Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo 13


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 In quel giorno poi Gesù uscito dalla casa stava a sedere alla riva del mare.1 Εν εκεινη δε τη ημερα εξελθων ο Ιησους απο της οικιας εκαθητο πλησιον της θαλασσης?
2 E si radunò intorno a lui gran turba di popolo; talmente che entrato in una barca vi si pose a sedere: e tutta la turba restò sul lido.2 και συνηχθησαν προς αυτον οχλοι πολλοι, ωστε εμβας εις το πλοιον εκαθητο, και πας ο οχλος ιστατο επι τον αιγιαλον.
3 E parlò ad essi di molte cose per via di parabole, dicendo: Ecco, che un seminatore andò per seminare.3 Και ελαλησε προς αυτους πολλα δια παραβολων, λεγων? Ιδου, εξηλθεν ο σπειρων δια να σπειρη.
4 E mentre egli spargeva il seme, cadde parte lungo la strada: e sopraggiunsero gli uccelli dell'aria, e lo mangiarono.4 Και ενω εσπειρεν, αλλα μεν επεσον παρα την οδον, και ηλθον τα πετεινα και κατεφαγον αυτα?
5 Parte cadde in luoghi sassosi, ove non avea molta terra: e subito spuntò fuora, perchè non avea profondità di terreno.5 αλλα δε επεσον επι τα πετρωδη, οπου δεν ειχον γην πολλην, και ευθυς ανεφυησαν, επειδη δεν ειχον βαθος γης,
6 Ma levatosi il sole lo infocò: e per non avere radice seccò.6 και οτε ανετειλεν ο ηλιος εκαυματισθησαν και επειδη δεν ειχον ριζαν εξηρανθησαν?
7 Un'altra parte cadde tra le spine: e crebber le spine, e lo suffocarono.7 αλλα δε επεσον επι τας ακανθας, και ανεβησαν αι ακανθαι και απεπνιξαν αυτα?
8 Un'altra finalmente cadde sopra una buona terra, e fruttificò, dove cento per uno, dove sessanta, e dove trenta.8 αλλα δε επεσον επι την γην την καλην και εδιδον καρπον το μεν εκατον, το δε εξηκοντα, το δε τριακοντα.
9 Chi ha orecchie da intendere, intenda.9 Ο εχων ωτα δια να ακουη, ας ακουη.
10 E accostatisi i suoi discepoli gli dissero: Per qual motivo parli tu adessi per via di parabole?10 Και προσελθοντες οι μαθηται, ειπον προς αυτον? Δια τι λαλεις προς αυτους δια παραβολων;
11 Ed ei rispondendo disse loro: Perchè a voi è concesso d'intendere i misterj del regno de' cieli; ma ad essi ciò non è stato concesso.11 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? Διοτι εις εσας εδοθη να γνωρισητε τα μυστηρια της βασιλειας των ουρανων, εις εκεινους ομως δεν εδοθη.
12 Imperocché a chi ha, sarà dato, e sarà nell'abbondanza; ma a chi non ha, sarà tolto anche quello, che ha.12 Διοτι οστις εχει, ετι θελει δοθη εις αυτον και θελει περισσευθη? οστις ομως δεν εχει, και ο, τι εχει θελει αφαιρεθη απ' αυτου.
13 Per questo parlo loro per via di parabole, perchè vedendo non vedono, e udendo non odono, né intendono.13 Δια τουτο λαλω προς αυτους δια παραβολων, διοτι βλεποντες δεν βλεπουσι και ακουοντες δεν ακουουσιν ουδε νοουσι.
14 E adempiesi in essi la profezia d'Isaia, che dice: Udirete colle vostre orecchie e non intenderete: e mirerete co' vostri occhi e non vedrete.14 Και εκπληρουται επ' αυτων η προφητεια του Ησαιου η λεγουσα? Με την ακοην θελετε ακουσει και δεν θελετε εννοησει, και βλεποντες θελετε ιδει και δεν θελετε καταλαβει?
15 Imperocché questo popolo ha un cuore crasso, ed è duro d'orecchie, ed ha chiusi gli occhi: affinchè a sorte non veggano cogli occhi, ne odano con le orecchie, nè comprendano col cuore, onde si convertano, ed io li risani.15 διοτι επαχυνθη η καρδια του λαου τουτου, και με τα ωτα βαρεως ηκουσαν και τους οφθαλμους αυτων εκλεισαν μηποτε ιδωσι με τους οφθαλμους και ακουσωσι με τα ωτα και νοησωσι με την καρδιαν και επιστρεψωσι, και ιατρευσω αυτους.
16 Ma beati sono i vostri occhi che vedono, e le vostra orecchi, che odono.16 Υμων δε οι οφθαλμοι ειναι μακαριοι, διοτι βλεπουσι, και τα ωτα σας, διοτι ακουουσιν.
17 Imperocché vi dico in verità, che molti profeti, e molti giusti desiderarono vedere quello che voi vedete, e non lo videro, e di udire quello, che udite e non l'udirono.17 Επειδη αληθως σας λεγω οτι πολλοι προφηται και δικαιοι επεθυμησαν να ιδωσιν οσα βλεπετε, και δεν ειδον, και να ακουσωσιν οσα ακουετε, και δεν ηκουσαν.
18 Sentite pertanto voi la parola del seminatore.18 Σεις λοιπον ακουσατε την παραβολην του σπειροντος.
19 Chiunque ascolta la parola del regno (di Dio), e non vi pon mente, viene il maligno, e toglie quel, che era stato seminato nel di lui cuore: questi è quegli, che ha ricevuto la semenza lunga la strada.19 Παντος ακουοντος τον λογον της βασιλειας και μη νοουντος, ερχεται ο πονηρος και αρπαζει το εσπαρμενον εν τη καρδια αυτου? ουτος ειναι ο σπαρθεις παρα την οδον.
20 Quegli, che riceve la semenza in mezzo alle pietre, è colui, che ascolta la parola, e subito la riceve con gaudio.20 Ο δε επι τα πετρωδη σπαρθεις, ουτος ειναι ο ακουων τον λογον και ευθυς μετα χαρας δεχομενος αυτον?
21 Ma non ha in se radice, ed è di corta durata: e venuta la tribolazionee la persecuzione a causa della parola tosto è scandalizzato.21 δεν εχει ομως ριζαν εν εαυτω, αλλ' ειναι προσκαιρος, οταν δε γεινη θλιψις η διωγμος δια τον λογον, ευθυς σκανδαλιζεται.
22 Colui, che riceve la semente tra le spine, è quegli, che ascolta la parola: ma la sollecitudine del secolo presente e l'illusione delle ricchezze soffogano la parola, onde rendesi infruttuosa.22 Ο δε εις τας ακανθας σπαρθεις, ουτος ειναι ο ακουων τον λογον, επειτα η μεριμνα του αιωνος τουτου και η απατη του πλουτου συμπνιγει τον λογον, και γινεται ακαρπος.
23 Ma quegli, che riceve la semente in un buon terreno, è colui, che ascolta la parola, e vi pon mente, e porta frutto, e rende questo il cento, quello il sessanta, quell'altro il trenta per uno.23 Ο δε σπαρθεις επι την γην την καλην, ουτος ειναι ο ακουων τον λογον και νοων? οστις και καρποφορει και καμνει ο μεν εκατον, ο δε εξηκοντα, ο δε τριακοντα.
24 Propose loro un'altra parabola,dicendo: Il regno de' cieli è simile ad un uomo, il quale seminò nel suo campo buon seme.24 Αλλην παραβολην παρεθηκεν εις αυτους, λεγων? Ωμοιωθη η βασιλεια των ουρανων με ανθρωπον, οστις εσπειρε καλον σπορον εν τω αγρω αυτου?
25 Ma nel tempo, che gli uomini dormivano, il nemico di lui andò, e seminò della zizzania in mezzo al grano,e si partì.25 αλλ' ενω εκοιμωντο οι ανθρωποι, ηλθεν ο εχθρος αυτου και εσπειρε ζιζανια ανα μεσον του σιτου και ανεχωρησεν.
26 Cresciuta poi l'erba, e venuta a frutto, allora comparve anche la zizzania.26 Οτε δε εβλαστησεν ο χορτος και εκαμε καρπον, τοτε εφανησαν και τα ζιζανια.
27 E i servi del padre di famiglia accostatisi gli dissero: Signore, non avete voi seminato buon seme nel vostro campo? Come dunque ha della zizzania?27 Προσελθοντες δε οι δουλοι του οικοδεσποτου ειπον προς αυτον? Κυριε, καλον σπορον δεν εσπειρας εν τω αγρω σου; ποθεν λοιπον εχει τα ζιζανια;
28 Ed egli rispose loro: Qualche nemico uomo ha fatto tal cosa. E servi gli dissero: Volete voi, che andiamo a coglierla?28 Ο δε ειπε προς αυτους? Εχθρος ανθρωπος εκαμε τουτο? οι δε δουλοι ειπον προς αυτον? Θελεις λοιπον να υπαγωμεν και να συλλεξωμεν αυτα;
29 Ed egli rispose: No, affinchè cogliendo la zizzania non isterpiate con essa anco il grano.29 Ο δε ειπεν? Ουχι, μηποτε συλλεγοντες τα ζιζανια εκριζωσητε μετ' αυτων τον σιτον?
30 Lasciate, che l'uno, e l'altra crescano sino alla ricolta: e al tempo della ricolta dirò ai mietitori: Sterpate in primo luogo la zizzania, e legatela in fastelli per bruciarla; il grano poi radunatelo nel mio granaio.30 αφησατε να συναυξανωσιν αμφοτερα μεχρι του θερισμου, και εν τω καιρω του θερισμου θελω ειπει προς τους θεριστας? Συλλεξατε πρωτον τα ζιζανια και δεσατε αυτα εις δεσμας δια να κατακαυσητε αυτα, τον δε σιτον συναξατε εις την αποθηκην μου.
31 Propose loro un'altra parabola, dicendo: E simile il regno de' cieli a un grano di senapa, che un uomo prese, e seminò nel suo campo:31 Αλλην παραβολην παρεθηκεν εις αυτους, λεγων? Ομοια ειναι η βασιλεια των ουρανων με κοκκον σιναπεως, τον οποιον λαβων ανθρωπος εσπειρεν εν τω αγρω αυτου?
32 La quale è bensì la più minuta di tutte le semenze: ma cresciuta, che sia, è maggiore di tutti i legumi, e diventa un albero; dimodoché gli uccelli dell'aria vanno a riposare sopra i di lei rami.32 το οποιον ειναι μεν μικροτερον παντων των σπερματων, οταν ομως αυξηθη ειναι μεγαλητερον των λαχανων και γινεται δενδρον, ωστε ερχονται τα πετεινα του ουρανου και κατασκηνουσιν εν τοις κλαδοις αυτου.
33 Un' altra parabola disse loro: E' simile il regno de' cieli a un pezzo di lievito, cui una donna rimescola con tre staia di farina, sintanto che tutta sia fermentata.33 Αλλην παραβολην ειπε προς αυτους? Ομοια ειναι η βασιλεια των ουρανων με προζυμιον, το οποιον λαβουσα γυνη ενεκρυψεν εις τρια μετρα αλευρου, εωσου εγεινεν ολον ενζυμον.
34 Tutte queste cose Gesù disse alle turbe per via di parabole: né mai parlava loro senza parabole:34 Ταυτα παντα ελαλησεν ο Ιησους δια παραβολων προς τους οχλους και χωρις παραβολης δεν ελαλει προς αυτους,
35 Affinchè si adempisse quello, che era stato detto dal Profeta: Aprirò la mia bocca in parabole: manifesterò cose, che sono state nascoste dalla fondazione del mondo.35 δια να πληρωθη το ρηθεν δια του προφητου, λεγοντος? Θελω ανοιξει εν παραβολαις το στομα μου, θελω απαγγειλει πραγματα κεκρυμμενα απο καταβολης κοσμου.
36 Allora Gesù, licenziato il popolo, se ne tornò a casa: e accostatisi i suoi discepoli dissero: Spiegaci la parabola della zizzania nel campo.36 Τοτε αφησας τους οχλους ηλθεν εις την οικιαν ο Ιησους. Και προσηλθον προς αυτον οι μαθηται αυτου, λεγοντες? Εξηγησον εις ημας την παραβολην των ζιζανιων του αγρου.
37 Ed ei rispondendo disse loro: Quegli, che semina buon seme, si è il Figliuol dell'uomo.37 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? Ο σπειρων τον καλον σπορον ειναι ο Υιος του ανθρωπου?
38 Il campo è il mondo: il buon seme sono i figliuoli del regno: la zizzania poi sono ì figliuoli del maligno.38 ο δε αγρος ειναι ο κοσμος? ο δε καλος σπορος, ουτοι ειναι οι υιοι της βασιλειας? τα δε ζιζανια ειναι οι υιοι του πονηρου?
39 Il nemico, che la ha seminata, è il Diavolo: la raccolta è la fine del mondo: i mietitori son gli Angeli.39 ο δε εχθρος, οστις εσπειρεν αυτα, ειναι ο διαβολος? ο δε θερισμος ειναι η συντελεια του αιωνος? οι δε θερισται ειναι οι αγγελοι.
40 Siccome adunque si raccoglie la zizzania, e si abbrucia; così succederà alla fin del secolo.40 Καθως λοιπον συλλεγονται τα ζιζανια και κατακαιονται εν πυρι, ουτω θελει εισθαι εν τη συντελεια του αιωνος τουτου.
41 Il figliuol dell'uomo manderà i suoi Angeli: e torranno via dal suo regno tutti gli scandali, e tutti coloro, che esercitano l'iniquità.41 Θελει αποστειλει ο Υιος του ανθρωπου τους αγγελους αυτου, και θελουσι συλλεξει εκ της βασιλειας αυτου παντα τα σκανδαλα και τους πραττοντας την ανομιαν,
42 E li getteranno nella fornace di fuoco. Ivi sarà pianto, e stridore di denti.42 και θελουσι ριψει αυτους εις την καμινον του πυρος? εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων.
43 Allora splenderanno i giusti come il sole nel regno del loro Padre. Chi ha orecchie da intendere, intenda.43 Τοτε οι δικαιοι θελουσιν εκλαμψει ως ο ηλιος εν τη βασιλεια του Πατρος αυτων. Ο εχων ωτα δια να ακουη ας ακουη.
44 Di più il regno de' cieli è simile a un tesoro nascosto in un campo: il qual tesoro un uomo avendolo trovato, lo nasconde, e tutto allegro perciò va, e vende quanto ha, e compra quel campo.44 Παλιν ομοια ειναι η βασιλεια των ουρανων με θησαυρον κεκρυμμενον εν τω αγρω, τον οποιον ευρων ανθρωπος εκρυψε, και απο της χαρας αυτου υπαγει και πωλει παντα οσα εχει και αγοραζει τον αγρον εκεινον.
45 E ancora simile il regno de' cieli a un mercadante, che cerca buone perle.45 Παλιν ομοια ειναι η βασιλεια των ουρανων με ανθρωπον εμπορον ζητουντα καλους μαργαριτας?
46 Il quale trovata una perla di gran pregio, va, e vende quanto ha, e la compra.46 οστις ευρων ενα πολυτιμον μαργαριτην, υπηγε και επωλησε παντα οσα ειχε και ηγορασεν αυτον.
47 E ancora simile il regno de' cieli a una rete gettata in mare, che raccoglie ogni sorta di pesci.47 Παλιν ομοια ειναι η βασιλεια των ουρανων με δικτυον, το οποιον ερριφθη εις την θαλασσαν και συνηγαγεν απο παντος ειδους?
48 La quale, allorché fu piena, (i pescatori) tiratala fuori, e postisi a sedere sul lido, scelsero, e riposero i buoni ne' vasi, e buttarono via i cattivi.48 το οποιον, αφου εγεμισθη, ανεβιβασαν επι τον αιγιαλον και καθησαντες συνελεξαν τα καλα εις αγγεια, τα δε αχρεια ερριψαν εξω.
49 Cosi succederà nella consumazione del secolo: verranno gli Angeli, e separeranno i cattivi di mezzo a giusti:49 Ουτω θελει εισθαι εν τη συντελεια του αιωνος. Θελουσιν εξελθει οι αγγελοι και θελουσιν αποχωρισει τους πονηρους εκ μεσου των δικαιων,
50 E li getteranno nella fornace di fuoco. Ivi sarà pianto, e stridore de' denti.50 και θελουσι ριψει αυτους εις την καμινον του πυρος? εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων.
51 Avete voi inteso tutte queste cose? Sì, Signore, risposero essi.51 Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Ενοησατε ταυτα παντα; Λεγουσι προς αυτον? Ναι, Κυριε.
52 Ed ei disse loro: Per questo ogni Scriba instruito pel regno de' cieli è simile a un padre di famiglia, il quale cava fuora dalla sua dispensa roba nuova, e usata.52 Ο δε ειπε προς αυτους? Δια τουτο πας γραμματευς, μαθητευθεις εις τα περι της βασιλειας των ουρανων, ειναι ομοιος με ανθρωπον οικοδεσποτην, οστις εκβαλλει εκ του θησαυρου αυτου νεα και παλαια.
53 Terminate, che ebbe Gesù queste parabole, partì di là.53 Και αφου ετελειωσεν ο Ιησους τας παραβολας ταυτας, ανεχωρησεν εκειθεν,
54 E andatosene alla sua patria, insegnava nelle loro sinagoghe: dimodoché restavano stupefatti, e dicevano: Onde mai ha costui tal sapienza, e miracoli?54 και ελθων εις την πατριδα αυτου, εδιδασκεν αυτους εν τη συναγωγη αυτων, ωστε εξεπληττοντο και ελεγον? Ποθεν εις τουτον η σοφια αυτη και αι δυναμεις;
55 Non è egli figliuolo d'un artigiano? Non è ella sua madre quella, che chiamasi Maria? e suoi fratelli quelli, che chiamatisi Giacomo, Giuseppe, Simone, e Giuda?55 δεν ειναι ουτος ο υιος του τεκτονος; η μητηρ αυτου δεν λεγεται Μαριαμ, και οι αδελφοι αυτου Ιακωβος και Ιωσης και Σιμων και Ιουδας;
56 E non son elleno tra di noi tutte le sue sorelle? Donde adunque son venute a costui tutte queste gran cose?56 και αι αδελφαι αυτου δεν ειναι πασαι παρ' ημιν; ποθεν λοιπον εις τουτον ταυτα παντα;
57 E restavano scandalizzati di lui. Ma Gesù disse loro: Non è senza onore un profeta, fuorichè nella sua patria, e in casa propria.57 Και εσκανδαλιζοντο εν αυτω. Ο δε Ιησους ειπε προς αυτους? Δεν ειναι προφητης ανευ τιμης ειμη εν τη πατριδι αυτου και εν τη οικια αυτου.
58 E non fece quivi molti miracoli a motivo della loro incredulità.58 Και δεν εκαμεν εκει πολλα θαυματα δια την απιστιαν αυτων.