Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 39


font
GREEK BIBLEEINHEITSUBERSETZUNG BIBEL
1 Γνωριζεις τον καιρον του τοκετου των αγριων αιγων του βραχου; δυνασαι να σημειωσης ποτε γεννωσιν αι ελαφοι;1 Kennst du der Steinböcke Wurfzeit,
überwachst du das Werfen der Hirsche?
2 Δυνασαι να αριθμησης τους μηνας τους οποιους πληρουσιν; η γνωριζεις τον καιρον του τοκετου αυτων;2 Zählst du die Monde, die tragend sie füllen,
kennst du die Zeit ihres Wurfs?
3 Αυται συγκαμπτονται, γεννωσι τα παιδια αυτων, ελευθερονονται απο των ωδινων αυτων.3 Sie kauern sich, werfen ihre Jungen,
werden los ihre Wehen.
4 Τα τεκνα αυτων ενδυναμουνται, αυξανουσιν εν τη πεδιαδι? εξερχονται και δεν επιστρεφουσι πλεον εις αυτας.4 Ihre Jungen erstarken, wachsen im Freien,
laufen hinaus und kehren nicht zu ihnen zurück.
5 Τις εξαπεστειλεν ελευθερον τον αγριον ονον; η τις ελυσε τους δεσμους αυτου;5 Wer hat das Maultier freigelassen,
des Wildesels Fesseln, wer schloss sie auf?
6 του οποιου οικιαν εκαμον την ερημον, και την αλμυριδα κατοικιαν αυτου.6 Ich gab ihm zur Behausung die Steppe,
zu seiner Wohnung die salzige Trift.
7 Καταγελα του θορυβου της πολεως? δεν ακουει την κραυγην του εργοδιωκτου.7 Er verlacht das Lärmen der Stadt,
hört nicht des Treibers Geschrei.
8 Κατασκοπευει τα ορη δια βοσκην αυτου, και υπαγει ζητων κατοπιν παντος ειδους χλοης.8 Die Berge sucht er nach Weide ab,
jeglichem Grün spürt er nach.
9 Θελει ευχαριστηθη ο μονοκερως να σε δουλευη, η θελει διανυκτερευσει εν τη φατνη σου;9 Wird dir der Wildstier dienen wollen,
bleibt er an deiner Krippe zur Nacht?
10 Δυνασαι να δεσης τον μονοκερων με τον δεσμον αυτου προς αροτριασιν; η θελει ομαλιζει τας πεδιαδας οπισω σου;10 Hältst du am Seil ihn in der Furche,
pflügt er die Täler hinter dir her?
11 Θελεις βαλει το θαρρος σου εις αυτον, διοτι η δυναμις αυτου ειναι μεγαλη; η θελεις αφησει την εργασιαν σου επ' αυτον;11 Traust du ihm, weil er so stark ist?
Überlässt du ihm deine Arbeit?
12 Θελεις εμπιστευθη εις αυτον να σοι φερη τον σπορον σου και να συναξη αυτον εν τω αλωνιω σου;12 Glaubst du ihm, dass er wiederkommt
und deine Saat auf die Tenne bringt?
13 Εδωκας συ τας ωραιας πτερυγας εις τους ταωνας; η πτερυγας και πτερα εις την στρουθοκαμηλον;13 Lustig schlägt die Straußenhenne die Flügel.
Ist ihre Schwinge darum so
wie die des Storches und Falken?
14 ητις αφινει τα ωα αυτης εις την γην και θαλπει αυτα επι του χωματος,14 Nein, sie gibt der Erde ihre Eier preis,
lässt sie erwärmen im Sand,
15 και λησμονει οτι ο πους ενδεχεται να συντριψη αυτα, η το θηριον του αγρου να καταπατηση αυτα?15 vergisst, dass sie ein Fuß zerdrücken,
das Wild des Feldes sie zertreten kann;
16 σκληρυνεται κατα των τεκνων αυτης, ως να μη ησαν αυτης? ματαιως εκοπιασε, μη φοβουμενη?16 sie behandelt ihre Jungen hart wie Fremde;
war umsonst ihre Mühe, es erschreckt sie nicht.
17 διοτι ο Θεος εστερησεν αυτην απο σοφιας και δεν εμοιρασεν εις αυτην συνεσιν?17 Denn Gott ließ sie Weisheit vergessen,
gab ihr an Verstand keinen Teil.
18 οσακις σηκονεται ορθιος, καταγελα του ιππου και του αναβατου αυτου.18 Im Augenblick aber, wenn sie hochschnellt,
verlacht sie das Ross und seinen Reiter.
19 Συ εδωκας δυναμιν εις τον ιππον; περιενεδυσας τον τραχηλον αυτου με βροντην;19 Gabst du dem Ross die Heldenstärke,
kleidest du mit einer Mähne seinen Hals?
20 συ καμνεις αυτον να πηδα ως ακρις; το γαυριαμα των μυκτηρων αυτου ειναι τρομερον?20 Läßt du wie Heuschrecken es springen?
Furchtbar ist sein stolzes Wiehern.
21 ανασκαπτει εν τη κοιλαδι και αγαλλεται εις την δυναμιν αυτου? εξερχεται εις απαντησιν των οπλων?21 Es scharrt im Tal und freut sich,
zieht mit Macht dem Kampf entgegen.
22 καταγελα του φοβου και δεν τρομαζει? ουδε στρεφει απο προσωπου ρομφαιας?22 Es spottet der Furcht und kennt keine Angst
und kehrt nicht um vor dem Schwert.
23 η φαρετρα κροταλιζει κατ' αυτου, η εξαστραπτουσα λογχη και το δορυ.23 Über ihm klirrt der Köcher,
Speer und Sichelschwert blitzen.
24 Καταπινει την γην εν αγριοτητι και μανια? και δεν πιστευει οτι ηχει σαλπιγξ?24 Mit Donnerbeben wirbelt es den Staub auf,
steht nicht still beim Klang des Horns.
25 αμα δε τη φωνη της σαλπιγγος, λεγει, Α, α και μακροθεν οσφραινεται την μαχην, την κραυγην των στρατηγων και τον αλαλαγμον.25 Sooft das Horn hallt, wiehert es «hui»
und wittert den Kampf schon von weitem,
der Anführer Lärm und das Schlachtgeschrei.
26 Δια της σοφιας σου πετα ο ιεραξ και απλονει τας πτερυγας αυτου προς νοτον;26 Kommt es von deiner Einsicht,
dass der Falke sich aufschwingt
und nach Süden seine Flügel ausbreitet?
27 Εις την προσταγην σου ανυψουται ο αετος και καμνει την φωλεαν αυτου εν τοις υψηλοις;27 Fliegt auf dein Geheiß der Adler so hoch
und baut seinen Horst in der Höhe?
28 Κατοικει επι βραχου και διατριβει, επι αποτομου βραχου και επι αβατων τοπων?28 Auf Felsen wohnt und nächtigt er,
auf der Felsenzacke und an steiler Wand.
29 εκειθεν αναζητει τροφην? οι οφθαλμοι αυτου σκοπευουσι μακροθεν?29 Von dort erspäht er die Beute,
seine Augen schauen ins Weite.
30 και οι νεοσσοι αυτου αιμα πινουσι? και οπου πτωματα, εκει και αυτος.30 Nach Blut schon gieren seine Jungen;
wo Erschlagene sind, ist er zur Stelle.