? ξενος κατεσταθην εις τους οφθαλμους αυτων.
16 szólítom szolgámat és nem felel, és könyörgésre kell fognom szavamat;16 Καλω τον υπηρετην μου, και δεν αποκρινεται? με το στομα μου ικετευσα αυτον.
17 nőm undorodik a leheletemtől, bűzös vagyok tulajdon gyermekeim előtt;17 Η πνοη μου εγεινε ξενη εις την γυναικα μου, και αι παρακλησεις μου εις τα τεκνα της κοιλιας μου.
18 még a kisgyermekek is megvetnek; ha eltávozom tőlük, leszólnak engem;18 Και αυτα τα παιδαρια με κατεφρονησαν? εσηκωθην, και ελαλησαν εναντιον μου.
19 régi bizalmasaim undorodnak tőlem, s akit legjobban szerettem, ellenem fordult.19 Παντες οι μυστικοι φιλοι μου με εβδελυχθησαν? και εκεινοι, τους οποιους ηγαπησα, εστραφησαν εναντιον μου.
20 Húsom fölemésztődött, a bőr csontjaimra tapadt, és ínyem elsorvadt fogaim körül.20 Τα οστα μου εκολληθησαν εις το δερμα μου και εις την σαρκα μου και διεσωθην με το δερμα των οδοντων μου.
21 Szánjatok meg! Szánjatok meg legalább ti, barátaim! Mert az Úr keze érintett engem.21 Ελεησατε με, ελεησατε με, σεις φιλοι μου? διοτι χειρ Θεου με επληγωσε.
22 Miért üldöztök engem úgy, mint Isten, és mért nem tudtok betelni húsommal?22 Δια τι με κατατρεχετε ως ο Θεος, και δεν εχορτασθητε απο των σαρκων μου;
23 Bárcsak felírnák szavaimat, vajha könyvbe jegyeznék azokat,23 Ω και να εγραφοντο οι λογοι μου? να ενετυπουντο εν βιβλιω?
24 vas íróvesszővel ólomtáblára, vagy vésővel sziklába metszenék őket!24 να ενεχαραττοντο επι βραχον δια σιδηρας γραφιδος και μολυβδου διαπαντος
25 Mert tudom, hogy megváltóm él, s a végső napon felkelek a földről;25 Διοτι εξευρω οτι ζη ο Λυτρωτης μου, και θελει εγερθη εν τοις εσχατοις καιροις επι της γης?
26 és ismét körülvesz a bőröm, és saját testemben látom meg Istenemet;26 και αφου μετα το δερμα μου το σωμα τουτο φθαρη, παλιν με την σαρκα μου θελω ιδη τον Θεον?
27 én magam látom meg őt, és önnön szemem nézi őt, és nem más! E reményem van eltéve keblemben!27 τον οποιον αυτος εγω θελω ιδει, και θελουσι θεωρησει οι οφθαλμοι μου, και ουχι αλλος? οι νεφροι μου κατατηκονται εν τω κολπω μου.
28 Nos, miért mondjátok tehát: ‘Vegyük őt üldözőbe, hadd találjuk meg benne a dolog gyökerét!?’28 Αλλα σεις επρεπε να ειπητε, Δια τι κατατρεχομεν αυτον; επειδη η ριζα του πραγματος ευρισκεται εν εμοι.
29 Fussatok a kard éle elől, mert a kard a jogtalanság megtorlója, és tudjátok meg, hogy van ítélet!«29 Φοβηθητε την ρομφαιαν? διοτι η ρομφαια ειναι ο εκδικητης των ανομιων, δια να γνωρισητε οτι υπαρχει κρισις.