Salmi 44
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
DIODATI | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Maschil, dato al capo de’ Musici, de’ figliuoli di Core. O DIO, noi abbiamo udite colle nostre orecchie, I nostri padri ci hanno raccontate Le opere che tu operasti a’ dì loro, A’ dì antichi. | 1 Εις τον πρωτον μουσικον, δια τους υιους Κορε? Μασχιλ.>> Θεε, με τα ωτα ημων ηκουσαμεν, οι πατερες ημων διηγηθησαν προς ημας το εργον, το οποιον επραξας εν ταις ημεραις αυτων, εν ημεραις αρχαιαις. |
2 Tu, colla tua mano, scacciasti le genti, e piantasti i nostri padri; Tu disertasti le nazioni, e propagginasti i nostri padri. | 2 Συ δια της χειρος σου εξεδιωξας εθνη και εφυτευσας αυτους? κατεθλιψας λαους και απεδιωξας αυτους. |
3 Perciocchè essi non conquistarono il paese colla loro spada, E il braccio loro non li salvò; Anzi la tua destra, e il tuo braccio, e la luce del tuo volto; Perciocchè tu li gradivi. | 3 Διοτι δεν εκληρονομησαν την γην δια της ρομφαιας αυτων, και ο βραχιων αυτων δεν εσωσεν αυτους? αλλ' η δεξια σου και ο βραχιων σου και το φως του προσωπου σου? διοτι ευηρεστηθης εις αυτους. |
4 Tu, o Dio, sei lo stesso mio Re; Ordina le salvazioni di Giacobbe. | 4 Συ εισαι ο βασιλευς μου, Θεε, ο διοριζων τας σωτηριας του Ιακωβ. |
5 Per te noi cozzeremo i nostri nemici; Nel tuo Nome noi calpesteremo coloro che si levano contro a noi. | 5 Δια σου θελομεν καταβαλει τους εχθρους ημων? δια του ονοματος σου θελομεν καταπατησει τους επανισταμενους εφ' ημας? |
6 Perciocchè io non mi confido nel mio arco, E la mia spada non mi salverà. | 6 Διοτι δεν θελω ελπισει επι το τοξον ουδε η ρομφαια μου θελει με σωσει. |
7 Anzi tu ci salverai da’ nostri nemici, E renderai confusi quelli che ci odiano. | 7 Διοτι συ εσωσας ημας εκ των εχθρων ημων και κατησχυνας τους μισουντας ημας? |
8 Noi ci glorieremo tuttodì in Dio, E celebreremo il tuo Nome in perpetuo. Sela | 8 εις τον Θεον θελομεν καυχασθαι ολην την ημεραν, και το ονομα σου εις τον αιωνα θελομεν υμνει. Διαψαλμα. |
9 E pure tu ci hai scacciati, e ci hai svergognati; E non esci più co’ nostri eserciti. | 9 Ομως απεβαλες και κατησχυνας ημας, και δεν εξερχεσαι πλεον μετα των στρατευματων ημων. |
10 Tu ci hai fatto voltar le spalle dinanzi al nemico; E quelli che ci odiano ci hanno predati. | 10 Εκαμες ημας να στρεψωμεν εις τα οπισω εμπροσθεν του εχθρου? και οι μισουντες ημας διαρπαζουσι τα ημετερα εις εαυτους. |
11 Tu ci hai ridotti ad esser come pecore da mangiare; E ci hai dispersi fra le genti. | 11 Παρεδωκας ημας ως προβατα εις βρωσιν και εις τα εθνη διεσκορπισας ημας. |
12 Tu hai venduto il tuo popolo senza danari, E non hai fatto alcuno avanzo de’ lor prezzi. | 12 Επωλησας τον λαον σου ανευ τιμης, και δεν ηυξησας τον πλουτον σου εκ της πωλησεως αυτων. |
13 Tu ci hai posti in vituperio appresso i nostri vicini, In beffa, e in ischerno a quelli che stanno d’intorno a noi. | 13 Κατεστησας ημας ονειδος εις τους γειτονας ημων, καταγελων και χλευασμον εις τους περιξ ημων. |
14 Tu ci hai messi ad essere proverbiati fra le genti, Ed hai fatto che ci è scosso il capo contro fra i popoli. | 14 Κατεστησας ημας παροιμιαν μεταξυ των εθνων, κινησιν κεφαλης μεταξυ των λαων. |
15 Il mio vituperio è tuttodì davanti a me, E la vergogna della mia faccia mi ha coperto, | 15 Ολην την ημεραν η εντροπη μου ειναι ενωπιον μου, και η αισχυνη του προσωπου μου με εκαλυψε? |
16 Per la voce del vituperatore e dell’oltraggiatore; Per cagione del nemico e del vendicatore | 16 δια την φωνην του ονειδιζοντος και υβριζοντος? δια τον εχθρον και εκδικητην. |
17 Tutto questo ci è avvenuto, e non però ti abbiamo dimenticato, E non ci siam portati dislealmente contro al tuo patto. | 17 Παντα ταυτα ηλθον εφ' ημας, ομως δεν σε ελησμονησαμεν και δεν ηθετησαμεν την διαθηκην σου? |
18 Il cuor nostro non si è rivolto indietro, E i nostri passi non si sono sviati da’ tuoi sentieri; | 18 Ουδε εστραφη εις τα οπισω η καρδια ημων, ουδε εξεκλιναν τα βηματα ημων απο της οδου σου. |
19 Quantunque tu ci abbi tritati, e messi in luogo di sciacalli; E ci abbi coperti d’ombra di morte. | 19 Αν και συνετριψας ημας εν τω τοπω των δρακοντων και περιεκαλυψας ημας δια της σκιας του θανατου. |
20 Se noi avessimo dimenticato il Nome dell’Iddio nostro, Ed avessimo stese le mani ad alcun dio strano, | 20 Εαν ελησμονουμεν το ονομα του Θεου ημων και εξετεινομεν τας χειρας ημων εις Θεον αλλοτριον, |
21 Iddio non ne farebbe egli inchiesta? Conciossiachè egli conosca i segreti del cuore. | 21 ο Θεος δεν ηθελεν εξετασει τουτο; διοτι αυτος εξευρει τα κρυφια της καρδιας. |
22 Anzi, per cagion tua siamo uccisi tuttodì, Siam reputati come pecore da macello. | 22 Οτι ενεκα σου θανατουμεθα ολην την ημεραν? ελογισθημεν ως προβατα σφαγης. |
23 Risvegliati; perchè dormi, Signore? Destati, non iscacciarci in perpetuo. | 23 Εξεγερθητι, δια τι καθευδεις, Κυριε; εξεγερθητι, μη αποβαλης ημας διαπαντος. |
24 Perchè nascondi la tua faccia? Perchè dimentichi la nostra afflizione e la nostra oppressione? | 24 Δια τι κρυπτεις το προσωπον σου; λησμονεις την ταλαιπωριαν ημων και την καταδυναστευσιν ημων; |
25 Conciossiachè la nostra anima sia abbassata fin nella polvere, E il nostro ventre sia attaccato alla terra. | 25 Διοτι εταπεινωθη εως χωματος η ψυχη ημων? εκολληθη εις την γην η κοιλια ημων. |
26 Levati in nostro aiuto, E riscuotici, per amor della tua benignità | 26 Αναστηθι εις βοηθειαν ημων και λυτρωσον ημας ενεκεν του ελεους σου. |