1 Υιε μου, εαν δεχθης τους λογους μου και ταμιευσης τας εντολας μου παρα σεαυτω, | 1 Figliuolo mio, se tu accettarai i miei parlari, e i miei precetti asconderai appresso a te, |
2 ωστε να προσεξη το ωτιον σου εις την σοφιαν, να κλινης την καρδιαν σου εις την συνεσιν? | 2 [acciò] che le tue orecchie audano la sapienza; inclina il cor tno a cognoscer la prudenza. |
3 και εαν επικαλεσθης την φρονησιν, και υψωσης την φωνην σου εις την συνεσιν? | 3 Se tu invocherai la sapienza, e chinerai il cor tuo alla prudenza; |
4 εαν ζητησης αυτην ως αργυριον και εξερευνησης αυτην ως κεκρυμμενους θησαυρους, | 4 se tu la cercherai, come si cerca la pecunia, e caverai quella, come si cavano i tesori; |
5 τοτε θελεις εννοησει τον φοβον του Κυριου και θελεις ευρει την επιγνωσιν του Θεου. | 5 allora intenderai lo timore del Signore, e la scienza di Dio troverai. |
6 Διοτι ο Κυριος διδει σοφιαν? εκ του στοματος αυτου εξερχεται γνωσις και συνεσις. | 6 Per che il Signore dà la sapienza; e dalla bocca sua procede la scienza e prudenza. |
7 Αποταμιευει σωτηριαν εις τους ευθεις? ειναι ασπις εις τους περιπατουντας εν ακεραιοτητι, | 7 Custodirà la salute degli uomini retti, e defenderà quelli vivono con simplicitade, |
8 υπερασπιζων τας οδους της δικαιοσυνης και φυλαττων την οδον των οσιων αυτου. | 8 quello il quale serva le vie della giustizia e le vie de' santi. |
9 Τοτε θελεις εννοησει δικαιοσυνην και κρισιν και ευθυτητα, πασαν οδον αγαθην. | 9 Allora intenderai la giustizia, il giudicio, e la equitade e ogni buona via. |
10 Εαν η σοφια εισελθη εις την καρδιαν σου και η γνωσις ηδυνη την ψυχην σου, | 10 Se la sapienza intrarà nel cuor tuo, e se la scienza piacerà all' anima tua, |
11 ορθη βουλη θελει σε φυλαττει, συνεσις θελει σε διατηρει? | 11 il consiglio ti custodirà, la prudenza ti salverà, |
12 δια να σε ελευθερονη απο της οδου της πονηρας, απο ανθρωπου λαλουντος δολια, | 12 per tal modo che tu sarai liberato dalla mala via, e dagli uomini adulatori e detrattori; |
13 οιτινες εγκαταλειπουσι τας οδους της ευθυτητος, δια να περιπατωσιν εν ταις οδοις του σκοτους? | 13 i quali abbandonano la via retta, e vanno per le vie tenebrose; |
14 οιτινες ηδυνονται εις το να καμνωσι κακον, χαιρουσιν εις τας διαστροφας της κακιας, | 14 i quali si rallegrano quando hanno fatto male, e fanno festa nelle pessime operazioni; |
15 των οποιων αι οδοι ειναι σκολιαι και αι πορειαι αυτων διεστραμμεναι? | 15 de' quali le vie sono perverse, e la vita loro infame. |
16 δια να σε ελευθερονη απο ξενης γυναικος, απο αλλοτριας κολακευουσης με τους λογους αυτης, | 16 Acciò che tu sia liberato della femina strana, e mogliere d'altrui, la qual persuade con dolci parole, |
17 ητις εγκατελιπε τον επιστηθιον της νεοτητος αυτης και ελησμονησε την διαθηκην του Θεου αυτης. | 17 e abbandona quello che la guberna (cioè il marito suo), |
18 Διοτι ο οικος αυτης καταβιβαζει εις τον θανατον, και τα βηματα αυτης εις τους νεκρους? | 18 ed èssi dimenticata del comandamento di Dio; la casa sua è inclinata alla morte, e le vie sue allo inferno. |
19 παντες οι εισερχομενοι προς αυτην δεν επιστρεφουσιν ουδε αναλαμβανουσι τας οδους της ζωης? | 19 Tutti quelli intrano a quella, non torneranno, nè si accosteranno alle vie della vita. |
20 δια να περιπατης εν τη οδω των αγαθων και να φυλαττης τας τριβους των δικαιων. | 20 Acciò che tu vadi per la buona via; e sèguiti le operazioni degli uomini giusti. |
21 Διοτι οι ευθεις θελουσι κατοικησει την γην, και οι τελειοι θελουσιν εναπολειφη εν αυτη. | 21 Per che quelli, che sono retti, abiteranno nella terra, e gli simplici rimarranno in essa. |
22 Οι δε ασεβεις θελουσιν εκκοπη απο της γης, και οι παρανομοι θελουσιν εκριζωθη απ' αυτης. | 22 Ma gli empii si perderanno della terra; e quelli iniquamente òperano, si torranno. da quella. |