Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Jeremiás siralmai 3


font
KÁLDI-NEOVULGÁTALXX
1 Én vagyok az a férfi, aki nyomorúságot látott haragjának vesszeje miatt.1 εγω ανηρ ο βλεπων πτωχειαν εν ραβδω θυμου αυτου επ' εμε
2 Engem hajtott és vezetett sötétségbe és nem világosságba.2 παρελαβεν με και απηγαγεν εις σκοτος και ου φως
3 Igen, ellenem fordítja kezét újra meg újra, egész nap.3 πλην εν εμοι επεστρεψεν χειρα αυτου ολην την ημεραν
4 Elsorvasztotta húsomat és bőrömet, összetörte csontjaimat.4 επαλαιωσεν σαρκας μου και δερμα μου οστεα μου συνετριψεν
5 Körülbástyázott és bekerített engem méreggel és gyötrelemmel.5 ανωκοδομησεν κατ' εμου και εκυκλωσεν κεφαλην μου και εμοχθησεν
6 Sötétségben adott nekem lakást, mint az örök halottaknak.6 εν σκοτεινοις εκαθισεν με ως νεκρους αιωνος
7 Falat emelt körém, és nem mehetek ki, súlyossá tette bilincsemet.7 ανωκοδομησεν κατ' εμου και ουκ εξελευσομαι εβαρυνεν χαλκον μου
8 Ha kiáltok és könyörgök is, elnémítja imádságomat.8 και γε κεκραξομαι και βοησω απεφραξεν προσευχην μου
9 Elfalazta útjaimat faragott kővel, ösvényeimet görbévé tette.9 ανωκοδομησεν οδους μου ενεφραξεν τριβους μου εταραξεν
10 Olyan hozzám, mint a leselkedő medve, mint oroszlán a rejtekben.10 αρκος ενεδρευουσα αυτος μοι λεων εν κρυφαιοις
11 Útjaimat eltérítette, és széttépett, elpusztított engem.11 κατεδιωξεν αφεστηκοτα και κατεπαυσεν με εθετο με ηφανισμενην
12 Megfeszítette íját, és odaállított célpontul a nyílnak.12 ενετεινεν τοξον αυτου και εστηλωσεν με ως σκοπον εις βελος
13 Veséimbe eresztette tegzének nyilait.13 εισηγαγεν τοις νεφροις μου ιους φαρετρας αυτου
14 Nevetség tárgya lettem egész népemnek, gúnydaluk tárgya egész nap.14 εγενηθην γελως παντι λαω μου ψαλμος αυτων ολην την ημεραν
15 Jóltartott engem keserűséggel, megittasított ürömmel.15 εχορτασεν με πικριας εμεθυσεν με χολης
16 Kitörte kaviccsal fogaimat, lenyomott engem a hamuba.16 και εξεβαλεν ψηφω οδοντας μου εψωμισεν με σποδον
17 Kitaszította a békességből lelkemet, elfelejtettem a jólétet.17 και απωσατο εξ ειρηνης ψυχην μου επελαθομην αγαθα
18 Azt mondtam: »Elveszett dicsőségem és reménységem az Úrban.«18 και ειπα απωλετο νεικος μου και η ελπις μου απο κυριου
19 Emlékezz nyomorúságomra és hontalanságomra, az ürömre és a méregre!19 εμνησθην απο πτωχειας μου και εκ διωγμου μου πικριας και χολης μου
20 Jól emlékszik és elcsügged bennem a lelkem.20 μνησθησεται και καταδολεσχησει επ' εμε η ψυχη μου
21 De azt fontolgatom szívemben, azért reménykedem:21 ταυτην ταξω εις την καρδιαν μου δια τουτο υπομενω
22 az Úr kegyelme, hogy nem vesztünk el, mert nem fogyott el irgalma:22 -
23 megújul minden reggel. Nagy a te hűséged!23 -
24 »Osztályrészem az Úr – mondja a lelkem –, azért remélek benne.«24 -
25 Jó az Úr azokhoz, akik benne bíznak, a lélekhez, amely őt keresi.25 αγαθος κυριος τοις υπομενουσιν αυτον ψυχη η ζητησει αυτον αγαθον
26 Jó csendben várni az Úr szabadítására.26 και υπομενει και ησυχασει εις το σωτηριον κυριου
27 Jó a férfinak, ha igát hordoz már ifjúkorában.27 αγαθον ανδρι οταν αρη ζυγον εν νεοτητι αυτου
28 Üljön egymagában, és hallgasson, mert ő tette rá azt!28 καθησεται κατα μονας και σιωπησεται οτι ηρεν εφ' εαυτω
29 Tegye a porba száját, talán van remény!29 -
30 Tartsa oda arcát annak, aki üti, teljék el gyalázattal!30 δωσει τω παιοντι αυτον σιαγονα χορτασθησεται ονειδισμων
31 Mert nem taszít el örökre az Úr.31 οτι ουκ εις τον αιωνα απωσεται κυριος
32 Ha megszomorított is, irgalmaz nagy kegyessége szerint.32 οτι ο ταπεινωσας οικτιρησει κατα το πληθος του ελεους αυτου
33 Mert nem szívéből alázza meg és szomorítja el az emberek fiait.33 οτι ουκ απεκριθη απο καρδιας αυτου και εταπεινωσεν υιους ανδρος
34 Amikor lábbal tiporják az ország összes foglyát,34 του ταπεινωσαι υπο τους ποδας αυτου παντας δεσμιους γης
35 amikor elferdítik az ember jogát a Fölséges színe előtt,35 του εκκλιναι κρισιν ανδρος κατεναντι προσωπου υψιστου
36 amikor megcsalják az embert perében, az Úr ezt nem látja?36 καταδικασαι ανθρωπον εν τω κρινεσθαι αυτον κυριος ουκ ειπεν
37 Ki az, aki csak szólt, és megtörtént? Nem az Úr parancsolta-e meg?37 τις ουτως ειπεν και εγενηθη κυριος ουκ ενετειλατο
38 Nem a Fölséges szájából ered-e a rossz és a jó is?38 εκ στοματος υψιστου ουκ εξελευσεται τα κακα και το αγαθον
39 Miért panaszkodik az élő ember, a férfi a vétkei miatt?39 τι γογγυσει ανθρωπος ζων ανηρ περι της αμαρτιας αυτου
40 »Vizsgáljuk meg útjainkat, kutassuk át, és térjünk vissza az Úrhoz!40 εξηρευνηθη η οδος ημων και ητασθη και επιστρεψωμεν εως κυριου
41 Emeljük fel szívünket kezünkkel együtt Istenhez, aki az égben van!41 αναλαβωμεν καρδιας ημων επι χειρων προς υψηλον εν ουρανω
42 Mivel mi vétkeztünk és lázadoztunk, te nem bocsátottál meg.42 ημαρτησαμεν ησεβησαμεν και ουχ ιλασθης
43 Haragba burkolóztál, és üldöztél minket, öltél, s nem kíméltél.43 επεσκεπασας εν θυμω και απεδιωξας ημας απεκτεινας ουκ εφεισω
44 Felhőbe burkolóztál, hogy ne hatoljon át az imádság.44 επεσκεπασας νεφελην σεαυτω εινεκεν προσευχης
45 Megvetett söpredékké tettél minket a népek között.45 καμμυσαι με και απωσθηναι εθηκας ημας εν μεσω των λαων
46 Kitátotta ránk a száját minden ellenségünk.46 διηνοιξαν εφ' ημας το στομα αυτων παντες οι εχθροι ημων
47 Rettegés és verem lett a részünk, pusztulás és romlás.«47 φοβος και θυμος εγενηθη ημιν επαρσις και συντριβη
48 Patakzik a könny szememből népem leányának romlása miatt.48 αφεσεις υδατων καταξει ο οφθαλμος μου επι το συντριμμα της θυγατρος του λαου μου
49 Szemem könnyezik, és nem nyugszik, mert nincs pihenés,49 ο οφθαλμος μου κατεποθη και ου σιγησομαι του μη ειναι εκνηψιν
50 míg le nem tekint, és meg nem látja az Úr az égből.50 εως ου διακυψη και ιδη κυριος εξ ουρανου
51 Szemem fájdalmat okozott lelkemnek, látva városom minden leányát.51 ο οφθαλμος μου επιφυλλιει επι την ψυχην μου παρα πασας θυγατερας πολεως
52 Vadásztak rám, mint a madárra, ellenségeim ok nélkül.52 θηρευοντες εθηρευσαν με ως στρουθιον οι εχθροι μου δωρεαν
53 A gödörbe taszították életemet, és követ hajigáltak rám.53 εθανατωσαν εν λακκω ζωην μου και επεθηκαν λιθον επ' εμοι
54 Összecsapott a víz fejem fölött, azt mondtam: »Elvesztem!«54 υπερεχυθη υδωρ επι κεφαλην μου ειπα απωσμαι
55 Segítségül hívtam nevedet, Uram, a gödör mélyéből.55 επεκαλεσαμην το ονομα σου κυριε εκ λακκου κατωτατου
56 Hangomat hallottad: »Ne fogd be füledet enyhületért való kiáltásom előtt!«56 φωνην μου ηκουσας μη κρυψης τα ωτα σου εις την δεησιν μου
57 Közel jöttél aznap, amikor hívtalak, s azt mondtad: »Ne félj!«57 εις την βοηθειαν μου ηγγισας εν η σε ημερα επεκαλεσαμην ειπας μοι μη φοβου
58 Te folytattad, Uram, a pert lelkemért, s megváltottad életemet.58 εδικασας κυριε τας δικας της ψυχης μου ελυτρωσω την ζωην μου
59 Láttad, Uram, sérelmemet, szolgáltass hát igazságot nekem!59 ειδες κυριε τας ταραχας μου εκρινας την κρισιν μου
60 Láttad összes bosszújukat, minden tervüket ellenem.60 ειδες πασαν την εκδικησιν αυτων εις παντας διαλογισμους αυτων εν εμοι
61 Hallottad gyalázkodásukat, Uram, minden tervüket ellenem.61 ηκουσας τον ονειδισμον αυτων παντας τους διαλογισμους αυτων κατ' εμου
62 Támadóim ajka és gondolata ellenem irányul egész nap.62 χειλη επανιστανομενων μοι και μελετας αυτων κατ' εμου ολην την ημεραν
63 Akár leülnek, akár felkelnek, nézd, én vagyok gúnydaluk tárgya.63 καθεδραν αυτων και αναστασιν αυτων επιβλεψον επι τους οφθαλμους αυτων
64 Fizess meg nekik, Uram, kezük műve szerint!64 αποδωσεις αυτοις ανταποδομα κυριε κατα τα εργα των χειρων αυτων
65 Adj nekik megátalkodott szívet, átkod legyen rajtuk!65 αποδωσεις αυτοις υπερασπισμον καρδιας μοχθον σου αυτοις
66 Üldözd haraggal, és pusztítsd el őket eged alól, Uram!66 καταδιωξεις εν οργη και εξαναλωσεις αυτους υποκατω του ουρανου κυριε