Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Évangile selon Luc 13


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 C’est alors qu’on mit Jésus au courant d’un massacre de Galiléens: Pilate avait fait couler leur sang là-même où ils sacrifiaient leurs victimes.1 Κατ' εκεινον δε τον καιρον ηλθον τινες, απαγγελλοντες προς αυτον περι των Γαλιλαιων, των οποιων το αιμα ο Πιλατος εμιξε με τας θυσιας αυτων.
2 Jésus alors leur dit: "Croyez-vous que ces Galiléens étaient plus pécheurs que tous les autres Galiléens pour avoir eu ce sort?2 Και αποκριθεις ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Νομιζετε οτι οι Γαλιλαιοι ουτοι ησαν αμαρτωλοι υπερ παντας τους Γαλιλαιους, διοτι επαθον τοιαυτα;
3 Non, je vous le dis; mais si vous ne vous convertissez pas, vous périrez tous pareillement!3 Ουχι, σας λεγω, αλλ' εαν δεν μετανοητε, παντες ομοιως θελετε απολεσθη.
4 “Et les 18 personnes de Siloé sur qui la tour est tombée, et qui ont été tuées, étaient-elles plus coupables que tous les autres habitants de Jérusalem?4 Η εκεινοι οι δεκαοκτω, επι τους οποιους επεσεν ο πυργος εν τω Σιλωαμ και εθανατωσεν αυτους, νομιζετε οτι ουτοι ησαν αμαρτωλοι υπερ παντας τους ανθρωπους τους κατοικουντας εν Ιερουσαλημ;
5 Non, je vous le dis; mais si vous ne vous convertissez pas, vous périrez tous pareillement!”5 Ουχι, σας λεγω, αλλ' εαν δεν μετανοητε, παντες ομοιως θελετε απολεσθη.
6 Jésus leur dit cette parabole: "Un homme avait un figuier planté dans sa vigne; il vint pour y chercher du fruit et il n’en trouva pas.6 Ελεγε δε ταυτην την παραβολην? Ειχε τις συκην πεφυτευμενην εν τω αμπελωνι αυτου, και ηλθε ζητων καρπον εν αυτη και δεν ευρε.
7 il dit alors à celui qui soignait la vigne: Voilà trois ans que je viens chercher des fruits sur ce figuier, et je n’en trouve pas. Coupe-le donc, il ne fait qu’épuiser la terre!7 Και ειπε προς τον αμπελουργον? Ιδου, τρια ετη ερχομαι ζητων καρπον εν τη συκη ταυτη και δεν ευρισκω? εκκοψον αυτην? δια τι καταργει και την γην;
8 Mais l’autre répondit: Maître, laisse-le encore cette année, je piocherai tout autour et je mettrai du fumier.8 Ο δε αποκριθεις λεγει προς αυτον? Κυριε, αφες αυτην και τουτο το ετος, εως οτου σκαψω περι αυτην και βαλω κοπριαν?
9 Peut-être après cela donnera-t-il du fruit; sinon, tu le couperas.”9 και εαν μεν καμη καρπον, καλως? ει δε μη, θελεις εκκοψει αυτην μετα ταυτα.
10 Un jour de sabbat, Jésus était en train d’enseigner dans une synagogue10 Εδιδασκε δε εν μια των συναγωγων το σαββατον.
11 lorsque arriva une femme toute courbée; un esprit la tenait malade depuis déjà 18 ans et elle était totalement incapable de se redresser.11 Και ιδου, γυνη τις ειχε πνευμα ασθενειας δεκαοκτω ετη και ητο συγκυπτουσα και δεν ηδυνατο παντελως να ανακυψη.
12 Dès que Jésus la voit, il l’interpelle: "Femme, te voici délivrée de ton infirmité!”12 Ιδων δε αυτην ο Ιησους, εφωναξε και ειπε προς αυτην? Γυναι, ηλευθερωμενη εισαι απο της ασθενειας σου?
13 Jésus lui impose les mains, et aussitôt elle se redresse, rendant gloire à Dieu.13 και εθεσεν επ' αυτην τας χειρας? και παρευθυς ανωρθωθη και εδοξαζε τον Θεον.
14 Mais le chef de la synagogue intervient, scandalisé, car Jésus l’a guérie un jour de sabbat, et il dit à la foule: "Il y a six jours pour travailler; venez ces jours-là pour vous faire guérir mais pas le jour du sabbat!”14 Αποκριθεις δε ο αρχισυναγωγος, αγανακτων οτι εις το σαββατον εθεραπευσεν ο Ιησους, ελεγε προς τον οχλον? Εξ ημεραι ειναι, εις τας οποιας πρεπει να εργαζησθε? εν ταυταις λοιπον ερχομενοι θεραπευεσθε, και μη τη ημερα του σαββατου.
15 Le Seigneur lui répond en ces termes: "Comme vous êtes faux! Chacun de vous ne détache-t-il pas de la mangeoire son bœuf ou son âne, même le jour du sabbat, pour le conduire à l’abreuvoir?15 Απεκριθη λοιπον προς αυτον ο Κυριος και ειπεν? Υποκριτα, δεν λυει εκαστος υμων εν τω σαββατω τον βουν αυτου η τον ονον απο της φατνης και φερων ποτιζει;
16 Et vous avez là une fille d’Abraham que Satan avait liée voici 18 ans: le sabbat n’était-il pas justement le jour pour la délier de son mal?”16 αυτη δε, ουσα θυγατηρ του Αβρααμ, την οποιαν ο Σατανας εδεσεν, ιδου, δεκαοκτω ετη, δεν επρεπε να λυθη απο του δεσμου τουτου τη ημερα του σαββατου;
17 Après ces paroles de Jésus, ses adversaires ne savaient plus que dire, mais tout le public était en joie pour tant de merveilles qu’on lui voyait faire.17 Και ενω, αυτος ελεγε ταυτα, κατησχυνοντο παντες οι εναντιοι αυτου, και πας ο οχλος εχαιρε δι' ολα τα ενδοξα εργα τα γινομενα υπ' αυτου.
18 Il disait donc: "À quoi comparer le Royaume de Dieu, quelle image puis-je en donner?18 Ελεγε δε? Με τι ειναι ομοια η βασιλεια του Θεου, και με τι να ομοιωσω αυτην;
19 Il est tout comme la graine de moutarde qu’un homme a prise pour la semer dans son jardin; elle a grandi et elle est devenue un arbre, si bien que les oiseaux du ciel se sont abrités dans ses branches.”19 Ειναι ομοια με κοκκον σιναπεως, τον οποιον λαβων ανθρωπος ερριψεν εις τον κηπον αυτου? και ηυξησε και εγεινε δενδρον μεγα, και τα πετεινα του ουρανου κατεσκηνωσαν εν τοις κλαδοις αυτου.
20 De nouveau Jésus leur dit: "Quelle image puis-je donner du Royaume de Dieu?20 Και παλιν ειπε? Με τι να ομοιωσω την βασιλειαν του Θεου;
21 Il est tout comme le levain qu’une femme prend et enfouit dans trois mesures de farine jusqu’à ce que tout soit levé.”21 Ειναι ομοια με προζυμιον, το οποιον λαβουσα γυνη ενεκρυψεν εις τρια μετρα αλευρου, εωσου ανεβη ολον το φυραμα.
22 Jésus faisait route vers Jérusalem, et il continuait d’enseigner tout en traversant villes et villages.22 Και διηρχετο τας πολεις και κωμας διδασκων και οδοιπορων εις Ιερουσαλημ.
23 Quelqu’un lui dit: "Seigneur, est-ce vrai que peu de gens seront sauvés?” Il répondit:23 Ειπε δε τις προς αυτον? Κυριε, ολιγοι αρα ειναι οι σωζομενοι; Ο δε ειπε προς αυτους?
24 "Efforcez-vous d’entrer par la porte étroite car, je vous le dis, beaucoup chercheront à entrer et ne pourront pas.24 Αγωνιζεσθε να εισελθητε δια της στενης πυλης? διοτι πολλοι, σας λεγω, θελουσι ζητησει να εισελθωσι και δεν θελουσι δυνηθη.
25 “Quand le maître de maison se sera levé pour fermer la porte, vous serez là dehors et vous appellerez à la porte: ‘Seigneur, ouvre-nous donc!’ Mais lui vous répondra: ‘Je ne sais pas d’où vous êtes.’25 Αφου σηκωθη ο οικοδεσποτης και αποκλειση την θυραν, και αρχισητε να στεκησθε εξω και να κρουητε την θυραν, λεγοντες? Κυριε, Κυριε, ανοιξον εις ημας? και εκεινος αποκριθεις σας ειπη, δεν σας εξευρω ποθεν εισθε?
26 Alors vous direz: ‘Nous avons mangé et bu avec toi, tu as enseigné sur nos places!’26 τοτε θελετε αρχισει να λεγητε? Εφαγομεν εμπροσθεν σου και επιομεν, και εν ταις πλατειαις ημων εδιδαξας.
27 Mais lui dira: ‘Je ne sais pas d’où vous êtes: éloignez-vous de moi, vous qui travaillez pour le mal.’27 Και θελει ειπει? Σας λεγω, δεν σας εξευρω ποθεν εισθε? φυγετε απ' εμου παντες οι εργαται της αδικιας.
28 “Alors il y aura pleurs et grincements de dents, lorsque vous verrez Abraham, Isaac et Jacob avec tous les prophètes dans le Royaume de Dieu, et vous pendant ce temps, mis à la porte!28 Εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων, οταν ιδητε τον Αβρααμ και Ισαακ και Ιακωβ και παντας τους προφητας εν τη βασιλεια του Θεου, εαυτους δε εκβαλλομενους εξω.
29 Et d’autres viendront de l’orient et de l’occident, du nord et du midi pour s’installer à la table dans le Royaume de Dieu.29 Και θελουσιν ελθει απο ανατολων και δυσμων και απο βορρα και νοτου και θελουσι καθησει εν τη βασιλεια του Θεου.
30 Quelle surprise: certains qui étaient parmi les derniers se retrouvent premiers, et d’autres qui étaient premiers sont les derniers!”30 Και ιδου, ειναι εσχατοι, οιτινες θελουσιν εισθαι πρωτοι, και ειναι πρωτοι, οιτινες θελουσιν εισθαι εσχατοι.
31 À ce moment plusieurs Pharisiens s’approchèrent et lui dirent: "Ne reste pas ici, poursuis ta route, car Hérode cherche à te tuer!”31 Κατ' εκεινην την ημεραν προσηλθον τινες Φαρισαιοι, λεγοντες προς αυτον? Εξελθε και αναχωρησον εντευθεν, διοτι ο Ηρωδης θελει να σε θανατωση.
32 Il leur répondit: "Allez dire à ce renard: ‘Aujourd’hui et demain je chasse les démons et je fais des guérisons; c’est au troisième jour que j’arrive à ma fin.’32 Και ειπε προς αυτους? Υπαγετε και ειπατε προς την αλωπεκα ταυτην? Ιδου, εκβαλλω δαιμονια και καμνω θεραπειας σημερον και αυριον, και την τριτην ημεραν τελειουμαι.
33 Mais je dois poursuivre mon chemin aujourd’hui, demain et le jour suivant, car un prophète ne peut pas mourir ailleurs qu’à Jérusalem!33 Πλην πρεπει εγω σημερον και αυριον και την εφεξης ημεραν να υπαγω? διοτι δεν ειναι δυνατον προφητης να απολεσθη εξω της Ιερουσαλημ.
34 “Jérusalem! Jérusalem! Tu assassines les prophètes et reçois à coups de pierre ceux qui te sont envoyés! Combien de fois ai-je voulu rassembler tes enfants, comme l’oiseau couvre ses petits de ses ailes; mais vous n’avez pas voulu.34 Ιερουσαλημ, Ιερουσαλημ, η φονευουσα τους προφητας και λιθοβολουσα τους απεσταλμενους προς αυτην, ποσακις ηθελησα να συναξω τα τεκνα σου καθ' ον τροπον η ορνις τα ορνιθια εαυτης υπο τας πτερυγας, και δεν ηθελησατε.
35 Vous vous retrouverez seuls avec votre Maison. Oui, je vous l’affirme, vous ne me verrez plus jusqu’au temps où vous direz: Béni soit celui qui vient au nom du Seigneur!”35 Ιδου, σας αφινεται ο οικος σας ερημος? αληθως δε σας λεγω οτι δεν θελετε με ιδει, εωσου ελθη ο καιρος οτε θελετε ειπει? Ευλογημενος ο ερχομενος εν ονοματι Κυριου.