Księga Psalmów 49
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
Biblia Tysiąclecia | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Kierownikowi chóru. Synów Koracha. Psalm. | 1 Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος δια τους υιους Κορε.>> Ακουσατε ταυτα, παντες οι λαοι? ακροασθητε, παντες οι κατοικοι της οικουμενης? |
2 Słuchajcie tego, wszystkiego narody, nakłońcie uszu, wszyscy, co świat zamieszkujecie, | 2 μικροι τε και μεγαλοι, πλουσιοι ομου και πενητες. |
3 wy, niscy pochodzeniem, tak samo jak możni, bogaty na równi z ubogim! | 3 Το στομα μου θελει λαλησει σοφιαν? και η μελετη της καρδιας μου ειναι συνεσις. |
4 Moje usta wypowiedzą mądrość, a rozmyślanie mego serca - roztropność. | 4 Θελω κλινει εις παραβολην το ωτιον μου? θελω εκθεσει εν κιθαρα το αινιγμα μου. |
5 Nakłonię mego ucha ku przypowieści, przy dźwięku liry wyjaśnię mą zagadkę. | 5 Δια τι να φοβωμαι εν ημεραις συμφορας, οταν με περικυκλωση η ανομια των ενεδρευοντων με; |
6 Dlaczego miałbym się trwożyć w dniach niedoli, gdy otacza mnie złość podstępnych, | 6 Οιτινες ελπιζουσιν εις τα αγαθα αυτων και καυχωνται εις το πληθος του πλουτου αυτων? |
7 którzy ufają swoim dostatkom i chełpią się z ogromu swych bogactw? | 7 ουδεις δυναται ποτε να εξαγοραση αδελφον, μηδε να δωση εις τον Θεον λυτρον δι' αυτον? |
8 Nikt bowiem siebie samego nie może wykupić ani nie uiści Bogu ceny swego wykupu | 8 διοτι πολυτιμος ειναι η απολυτρωσις της ψυχης αυτων, και ανευρητος διαπαντος, |
9 - jego życie jest zbyt kosztowne i nie zdarzy się to nigdy - | 9 ωστε να ζη αιωνιως, να μη ιδη διαφθοραν. |
10 by móc żyć na wieki i nie doznać zagłady. | 10 Διοτι βλεπει τους σοφους αποθνησκοντας, καθως και τον αφρονα και τον ανοητον απολλυμενους και καταλειποντας εις αλλους τα αγαθα αυτων. |
11 Każdy bowiem widzi: mędrcy umierają, tak jednakowo ginie głupi i prostak, zostawiając obcym swoje bogactwa. | 11 Ο εσωτερικος λογισμος αυτων ειναι οτι οι οικοι αυτων θελουσιν υπαρχει εις τον αιωνα, αι κατοικιαι αυτων εις γενεαν και γενεαν? ονομαζουσι τα υποστατικα αυτων με τα ιδια αυτων ονοματα. |
12 Groby są ich domami na wieki, ich mieszkaniem na wszystkie pokolenia, choć imionami swymi nazywali ziemie. | 12 Πλην ο ανθρωπος ο εν τιμη δεν διαμενει, ωμοιωθη με τα κτηνη τα φθειρομενα. |
13 Bo człowiek nie będzie trwał w dostatku, przyrównany jest do bydląt, które giną. | 13 Αυτη η οδος αυτων ειναι μωρια αυτων? και ομως οι απογονοι αυτων ηδυνονται εις τα λογια αυτων. Διαψαλμα. |
14 Taka jest droga tych, co ufność pokładają w sobie, i taka przyszłość miłośników własnej mowy. | 14 Ως προβατα εβληθησαν εις τον αδην? θανατος θελει ποιμανει αυτους? και οι ευθεις θελουσι κατακυριευσει αυτους το πρωι? η δε δυναμις αυτων θελει παλαιωθη εν τω αδη, αφου εκαστος αφηση την κατοικιαν αυτου. |
15 Do Szeolu są gnani jak owce, pasie ich śmierć, zejdą prosto do grobu, serca prawych zapanują nad nimi, rano zniknie ich postać, Szeol ich mieszkaniem. | 15 Αλλ' ο Θεος θελει λυτρωσει την ψυχην μου εκ χειρος αδου? διοτι θελει με δεχθη. Διαψαλμα. |
16 Lecz Bóg wyzwoli moją duszę z mocy Szeolu, bo mię zabierze. | 16 Μη φοβου οταν πλουτηση ανθρωπος, οταν αυξηση η δοξα της οικιας αυτου? |
17 Nie obawiaj się, jeśli ktoś się wzbogaci, jeżeli wzrośnie zamożność jego domu: | 17 διοτι εν τω θανατω αυτου, δεν θελει συμπαραλαβει ουδεν, ουδε θελει καταβη κατοπιν αυτου η δοξα αυτου. |
18 bo kiedy umrze, nic z sobą nie weźmie, a jego zamożność nie pójdzie za nim. | 18 Αν και ηυλογησε την ψυχην αυτου εν τη ζωη αυτου, και οι ανθρωποι θελωσι σε επαινει αγαθοποιουντα σεαυτον, |
19 I chociaż w życiu sobie pochlebia: Będą cię sławić, że dobrześ się urządził, | 19 Θελει υπαγει εις την γενεαν των πατερων αυτου? εις τον αιωνα δεν θελουσιν ιδει φως. |
20 musi iść do pokolenia swych przodków, do tych, co na wieki nie zobaczą światła. | 20 Ο ανθρωπος ο εν τιμη και μη εννοων ωμοιωθη με τα κτηνη τα φθειρομενα. |
21 Człowiek, co w dostatku żyje, ale się nie zastanawia, przyrównany jest do bydląt, które giną. |