Scrutatio

Lunedi, 20 maggio 2024 - San Bernardino da Siena ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 15


font
GREEK BIBLENOVA VULGATA
1 Τοτε απεκριθη Ελιφας ο Θαιμανιτης και ειπεν?1 Respondens autem Eliphaz Themanites dixit:
2 Επρεπε σοφος να προφερη στοχασμους ματαιους και να γεμιζη την κοιλιαν αυτου απο ανατολικου ανεμου;2 “ Numquid sapiens respondebit sapientia ventosa
et implebit vento urente stomachum suum?
3 Επρεπε να φιλονεικη δια λογων ματαιων και ομιλιων ανωφελων;3 Arguens verbis, quae nihil prosunt,
et sententiis, quae nihil iuvant?
4 Βεβαιως συ απορριπτεις τον φοβον και αποκλειεις την δεησιν ενωπιον του Θεου.4 Tu autem pietatem dissolvis
et detrahis meditationi coram Deo.
5 Διοτι το στομα σου αποδεικνυει την ανομιαν σου, και εξελεξας την γλωσσαν των πανουργων.5 Docet enim iniquitas tua os tuum,
et assumis linguam callidorum.
6 Το στομα σου σε καταδικαζει, και ουχι εγω? και τα χειλη σου καταμαρτυρουσιν εναντιον σου.6 Condemnabit te os tuum et non ego,
et labia tua respondebunt tibi.
7 Μη πρωτος ανθρωπος εγεννηθης; η προ των βουνων επλασθης;7 Numquid primus homo tu natus es
et ante colles formatus?
8 Μηπως ηκουσας τας βουλας του Θεου; και εξηντλησας εις σεαυτον την σοφιαν;8 Numquid consilium Dei audisti
et tibi attrahis sapientiam?
9 Τι εξευρεις, και δεν εξευρομεν; τι εννοεις, και δεν εννοουμεν;9 Quid nosti, quod nos ignoremus?
Quid intellegis, quod nos nesciamus?
10 Υπαρχουσι και μεταξυ ημων πολιοι και γεροντες, γεροντοτεροι του πατρος σου.10 Et senes et antiqui sunt inter nos,
multo vetustiores quam pater tuus.
11 Αι παρηγοριαι του Θεου φαινονται μικρον πραγμα εις σε; η εχεις τι αποκρυφον εν σεαυτω;11 Numquid parum tibi sunt consolationes Dei?
Et verbum lene tecum factum?
12 Δια τι σε αποπλανα η καρδια σου; και δια τι παραφερονται οι οφθαλμοι σου,12 Quid te elevat cor tuum,
et cur attonitos habes oculos?
13 ωστε στρεφεις το πνευμα σου κατα του Θεου και αφινεις να εξερχωνται τοιουτοι λογοι εκ του στοματος σου;13 Quid vertis contra Deum spiritum tuum
et profers de ore tuo huiuscemodi sermones?
14 Τι ειναι ο ανθρωπος, ωστε να ηναι καθαρος; και ο γεγεννημενος εκ γυναικος, ωστε να ηναι δικαιος;14 Quid est homo, ut immaculatus sit,
et ut iustus appareat natus de muliere?
15 Ιδου, εις τους αγιους αυτου δεν εμπιστευεται? και οι ουρανοι δεν ειναι καθαροι εις τους οφθαλμους αυτου?15 Ecce, sanctis suis non fidit,
et caeli non sunt mundi in conspectu eius;
16 ποσω μαλλον βδελυρος και ακαθαρτος ειναι ο ανθρωπος, ο πινων ανομιαν ως υδωρ;16 quanto magis abominabilis et corruptus homo,
qui bibit quasi aquam iniquitatem.
17 Εγω θελω σε διδαξει? ακουσον μου? τουτο βεβαιως ειδον και θελω φανερωσει,17 Ostendam tibi, audi me;
quod vidi, narrabo tibi,
18 το οποιον οι σοφοι ανηγγειλαν παρα των πατερων αυτων, και δεν εκρυψαν?18 quod sapientes confitentur,
et non celaverunt eos patres eorum:
19 εις τους οποιους μονους εδοθη η γη, και ξενος δεν επερασε δια μεσου αυτων.19 quibus solis data est terra,
et non transivit alienus per eos.
20 Ο ασεβης βασανιζεται πασας τας ημερας, και αριθμητα ετη ειναι πεφυλαγμενα δια τον τυραννον.20 Cunctis diebus suis impius cruciatur,
et numerus annorum incertus est tyranno.
21 Ηχος φοβου ειναι εις τα ωτα αυτου? εν μεσω ειρηνης θελει επελθει επ' αυτον ο εξολοθρευτης.21 Sonitus terroris semper in auribus illius,
quasi, cum pax sit, vastator irruat in eum.
22 Δεν πιστευει οτι θελει επιστρεψει εκ του σκοτους, και περιμενει την μαχαιραν.22 Non credit quod reverti possit de tenebris,
cum sit destinatus gladio.
23 Περιπλαναται δια αρτον, και που; εξευρει οτι η ημερα του σκοτους ειναι ετοιμη πλησιον αυτου.23 Cum se moverit ad quaerendum panem: “Ubinam?”,
novit quod paratus sit in manu eius tenebrarum dies.
24 Θλιψις και στενοχωρια θελουσι καταπληττει αυτον? θελουσιν υπερισχυσει κατ' αυτου, ως βασιλευς εις μαχην παρεσκευασμενος?24 Terrebit eum tribulatio et angustia,
vallabit eum sicut regem, qui praeparatur ad proelium.
25 διοτι εξηπλωσε την χειρα αυτου κατα του Θεου και ηλαζονευθη κατα του Παντοδυναμου?25 Tetendit enim adversus Deum manum suam,
et contra Omnipotentem roboratus est.
26 ωρμησε κατ' αυτου με τραχηλον επηρμενον, με την πεπυκνωμενην ραχιν των ασπιδων αυτου?26 Cucurrit adversus eum erecto collo,
spisso scuto armatus.
27 διοτι εσκεπασε το προσωπον αυτου με το παχος αυτου και υπερεπαχυνε τα πλευρα αυτου?27 Operuit faciem eius crassitudo,
et de lateribus eius arvina dependet.
28 και κατωκησεν εις πολεις ερημους, εις οικους ακατοικητους, ετοιμους δια σωρους.28 Habitavit in civitatibus desolatis
et in domibus desertis, quae in tumulos sunt redactae.
29 δεν θελει πλουτισθη, ουδε θελουσι διαμενει τα υπαρχοντα αυτου, ουδε θελει εκτανθη η αφθονια αυτων επι την γην.29 Non ditabitur, nec perseverabit substantia eius;
nec mittet in terra radicem suam.
30 Δεν θελει χωρισθη εκ του σκοτους? φλοξ θελει ξηρανει τους βλαστους αυτου, και με την πνοην του στοματος αυτου θελει απελθει.30 Non recedet de tenebris;
ramos eius arefaciet flamma,
et auferet ventus florem eius.
31 Ας μη πιστευση εις την ματαιοτητα ο ηπατημενος, διοτι ματαιοτης θελει εισθαι η αμοιβη αυτου.31 Ne credat vanitati errore deceptus,
quia vanitas erit remuneratio eius.
32 Προ του καιρου αυτου θελει φθαρη, και ο κλαδος αυτου δεν θελει πρασινισει.32 Antequam dies eius impleantur, abscindentur,
et ramus eius non virescet.
33 Θελει αποβαλει την αωρον σταφυλην αυτου ως η αμπελος, και θελει ριψει το ανθος αυτου ως η ελαια.33 Laedetur quasi vinea in primo flore botrus eius,
et quasi oliva proiciens florem suum.
34 Διοτι η συναξις των υποκριτων θελει ερημωθη, και πυρ θελει καταφαγει τας σκηνας της δωροληψιας.34 Cangregatio enim impii sterilis,
et ignis devorabit tabernacula eorum, qui munera libenter accipiunt.
35 Συλλαμβανουσι πονηριαν και γεννωσι ματαιοτητα, και η καρδια αυτων μηχαναται δολον.35 Concepit dolorem et peperit iniquitatem,
et venter eius praeparat dolos.