Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Isaiæ 30


font
VULGATALXX
1 Væ filii desertores, dicit Dominus,
ut faceretis consilium, et non ex me,
et ordiremini telam, et non per spiritum meum,
ut adderetis peccatum super peccatum ;
1 ουαι τεκνα αποσταται ταδε λεγει κυριος εποιησατε βουλην ου δι' εμου και συνθηκας ου δια του πνευματος μου προσθειναι αμαρτιας εφ' αμαρτιαις
2 qui ambulatis ut descendatis in Ægyptum,
et os meum non interrogastis,
sperantes auxilium in fortitudine Pharaonis,
et habentes fiduciam in umbra Ægypti !
2 οι πορευομενοι καταβηναι εις αιγυπτον εμε δε ουκ επηρωτησαν του βοηθηθηναι υπο φαραω και σκεπασθηναι υπο αιγυπτιων
3 Et erit vobis fortitudo Pharaonis in confusionem,
et fiducia umbræ Ægypti in ignominiam.
3 εσται γαρ υμιν η σκεπη φαραω εις αισχυνην και τοις πεποιθοσιν επ' αιγυπτον ονειδος
4 Erant enim in Tani principes tui,
et nuntii tui usque ad Hanes pervenerunt.
4 οτι εισιν εν τανει αρχηγοι αγγελοι πονηροι ματην κοπιασουσιν
5 Omnes confusi sunt super populo qui eis prodesse non potuit :
non fuerunt in auxilium et in aliquam utilitatem,
sed in confusionem et in opprobrium.
5 προς λαον ος ουκ ωφελησει αυτους ουτε εις βοηθειαν ουτε εις ωφελειαν αλλα εις αισχυνην και ονειδος
6 Onus jumentorum austri. In terra tribulationis et angustiæ
leæna, et leo ex eis,
vipera et regulus volans ;
portantes super humeros jumentorum divitias suas,
et super gibbum camelorum thesauros suos,
ad populum qui eis prodesse non poterit.
6 η ορασις των τετραποδων των εν τη ερημω εν τη θλιψει και τη στενοχωρια λεων και σκυμνος λεοντος εκειθεν και ασπιδες και εκγονα ασπιδων πετομενων οι εφερον επ' ονων και καμηλων τον πλουτον αυτων προς εθνος ο ουκ ωφελησει αυτους εις βοηθειαν αλλα εις αισχυνην και ονειδος
7 Ægyptus enim frustra et vane auxiliabitur.
Ideo clamavi super hoc : Superbia tantum est, quiesce.
7 αιγυπτιοι ματαια και κενα ωφελησουσιν υμας απαγγειλον αυτοις οτι ματαια η παρακλησις υμων αυτη
8 Nunc ergo ingressus, scribe ei super buxum,
et in libro diligenter exara illud,
et erit in die novissimo
in testimonium usque in æternum.
8 νυν ουν καθισας γραψον επι πυξιου ταυτα και εις βιβλιον οτι εσται εις ημερας καιρων ταυτα και εως εις τον αιωνα
9 Populus enim ad iracundiam provocans est :
et filii mendaces,
filii nolentes
audire legem Dei ;
9 οτι λαος απειθης εστιν υιοι ψευδεις οι ουκ ηβουλοντο ακουειν τον νομον του θεου
10 qui dicunt videntibus : Nolite videre,
et aspicientibus : Nolite aspicere nobis ea quæ recta sunt ;
loquimini nobis placentia :
videte nobis errores.
10 οι λεγοντες τοις προφηταις μη αναγγελλετε ημιν και τοις τα οραματα ορωσιν μη λαλειτε ημιν αλλα ημιν λαλειτε και αναγγελλετε ημιν ετεραν πλανησιν
11 Auferte a me viam ;
declinate a me semitam ;
cesset a facie nostra
Sanctus Israël.
11 και αποστρεψατε ημας απο της οδου ταυτης αφελετε αφ' ημων τον τριβον τουτον και αφελετε αφ' ημων τον αγιον του ισραηλ
12 Propterea hæc dicit Sanctus Israël : Pro eo quod reprobastis verbum hoc,
et sperastis in calumnia et in tumultu,
et innixi estis super eo ;
12 δια τουτο ουτως λεγει κυριος ο αγιος του ισραηλ οτι ηπειθησατε τοις λογοις τουτοις και ηλπισατε επι ψευδει και οτι εγογγυσας και πεποιθως εγενου επι τω λογω τουτω
13 propterea erit vobis iniquitas hæc
sicut interruptio cadens,
et requisita in muro excelso,
quoniam subito, dum non speratur, veniet contritio ejus.
13 δια τουτο εσται υμιν η αμαρτια αυτη ως τειχος πιπτον παραχρημα πολεως οχυρας εαλωκυιας ης παραχρημα παρεστιν το πτωμα
14 Et comminuetur sicut conteritur lagena figuli
contritione pervalida,
et non invenietur de fragmentis ejus testa
in qua portetur igniculus de incendio,
aut hauriatur parum aquæ de fovea.
14 και το πτωμα αυτης εσται ως συντριμμα αγγειου οστρακινου εκ κεραμιου λεπτα ωστε μη ευρειν εν αυτοις οστρακον εν ω πυρ αρεις και εν ω αποσυριεις υδωρ μικρον
15 Quia hæc dicit Dominus Deus, Sanctus Israël :
Si revertamini et quiescatis, salvi eritis ;
in silentio et in spe erit fortitudo vestra.
Et noluistis,
15 ουτω λεγει κυριος ο αγιος του ισραηλ οταν αποστραφεις στεναξης τοτε σωθηση και γνωση που ησθα οτε επεποιθεις επι τοις ματαιοις ματαια η ισχυς υμων εγενηθη και ουκ ηβουλεσθε ακουειν
16 et dixistis : Nequaquam,
sed ad equos fugiemus :
ideo fugietis ;
et : Super veloces ascendemus :
ideo velociores erunt qui persequentur vos.
16 αλλ' ειπατε εφ' ιππων φευξομεθα δια τουτο φευξεσθε και ειπατε επι κουφοις αναβαται εσομεθα δια τουτο κουφοι εσονται οι διωκοντες υμας
17 Mille homines a facie terroris unius ;
et a facie terroris quinque fugietis,
donec relinquamini
quasi malus navis in vertice montis,
et quasi signum super collem.
17 δια φωνην ενος φευξονται χιλιοι και δια φωνην πεντε φευξονται πολλοι εως αν καταλειφθητε ως ιστος επ' ορους και ως σημαιαν φερων επι βουνου
18 Propterea exspectat Dominus ut misereatur vestri ;
et ideo exaltabitur parcens vobis,
quia Deus judicii Dominus :
beati omnes qui exspectant eum !
18 και παλιν μενει ο θεος του οικτιρησαι υμας και δια τουτο υψωθησεται του ελεησαι υμας διοτι κριτης κυριος ο θεος ημων εστιν και που καταλειψετε την δοξαν υμων μακαριοι οι εμμενοντες εν αυτω
19 Populus enim Sion habitabit in Jerusalem :
plorans nequaquam plorabis :
miserans miserebitur tui, ad vocem clamoris tui :
statim ut audierit, respondebit tibi.
19 διοτι λαος αγιος εν σιων οικησει και ιερουσαλημ κλαυθμω εκλαυσεν ελεησον με ελεησει σε την φωνην της κραυγης σου ηνικα ειδεν επηκουσεν σου
20 Et dabit vobis Dominus
panem arctum, et aquam brevem ;
et non faciet avolare a te ultra doctorem tuum ;
et erunt oculi tui videntes præceptorem tuum.
20 και δωσει κυριος υμιν αρτον θλιψεως και υδωρ στενον και ουκετι μη εγγισωσιν σοι οι πλανωντες σε οτι οι οφθαλμοι σου οψονται τους πλανωντας σε
21 Et aures tuæ audient verbum post tergum monentis :
Hæc est via ; ambulate in ea,
et non declinetis neque ad dexteram, neque ad sinistram.
21 και τα ωτα σου ακουσονται τους λογους των οπισω σε πλανησαντων οι λεγοντες αυτη η οδος πορευθωμεν εν αυτη ειτε δεξια ειτε αριστερα
22 Et contaminabis laminas sculptilium argenti tui,
et vestimentum conflatilis auri tui,
et disperges ea sicut immunditiam menstruatæ.
Egredere, dices ei.
22 και εξαρεις τα ειδωλα τα περιηργυρωμενα και τα περικεχρυσωμενα λεπτα ποιησεις και λικμησεις ως υδωρ αποκαθημενης και ως κοπρον ωσεις αυτα
23 Et dabitur pluvia semini tuo,
ubicumque seminaveris in terra,
et panis frugum terræ
erit uberrimus et pinguis ;
pascetur in possessione tua in die illo agnus spatiose,
23 τοτε εσται ο υετος τω σπερματι της γης σου και ο αρτος του γενηματος της γης σου εσται πλησμονη και λιπαρος και βοσκηθησεται σου τα κτηνη τη ημερα εκεινη τοπον πιονα και ευρυχωρον
24 et tauri tui, et pulli asinorum,
qui operantur terram,
commistum migma comedent
sicut in area ventilatum est.
24 οι ταυροι υμων και οι βοες οι εργαζομενοι την γην φαγονται αχυρα αναπεποιημενα εν κριθη λελικμημενα
25 Et erunt super omnem montem excelsum,
et super omnem collem elevatum,
rivi currentium aquarum,
in die interfectionis multorum,
cum ceciderint turres :
25 και εσται επι παντος ορους υψηλου και επι παντος βουνου μετεωρου υδωρ διαπορευομενον εν τη ημερα εκεινη οταν απολωνται πολλοι και οταν πεσωσιν πυργοι
26 et erit lux lunæ sicut lux solis,
et lux solis erit septempliciter
sicut lux septem dierum,
in die qua alligaverit Dominus vulnus populi sui,
et percussuram plagæ ejus sanaverit.
26 και εσται το φως της σεληνης ως το φως του ηλιου και το φως του ηλιου εσται επταπλασιον εν τη ημερα οταν ιασηται κυριος το συντριμμα του λαου αυτου και την οδυνην της πληγης σου ιασεται
27 Ecce nomen Domini venit de longinquo,
ardens furor ejus, et gravis ad portandum ;
labia ejus repleta sunt indignatione,
et lingua ejus quasi ignis devorans.
27 ιδου το ονομα κυριου δια χρονου ερχεται πολλου καιομενος ο θυμος μετα δοξης το λογιον των χειλεων αυτου το λογιον οργης πληρες και η οργη του θυμου ως πυρ εδεται
28 Spiritus ejus velut torrens
inundans usque ad medium colli,
ad perdendas gentes in nihilum,
et frenum erroris quod erat in maxillis populorum.
28 και το πνευμα αυτου ως υδωρ εν φαραγγι συρον ηξει εως του τραχηλου και διαιρεθησεται του εθνη ταραξαι επι πλανησει ματαια και διωξεται αυτους πλανησις και λημψεται αυτους κατα προσωπον αυτων
29 Canticum erit vobis
sicut nox sanctificatæ solemnitatis,
et lætitia cordis
sicut qui pergit cum tibia,
ut intret in montem Domini
ad Fortem Israël.
29 μη δια παντος δει υμας ευφραινεσθαι και εισπορευεσθαι εις τα αγια μου δια παντος ωσει εορταζοντας και ωσει ευφραινομενους εισελθειν μετα αυλου εις το ορος του κυριου προς τον θεον του ισραηλ
30 Et auditam faciet Dominus gloriam vocis suæ,
et terrorem brachii sui ostendet
in comminatione furoris, et flamma ignis devorantis :
allidet in turbine, et in lapide grandinis.
30 και ακουστην ποιησει ο θεος την δοξαν της φωνης αυτου και τον θυμον του βραχιονος αυτου δειξει μετα θυμου και οργης και φλογος κατεσθιουσης κεραυνωσει βιαιως και ως υδωρ και χαλαζα συγκαταφερομενη βια
31 A voce enim Domini pavebit Assur
virga percussus.
31 δια γαρ φωνην κυριου ηττηθησονται ασσυριοι τη πληγη η αν παταξη αυτους
32 Et erit transitus virgæ fundatus,
quam requiescere faciet Dominus super eum
in tympanis et citharis ;
et in bellis præcipuis expugnabit eos.
32 και εσται αυτω κυκλοθεν οθεν ην αυτω η ελπις της βοηθειας εφ' η αυτος επεποιθει αυτοι μετα αυλων και κιθαρας πολεμησουσιν αυτον εκ μεταβολης
33 Præparata est enim ab heri Topheth,
a rege præparata,
profunda, et dilatata.
Nutrimenta ejus, ignis et ligna multa ;
flatus Domini sicut torrens sulphuris succendens eam.
33 συ γαρ προ ημερων απαιτηθηση μη και σοι ητοιμασθη βασιλευειν φαραγγα βαθειαν ξυλα κειμενα πυρ και ξυλα πολλα ο θυμος κυριου ως φαραγξ υπο θειου καιομενη