І Самуїла 18
12345678910111213141516171819202122232425262728293031
Буття
Вихід
Левіт
Числа
Второзаконня
Ісуса Навина
Суддів
Рути
І Самуїла
ІІ Самуїла
І Царів
ІІ Царів
І Хронік
ІІ Хронік
Езри
Неємії
Товита
Юдити
Естери
1Mac
2Mac
Йова
Псалмів
Приповідок
Проповідник
Пісня Пісень
Мудрости
Сирах
Ісая
Єремія
Плач Єремії
Лист Єремії
Єзекиїл
Даниїл
Осій
Йоіл
Амос
Авдій
Йона
Міхей
Наум
Авакум
Софонія
Аггей
Захарій
Малахія
Матей
Марко
Лука
Іван
Діяння Апостолів
Римлян
І Корінтян
ІІ Корінтян
Галатів
Ефесян
Филип’ян
Колосян
І Солунян
І Солунян
І Тимотея
ІI Тимотея
Тита
Филимона
Євреїв
Якова
І Петра
ІI Петра
І Івана
ІІ Івана
ІІІ Івана
Юди
Одкровення
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
| Біблія | GREEK BIBLE |
|---|---|
| 1 Коли Давид закінчив розмову з Саулом, серце Йонатана прихилилось до Давидового серця, і Йонатан полюбив його, як свою душу. | 1 Και ως ετελειωσε λαλων προς τον Σαουλ, η ψυχη του Ιωναθαν συνεδεθη μετα της ψυχης του Δαβιδ, και ηγαπησεν αυτον ο Ιωναθαν ως την ιδιαν αυτου ψυχην. |
| 2 Саул узяв його того ж дня до себе й не дозволив йому вже повертатись до батька. | 2 Και παρελαβεν αυτον ο Σαουλ εκεινην την ημεραν και δεν αφηκεν αυτον να επιστρεψη πλεον εις τον οικον του πατρος αυτου. |
| 3 Йонатан увійшов з Давидом у побратимство та полюбив його, як власну душу, | 3 Τοτε ο Ιωναθαν εκαμε συνθηκην μετα του Δαβιδ? διοτι ηγαπα αυτον ως την ιδιαν αυτου ψυχην. |
| 4 і, знявши з себе верхню одежу, що її носив, дав її Давидові, до того ж і військовий свій одяг, ба й меча, лука та пояса свого. | 4 και εκδυθεις ο Ιωναθαν το επενδυμα το εφ' εαυτον, εδωκεν αυτο εις τον Δαβιδ, και την στολην αυτου, εως και αυτο το ξιφος αυτου και το τοξον αυτου και την ζωνην αυτου. |
| 5 Коли б Давид не виступав і куди б не посилав його Саул, то скрізь добре впорувався, так, що Саул настановив його над своїм військовим людом. Увесь народ собі його вподобав, ба навіть і Саулові служаки. | 5 και εξηρχετο ο Δαβιδ πανταχου οπου επεμπεν αυτον ο Σαουλ, και εφερετο μετα συνεσεως? και κατεστησεν αυτον ο Σαουλ επι τους ανδρας του πολεμου? και ητο αρεστος εις τους οφθαλμους παντος του λαου, ετι δε και εις τους οφθαλμους των δουλων του Σαουλ. |
| 6 І от сталося, що вони йшли додому, коли Давид повертався, вбивши філістимлянина, вийшли жінки з усіх міст Ізраїля цареві Саулові назустріч, з радости ж: співали і танцювали під звуки бубнів та цимбалів. | 6 Καθως δε ηρχοντο, ενω επεστρεφεν ο Δαβιδ εκ της σφαγης του Φιλισταιου, εξηρχοντο αι γυναικες εκ πασων των πολεων του Ισραηλ, ψαλλουσαι και χορευουσαι, εις συναντησιν του βασιλεως Σαουλ, μετα τυμπανων, μετα χαρας και μετα κυμβαλων. |
| 7 Жінки, танцюючи, повторювали приспів: «Саул побив тисячі, а Давид — десятки тисяч.» | 7 Και απεκρινοντο αι γυναικες αι παιζουσαι προς αλληλας, και ελεγον, Ο Σαουλ επαταξε τας χιλιαδας αυτου, και ο Δαβιδ τας μυριαδας αυτου. |
| 8 Саул дуже розсердивсь, і не сподобалось йому це слово. Він сказав: «Давидові дали десятки тисяч, а мені тисячі, йому бракує хіба царства!» | 8 Παρωξυνθη δε σφοδρα ο Σαουλ, και εφανη δυσαρεστος εις τους οφθαλμους αυτου ο λογος ουτος, και ειπεν, Απεδωκαν εις τον Δαβιδ τας μυριαδας, εις εμε δε απεδωκαν τας χιλιαδας? και τι λειπεται πλεον εις αυτον παρα η βασιλεια; |
| 9 І з того часу дивився Саул на Давида скоса. | 9 Και υπεβλεπεν ο Σαουλ τον Δαβιδ απ' εκεινης της ημερας και εις το εξης. |
| 10 Другого дня найшов злий дух від Бога на Саула, й він був не при собі серед дому; Давид же грав на струнах, як і щодня, а в Саула був у руці спис. | 10 Και την επαυριον επηλθε πνευμα πονηρον παρα Θεου επι τον Σαουλ, και επροφητευεν εν μεσω του οικου? και ο Δαβιδ επαιζε δια της χειρος αυτου, ως καθ' εκαστην ημεραν? ητο δε το δορατιον εν τη χειρι του Σαουλ? |
| 11 І метнув Саул списа, думаючи: «Приб’ю Давида до стіни!» Та Давид ухиливсь від нього два рази. | 11 και ερριψεν ο Σαουλ το δορατιον, λεγων, Θελω κτυπησει τον Δαβιδ εως και εις τον τοιχον. Αλλ' ο Δαβιδ εξεκλινεν απ' εμπροσθεν αυτου δις. |
| 12 І почав Саул боятися Давида, бо з ним був Господь, а від Саула відступив. | 12 Εφοβηθη δε ο Σαουλ απο προσωπου Δαβιδ, επειδη ο Κυριος ητο μετ' αυτου, απο δε του Σαουλ ειχεν απομακρυνθη. |
| 13 Тоді Саул віддалив його від себе і зробив його тисяцьким: він завжди був на чолі свого загону | 13 Οθεν απεμακρυνεν αυτον ο Σαουλ απο πλησιον εαυτου και κατεστησεν αυτον χιλιαρχον? και εξηρχετο και εισηρχετο εμπροσθεν του λαου. |
| 14 До чого б Давид не брався, все йому щастило, й Господь був з ним. | 14 Και εφερετο ο Δαβιδ μετα συνεσεως εν πασαις ταις οδοις αυτου? και ο Κυριος ητο μετ' αυτου. |
| 15 Саул же, бачивши, що йому щастить вельми, почав його боятись, | 15 Δια τουτο ο Σαουλ, βλεπων οτι εφερετο μετα μεγαλης συνεσεως, εφοβειτο απο προσωπου αυτου. |
| 16 а ввесь Ізраїль і Юда любили Давида, бо він і входив і виходив перед народом. | 16 Πας δε ο Ισραηλ και ο Ιουδας ηγαπα τον Δαβιδ, επειδη εξηρχετο και εισηρχετο εμπροσθεν αυτων. |
| 17 Саул промовив до Давида: «Ось тобі, моя старша дочка Мерав: я дам її тобі за жінку, тільки мусиш мені бути добим витязем і Господні війни вести.» Сам же Саул думав: «Нехай не моя рука буде на ньому, а радше хай буде на ньому рука філістимлян.» | 17 Και ειπεν ο Σαουλ προς τον Δαβιδ, Ιδου, η μεγαλητερα θυγατηρ μου Μεραβ? ταυτην θελω σοι δωσει εις γυναικα? μονον εσο ανδρειος εις εμε και μαχου τας μαχας του Κυριου. Διοτι ειπεν ο Σαουλ, Ας μη ηναι η χειρ μου επ' αυτον, αλλ' η χειρ των Φιλισταιων ας ηναι επ' αυτον. |
| 18 Давид відповів Саулові: «Хто я такий і який мій рід — родина мого батька — в Ізраїлі, щоб мені бути царським зятем?» | 18 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Σαουλ, Ποιος εγω; και ποια η ζωη μου και η οικογενεια του πατρος μου μεταξυ του Ισραηλ, ωστε να γεινω γαμβρος του βασιλεως; |
| 19 Та як настав час видавати Мерав, дочку Саула, за Давида, ЇЇ віддано за жінку Адрієлові з Мехоли. | 19 Αλλα καθ' ον καιρον η Μεραβ η θυγατηρ του Σαουλ επρεπε να δοθη εις τον Δαβιδ, αυτη εδοθη εις τον Αδριηλ τον Μεολαθιτην εις γυναικα. |
| 20 Тим часом Міхаль, дочка Саула, полюбила Давида, й як про це сповіщено Саула, це йому було довподоби. | 20 Ηγαπα δε τον Δαβιδ Μιχαλ η θυγατηρ του Σαουλ? και ανηγγειλαν τουτο προς τον Σαουλ? και το πραγμα ηρεσεν εις αυτον. |
| 21 Саул бо думав: «Віддам її за нього, й вона буде йому сильцем і рука філістимлян буде на ньому.» От і сказав Саул до Давида вдруге: «Сьогодні станеш моїм зятем.» | 21 Και ειπεν ο Σαουλ, Θελω δωσει αυτην εις αυτον, δια να γεινη παγις εις αυτον, και δια να ηναι επ' αυτον η χειρ των Φιλισταιων. Οθεν ειπεν ο Σαουλ προς τον Δαβιδ, Σημερον θελεις εισθαι γαμβρος μου με την δευτεραν. |
| 22 Саул звелів своїм слугам: «Говоріть потайки з Давидом таким робом: Цар прихильний до тебе, й усі його слуги тебе люблять. Зробися, отже, царським зятем.» | 22 Και προσεταξεν ο Σαουλ τους δουλους αυτου, λεγων, Λαλησατε προς τον Δαβιδ κρυφιως και ειπατε, Ιδου, ο βασιλευς ευαρεστειται εις σε, και παντες οι δουλοι αυτου σε αγαπωσι? τωρα λοιπον γενου γαμβρος του βασιλεως. |
| 23 Слуги Саула передали ці слова Давидові на вухо, та Давид відповів: «Чи ж вам здається незначною річчю стати царським зятем? Та я ж чоловік убогий і невидатний!» | 23 Και ελαλησαν οι δουλοι του Σαουλ τους λογους τουτους εις τα ωτα του Δαβιδ. Και ειπεν ο Δαβιδ, Σας φαινεται μικρον να γεινη τις γαμβρος βασιλεως; αλλ' εγω ειμαι ανθρωπος πτωχος και ποταπος. |
| 24 І переказали слуги Саулові: ось так, мовляв, говорив Давид. | 24 Και ανηγγειλαν οι δουλοι του Σαουλ προς αυτον, λεγοντες, Κατα τους λογους τουτους ελαλησεν ο Δαβιδ. |
| 25 Тоді Саул сказав: «Скажіть Давидові: Цар не бажає весільного гостинця, а тільки сто обрізних шкірок філістимлянських, щоб помститись над царськими ворогами.» Саул же продумував, як би його зробити так, щоб Давид потрапив у руки філістимлянам. | 25 Και ειπεν ο Σαουλ, Ουτω θελετε ειπει προς τον Δαβιδ, Ο βασιλευς δεν θελει δωρα νυμφικα, αλλ' εκατον ακροβυστιας Φιλισταιων, δια να εκδικηθη ο βασιλευς εναντιον των εχθρων αυτου. Ο Σαουλ ομως εστοχαζετο να καμη τον Δαβιδ να πεση δια χειρος των Φιλισταιων. |
| 26 Його слуги донесли ці слова Давидові, й йому вподобалася справа — стати царським зятем. Призначений час не минув іще, | 26 Και οτε ανηγγειλαν οι δουλοι αυτου προς τον Δαβιδ τους λογους τουτους, ηρεσεν εις τον Δαβιδ να γεινη γαμβρος του βασιλεως? οθεν και πριν αι ημεραι πληρωθωσιν, |
| 27 як Давид зібрався, двигнувся разом із своїми людьми, вбив двісті чоловік між філістимлянами й приніс двісті обрізних шкірок — повне число — цареві, щоб стати царським зятем. І Саул дав йому свою дочку Міхаль за жінку. | 27 εσηκωθη ο Δαβιδ και υπηγεν, αυτος και οι ανδρες αυτου, και εθανατωσεν εκ των Φιλισταιων διακοσιους ανδρας? και εφερεν ο Δαβιδ τας ακροβυστιας αυτων, και απεδωκαν αυτας πληρεις εις τον βασιλεα, δια να γεινη γαμβρος του βασιλεως. Και εδωκεν εις αυτον ο Σαουλ Μιχαλ την θυγατερα αυτου εις γυναικα. |
| 28 Бачив Саул і зрозумів, що Господь був із Давидом і що ввесь Ізраїль його любить, | 28 Και ειδεν ο Σαουλ και εγνωρισεν οτι ο Κυριος ητο μετα του Δαβιδ? και Μιχαλ η θυγατηρ του Σαουλ ηγαπα αυτον. |
| 29 і почав ще більше боятись Давида й став йому ворогом назавжди. | 29 Και ετι μαλλον εφοβειτο ο Σαουλ απο προσωπου του Δαβιδ? και εγεινεν ο Σαουλ παντοτεινος εχθρος του Δαβιδ. |
| 30 Філістимлянські князі й далі виступали в похід, але щоразу, як вони виступали, Давидові щастило понад усіх слуг Саула, й ім’я його стало вельми славним. | 30 Εξηλθον δε οι αρχοντες των Φιλισταιων εις πολεμον? και αφ' ης ημερας εξηλθον, ο Δαβιδ εφερετο μετα συνεσεως μεγαλητερας παρα παντας τους δουλους του Σαουλ? οθεν το ονομα αυτου ετιμηθη σφοδρα. |
ITALIANO
ENGLISH
ESPANOL
FRANCAIS
LATINO
PORTUGUES
DEUTSCH
MAGYAR
Ελληνική
לשון עברית
عَرَبيْ