Scrutatio

Martedi, 30 aprile 2024 - San Pio V ( Letture di oggi)

Deuteronomium 10


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Damals sagte der Herr zu mir: Hau zwei Steintafeln zurecht, so wie die ersten, und steig zu mir auf den Berg! Fertige auch eine hölzerne Lade an!1 Κατ' εκεινον τον καιρον ειπε Κυριος προς εμε, Λατομησον εις σεαυτον δυο πλακας λιθινας ως τας πρωτας, και αναβα προς εμε εις το ορος, και καμε εις σεαυτον κιβωτον ξυλινην.
2 Ich will auf die Tafeln die gleichen Worte schreiben wie auf die ersten, die du zerschmettert hast; diese Tafeln sollst du dann in die Lade legen.2 Και εγω θελω γραψει επι τας πλακας τα λογια τα οποια ησαν εις τας πρωτας πλακας, τας οποιας συνετριψας, και θελεις εναποθεσει αυτας εν τη κιβωτω.
3 Ich fertigte eine Lade aus Akazienholz an, hieb zwei Steintafeln zurecht, so wie die ersten, und stieg auf den Berg. Ich hielt die beiden Tafeln in der Hand.3 Και εκαμα κιβωτον εκ ξυλου σιττιμ, και ελατομησα δυο πλακας λιθινας ως τας πρωτας, και ανεβην εις το ορος, εχων τας δυο πλακας εις τας χειρας μου.
4 Wie bei der ersten Inschrift schrieb der Herr auf die Tafeln die Zehn Worte, die er am Tag der Versammlung auf dem Berg mitten aus dem Feuer zu euch gesprochen hatte, und der Herr übergab sie mir.4 Και εγραψεν επι τας πλακας, κατα την γραφην την πρωτην, τας δεκα εντολας, τας οποιας ελαλησε Κυριος προς εσας εν τω ορει εκ μεσου του πυρος, εν τη ημερα της συναξεως? και εδωκεν αυτας ο Κυριος εις εμε.
5 Ich wandte mich um, stieg den Berg hinunter und legte die Tafeln in die Lade, die ich angefertigt hatte. Dort blieben sie, wie der Herr es mir befohlen hatte.5 Και επιστρεψας κατεβην απο του ορους και ενεθεσα τας πλακας εν τη κιβωτω την οποιαν εκαμον? και ειναι εκει, καθως προσεταξεν εις εμε ο Κυριος.
6 [Die Israeliten zogen von Beerot-Bene-Jaakan nach Moser. Dort starb Aaron, dort wurde er auch begraben. Sein Sohn Eleasar wurde an seiner Stelle Priester.6 Και οι υιοι Ισραηλ εσηκωθησαν απο Βηρωθ-βενε-ιακαν εις Μοσερα. Εκει απεθανεν ο Ααρων και εκει εταφη? και ιερατευσεν Ελεαζαρ ο υιος αυτου αντ' αυτου.
7 Von dort zogen sie nach Hor- Gidgad, von Hor-Gidgad nach Jotbata, einer Gegend, wo es Bäche gab, die immer Wasser führten.]7 Εκειθεν εσηκωθησαν εις Γαδγαδ και απο Γαδγαδ εις Ιοτβαθα, γην ποταμων υδατων.
8 Damals sonderte der Herr den Stamm Levi aus, damit er die Lade des Bundes des Herrn trage, vor dem Herrn stehe, vor ihm Dienst tue und in seinem Namen den Segen spreche. So geschieht es noch heute.8 Κατ' εκεινον τον καιρον εξεχωρισεν ο Κυριος την φυλην του Λευι, δια να βασταζη την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου, να παρισταται ενωπιον του Κυριου δια να υπηρετη αυτον, και να ευλογη εν τω ονοματι αυτου, εως της ημερας ταυτης.
9 Deshalb erhielt Levi nicht wie seine Brüder Landanteil und Erbbesitz. Der Herr ist sein Erbbesitz, wie es der Herr, dein Gott, ihm zugesagt hat.9 Δια τουτο δεν εχουσιν οι Λευιται μεριδιον η κληρονομιαν μεταξυ των αδελφων αυτων? ο Κυριος ειναι η κληρονομια αυτων, καθως Κυριος ο Θεος σου υπεσχεθη εις αυτους.
10 Zu mir aber, als ich wie beim ersten Mal vierzig Tage und vierzig Nächte lang auf dem Berg blieb und als der Herr mich auch diesmal erhörte, weil er dich nicht dem Verderben preisgeben wollte,10 Και εγω εσταθην επι του ορους, ως το προτερον, τεσσαρακοντα ημερας και τεσσαρακοντα νυκτας? και εισηκουσε μου ο Κυριος και ταυτην την φοραν, και δεν ηθελησεν ο Κυριος να σε εξολοθρευση.
11 sprach der Herr: Steh auf und tritt zum Aufbruch an die Spitze des Volkes! Sie sollen in das Land hineinziehen und es in Besitz nehmen, das Land, von dem du weißt: Ich habe ihren Vätern geschworen, es ihnen zu geben.11 Και ειπε Κυριος προς εμε, Σηκωθητι, προπορευου του λαου, δια να εισελθωσι και κληρονομησωσι την γην, την οποιαν ωμοσα προς τους πατερας αυτων να δωσω εις αυτους.
12 Und nun, Israel, was fordert der Herr, dein Gott, von dir außer dem einen: dass du den Herrn, deinen Gott, fürchtest, indem du auf allen seinen Wegen gehst, ihn liebst und dem Herrn, deinem Gott, mit ganzem Herzen und mit ganzer Seele dienst;12 Και τωρα, Ισραηλ, τι ζητει Κυριος ο Θεος σου παρα σου, ειμη να φοβησαι Κυριον τον Θεον σου, να περιπατης εις πασας τας οδους αυτου και να αγαπας αυτον, και να λατρευης Κυριον τον Θεον σου εξ ολης της καρδιας σου και εξ ολης της ψυχης σου,
13 dass du ihn fürchtest, indem du auf die Gebote des Herrn und seine Gesetze achtest, auf die ich dich heute verpflichte. Dann wird es dir gut gehen.13 να φυλαττης τας εντολας του Κυριου και τα διαταγματα αυτου, τα οποια εγω προσταζω εις σε σημερον δια το καλον σου;
14 Sieh, dem Herrn, deinem Gott, gehören der Himmel, der Himmel über den Himmeln, die Erde und alles, was auf ihr lebt.14 Ιδου, Κυριου του Θεου σου ειναι ο ουρανος και ο ουρανος των ουρανων? η γη και παντα τα εν αυτη.
15 Doch nur deine Väter hat der Herr ins Herz geschlossen, nur sie hat er geliebt. Und euch, ihre Nachkommen, hat er später unter allen Völkern ausgewählt, wie es sich heute zeigt.15 Και ομως τους πατερας σου προετιμησεν ο Κυριος, να αγαπα αυτους, και εξελεξε το σπερμα αυτων μετ' αυτους, εσας παρα παντας τους λαους, καθως ειναι την ημεραν ταυτην.
16 Ihr sollt die Vorhaut eures Herzens beschneiden und nicht länger halsstarrig sein.16 Περιτεμετε λοιπον την ακροβυστιαν της καρδιας σας και μη σκληρυνητε πλεον τον τραχηλον σας.
17 Denn der Herr, euer Gott, ist der Gott über den Göttern und der Herr über den Herren. Er ist der große Gott, der Held und der Furchterregende. Er lässt kein Ansehen gelten und nimmt keine Bestechung an.17 Διοτι Κυριος ο Θεος σας ειναι Θεος των θεων και Κυριος των κυριων, Θεος μεγας, ισχυρος και φοβερος, μη αποβλεπων εις προσωπον μηδε λαμβανων δωρον?
18 Er verschafft Waisen und Witwen ihr Recht. Er liebt die Fremden und gibt ihnen Nahrung und Kleidung -18 ποιων κρισιν εις τον ορφανον και εις την χηραν, και αγαπων τον ξενον, διδων εις αυτον τροφην και ενδυματα.
19 auch ihr sollt die Fremden lieben, denn ihr seid Fremde in Ägypten gewesen.19 Αγαπατε λοιπον τον ξενον? διοτι σεις ξενοι εσταθητε εν τη γη της Αιγυπτου.
20 Du sollst den Herrn, deinen Gott, fürchten. Ihm sollst du dienen, an ihm sollst du dich festhalten, bei seinem Namen sollst du schwören.20 Κυριον τον Θεον σου θελεις φοβεισθαι αυτον θελεις λατρευει, και εις αυτον θελεις εισθαι προσηλωμενος, και εις το ονομα αυτου θελεις ομνυει.
21 Er ist dein Lobgesang, er ist dein Gott. Für dich hat er all das Große und Furchterregende getan, das du mit eigenen Augen gesehen hast.21 Αυτος ειναι καυχημα σου, και αυτος ειναι Θεος σου, οστις εκαμε δια σε τα μεγαλα ταυτα και τρομερα, τα οποια ειδον οι οφθαλμοι σου.
22 Als deine Vorfahren nach Ägypten zogen, waren sie nur siebzig an der Zahl; jetzt aber hat der Herr, dein Gott, dich so zahlreich gemacht wie die Sterne am Himmel.22 Μετα εβδομηκοντα ψυχων κατεβησαν οι πατερες σου εις την Αιγυπτον, και τωρα Κυριος ο Θεος σου σε κατεστησεν ως τα αστρα του ουρανου κατα το πληθος.