Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 105


font
GREEK BIBLEDIODATI
1 Δοξολογειτε τον Κυριον? επικαλεισθε το ονομα αυτου? καμετε γνωστα εν τοις λαοις τα εργα αυτου.1 CELEBRATE il Signore; predicate il suo Nome; Fate assapere i suoi fatti fra i popoli.
2 Ψαλλετε εις αυτον? ψαλμωδειτε εις αυτον? λαλειτε περι παντων των θαυμασιων αυτου.2 Cantategli, salmeggiategli, Ragionate di tutte le sue maraviglie.
3 Καυχασθε εις το αγιον αυτου ονομα? ας ευφραινεται η καρδια των εκζητουντων τον Κυριον.3 Gloriatevi nel Nome della sua santità; Rallegrisi il cuor di coloro che cercano il Signore.
4 Ζητειτε τον Κυριον και την δυναμιν αυτου? εκζητειτε το προσωπον αυτου διαπαντος.4 Cercate il Signore, e la sua forza; Cercate del continuo la sua faccia.
5 Μνημονευετε των θαυμασιων αυτου τα οποια εκαμε? των τεραστιων αυτου και των κρισεων του στοματος αυτου?5 Ricordate le sue maraviglie ch’egli ha fatte; I suoi miracoli e i giudicii della sua bocca;
6 Σπερμα Αβρααμ του δουλου αυτου, υιοι Ιακωβ, οι εκλεκτοι αυτου.6 O voi, progenie d’Abrahamo, suo servitore; Figliuoli di Giacobbe, suoi eletti.
7 Αυτος ειναι Κυριος ο Θεος ημων? εν παση τη γη ειναι αι κρισεις αυτου.7 Egli è il Signore Iddio nostro; I suoi giudicii son per tutta la terra
8 Μνημονευετε παντοτε της διαθηκης αυτου, του λογου, τον οποιον προσεταξεν εις χιλιας γενεας,8 Egli si ricorda in eterno del suo patto, E in mille generazioni della parola ch’egli ha comandata;
9 της διαθηκης, την οποιαν εκαμε προς τον Αβρααμ, και του ορκου αυτου προς τον Ισαακ?9 Del suo patto, ch’egli fece con Abrahamo; E del suo giuramento, ch’egli fece ad Isacco;
10 και εβεβαιωσεν αυτον προς τον Ιακωβ δια νομου, προς τον Ισραηλ δια διαθηκην αιωνιον,10 Il quale egli confermò a Giacobbe per istatuto, E ad Israele per patto eterno;
11 λεγων, Εις σε θελω δωσει την γην Χανααν, μεριδα της κληρονομιας σας.11 Dicendo: Io ti darò il paese di Canaan, Per sorte della vostra eredità.
12 Ενω ησαν αυτοι ολιγοστοι τον αριθμον, ολιγοι, και παροικοι εν αυτη,12 Quantunque fosser ben poca gente, E forestieri in esso.
13 και διηρχοντο απο εθνους εις εθνος, απο βασιλειου εις αλλον λαον,13 E mentre essi andavano da una gente ad un’altra, Da un regno ad un altro popolo,
14 δεν αφηκεν ανθρωπον να αδικηση αυτους? μαλιστα υπερ αυτων ηλεγξε βασιλεις,14 Egli non permise che alcuno li oppressasse; Anzi gastigò eziandio dei re per amor loro,
15 λεγων, μη εγγισητε τους κεχρισμενους μου και μη κακοποιησητε τους προφητας μου.15 E disse: Non toccate i miei unti, E non fate alcun male a’ miei profeti.
16 Και εκαλεσε πειναν επι την γην? συνετριψε παν στηριγμα αρτου.16 Poi egli chiamò la fame sopra la terra; E ruppe tutto il sostegno del pane.
17 Απεστειλεν εμπροσθεν αυτων ανθρωπον, Ιωσηφ τον πωληθεντα ως δουλον?17 Egli aveva mandato dinanzi a loro un uomo, Cioè Giuseppe, che fu venduto per servo;
18 του οποιου τους ποδας εσφιγξαν εν δεσμοις? εβαλον αυτον εις τα σιδηρα?18 I cui piedi furono serrati ne’ ceppi; La cui persona fu messa ne’ ferri.
19 εωσου ελθη ο λογος αυτου? ο λογος του Κυριου εδοκιμασεν αυτον.19 La parola del Signore lo tenne al cimento, Fino al tempo che venne ciò ch’egli aveva detto.
20 Απεστειλεν ο βασιλευς και ελυσεν αυτον? ο αρχων των λαων, και ηλευθερωσεν αυτον.20 Allora il re mandò a farlo sciorre; Il dominator di popoli mandò a largheggiarlo.
21 Κατεστησεν αυτον κυριον του οικου αυτου, και αρχοντα επι παντων των κτηματων αυτου?21 Egli lo costituì padrone sopra la sua casa, E rettore sopra tutto il suo stato;
22 δια να παιδευη τους αρχοντας αυτου κατα την αρεσκειαν αυτου, και να διδαξη σοφιαν τους πρεσβυτερους αυτου.22 Per tenere a freno i suoi principi a suo senno; E per dare ammaestramento a’ suoi anziani.
23 Τοτε ηλθεν ο Ισραηλ εις την Αιγυπτον, και ο Ιακωβ παρωκησεν εν γη Χαμ.23 Poi Israele entrò in Egitto; E Giacobbe dimorò come forestiere nel paese di Cam.
24 Και ο Κυριος ηυξησε σφοδρα τον λαον αυτου, και εκραταιωσεν αυτον υπερ τους εχθρους αυτου.24 E Iddio fece grandemente moltiplicare il suo popolo; E lo rendè più possente che i suoi nemici
25 Εστραφη η καρδια αυτων εις το να μισωσι τον λαον αυτου, εις το να δολιευωνται εναντιον των δουλων αυτου.25 Egli rivolse il cuor loro a odiare il suo popolo, A macchinar frode contro a’ suoi servitori.
26 Εξαπεστειλε Μωυσην τον δουλον αυτου, και Ααρων, τον οποιον εξελεξεν.26 Egli mandò Mosè, suo servitore; Ed Aaronne, il quale egli aveva eletto.
27 Εξετελεσαν εν μεσω αυτων τους λογους των σημειων αυτου και τα θαυμασια αυτου εν γη Χαμ.27 Essi eseguirono fra loro i miracoli ch’egli aveva loro detti, E i suoi prodigi nella terra di Cam.
28 Εξαπεστειλε σκοτος, και εσκοτασε? και δεν ηπειθησαν εις τους λογους αυτου.28 Egli mandò le tenebre, e fece oscurar l’aria; Ed essi non furono ribelli alle sue parole.
29 Μετεβαλε τα υδατα αυτων εις αιμα και εθανατωσε τους ιχθυας αυτων.29 Egli cangiò le acque loro in sangue, E fece morire il lor pesce.
30 Η γη αυτων ανεβρυσε βατραχους, εως των ταμειων των βασιλεων αυτων.30 La terra loro produsse rane, Ch’entrarono fin nelle camere de’ loro re.
31 Ειπε, και ηλθε κυνομυια, και σκνιπες εις παντα τα ορια αυτων.31 Alla sua parola venne una mischia d’insetti, E pidocchi in tutte le lor contrade.
32 Εδωκεν εις αυτους χαλαζαν αντι βροχης, και πυρ φλογερον εις την γην αυτων?32 Egli mutò le lor pioggie in gragnuola, E in fuoco divampante nel lor paese;
33 και επαταξε τας αμπελους αυτων και τας συκεας αυτων, και συνετριψε τα δενδρα των οριων αυτων.33 E percosse le lor vigne, e i lor fichi; E fracassò gli alberi della lor contrada.
34 Ειπε, και ηλθεν ακρις, και βρουχος αναριθμητος?34 Alla sua parola vennero locuste, E bruchi senza numero;
35 και κατεφαγε παντα τον χορτον εν τη γη αυτων, και κατεφαγε τον καρπον της γης αυτων.35 Che rosero tutta l’erba nel lor paese, E mangiarono il frutto della lor terra.
36 Και επαταξε παν πρωτοτοκον εν τη γη αυτων, την απαρχην πασης δυναμεως αυτων.36 Poi egli percosse ogni primogenito nel lor paese, Le primizie d’ogni lor forza.
37 Και εξηγαγεν αυτους μετα αργυριου και χρυσιου, και δεν υπηρχεν ασθενης εν ταις φυλαις αυτων.37 E condusse fuori Israele con oro e con argento; E non vi fu alcuno, fra le sue tribù, che fosse fiacco.
38 Ευφρανθη η Αιγυπτος εις την εξοδον αυτων? διοτι ο φοβος αυτων ειχεν επιπεσει επ' αυτους.38 Gli Egizi si rallegrarono della lor partita; Perciocchè lo spavento di essi era caduto sopra loro.
39 Εξηπλωσε νεφελην δια να σκεπαζη αυτους, και πυρ δια να φεγγη την νυκτα.39 Egli distese la nuvola, per coverta; Ed accese un fuoco, per alluminarli di notte.
40 Εζητησαν, και εφερεν ορτυκια? και αρτον ουρανου εχορτασεν αυτους.40 Alla lor richiesta egli addusse delle quaglie, E li saziò del pane del cielo.
41 Διηνοιξε την πετραν, και ανεβλυσαν υδατα, και διερρευσαν ποταμοι εν τοποις ανυδροις.41 Egli aperse la roccia, e ne colarono acque; Rivi corsero per i luoghi aridi.
42 Διοτι ενεθυμηθη τον λογον τον αγιον αυτου, τον προς Αβρααμ τον δουλον αυτου.42 Perciocchè egli si ricordò della parola della sua santità, Detta ad Abrahamo, suo servitore;
43 Και εξηγαγε τον λαον αυτου εν αγαλλιασει, τους εκλεκτους αυτου εν χαρα?43 E trasse fuori il suo popolo con allegrezza, E i suoi eletti con giubilo;
44 και εδωκεν εις αυτους τας γαιας των εθνων, και εκληρονομησαν τους κοπους των λαων?44 E diede loro i paesi delle genti; Ed essi possedettero le fatiche de’ popoli;
45 δια να φυλαττωσι τα διαταγματα αυτου, και να εκτελωσι τους νομους αυτου. Αλληλουια.45 Acciocchè osservassero i suoi statuti, E guardassero le sue leggi. Alleluia