SCRUTATIO

Domenica, 12 ottobre 2025 - Divina Maternità  di Maria Santissima ( Letture di oggi)

Księga Przysłów 31


font
Biblia TysiącleciaLXX
1 Słowa Lemuela, króla Massa, których nauczyła go matka.1 κρεισσων ανηρ ελεγχων ανδρος σκληροτραχηλου εξαπινης γαρ φλεγομενου αυτου ουκ εστιν ιασις
2 Cóż, synu? Cóż, synu mojego łona? Cóż, synu mych ślubów?2 εγκωμιαζομενων δικαιων ευφρανθησονται λαοι αρχοντων δε ασεβων στενουσιν ανδρες
3 Nie oddawaj kobietom swojej mocy ni rządów twych tym, które gubią królów.3 ανδρος φιλουντος σοφιαν ευφραινεται πατηρ αυτου ος δε ποιμαινει πορνας απολει πλουτον
4 Nie dla królów, Lemuelu, nie dla królów picie wina ani dla władców pożądanie sycery,4 βασιλευς δικαιος ανιστησιν χωραν ανηρ δε παρανομος κατασκαπτει
5 by pijąc, praw nie zapomnieli, nie zaniedbali prawa ubogich.5 ος παρασκευαζεται επι προσωπον του εαυτου φιλου δικτυον περιβαλλει αυτο τοις εαυτου ποσιν
6 Daj sycerę skazańcom, a wino zgorzkniałym na duchu:6 αμαρτανοντι ανδρι μεγαλη παγις δικαιος δε εν χαρα και εν ευφροσυνη εσται
7 niech piją, niech nędzy zapomną, na trud już niepomni.7 επισταται δικαιος κρινειν πενιχροις ο δε ασεβης ου συνησει γνωσιν και πτωχω ουχ υπαρχει νους επιγνωμων
8 Ty usta otwórz dla niemych, na sąd dla godnych litości,8 ανδρες λοιμοι εξεκαυσαν πολιν σοφοι δε απεστρεψαν οργην
9 rządź uczciwie i usta swe otwórz, obroń uciemiężonych i biednych!9 ανηρ σοφος κρινει εθνη ανηρ δε φαυλος οργιζομενος καταγελαται και ου καταπτησσει
10 Niewiastę dzielną któż znajdzie? Jej wartość przewyższa perły.10 ανδρες αιματων μετοχοι μισησουσιν οσιον οι δε ευθεις εκζητησουσιν ψυχην αυτου
11 Serce małżonka jej ufa, na zyskach mu nie zbywa;11 ολον τον θυμον αυτου εκφερει αφρων σοφος δε ταμιευεται κατα μερος
12 nie czyni mu źle, ale dobrze przez wszystkie dni jego życia.12 βασιλεως υπακουοντος λογον αδικον παντες οι υπ' αυτον παρανομοι
13 O len się stara i wełnę, pracuje starannie rękami.13 δανιστου και χρεοφειλετου αλληλοις συνελθοντων επισκοπην ποιειται αμφοτερων ο κυριος
14 Podobnie jak okręt kupiecki żywność sprowadza z daleka.14 βασιλεως εν αληθεια κρινοντος πτωχους ο θρονος αυτου εις μαρτυριον κατασταθησεται
15 Wstaje, gdy jeszcze jest noc, i żywność rozdziela domowi, a obowiązki - swym dziewczętom.15 πληγαι και ελεγχοι διδοασιν σοφιαν παις δε πλανωμενος αισχυνει γονεις αυτου
16 Myśli o roli - kupuje ją: z zarobku swych rąk zasadza winnicę.16 πολλων οντων ασεβων πολλαι γινονται αμαρτιαι οι δε δικαιοι εκεινων πιπτοντων καταφοβοι γινονται
17 Przepasuje mocą swe biodra, umacnia swoje ramiona.17 παιδευε υιον σου και αναπαυσει σε και δωσει κοσμον τη ψυχη σου
18 Już widzi pożytek z swej pracy: jej lampa wśród nocy nie gaśnie.18 ου μη υπαρξη εξηγητης εθνει παρανομω ο δε φυλασσων τον νομον μακαριστος
19 Wyciąga ręce po kądziel, jej palce chwytają wrzeciono.19 λογοις ου παιδευθησεται οικετης σκληρος εαν γαρ και νοηση αλλ' ουχ υπακουσεται
20 Otwiera dłoń ubogiemu, do nędzarza wyciąga swe ręce.20 εαν ιδης ανδρα ταχυν εν λογοις γινωσκε οτι ελπιδα εχει μαλλον αφρων αυτου
21 Dla domu nie boi się śniegu, bo cały dom odziany na lata,21 ος κατασπαταλα εκ παιδος οικετης εσται εσχατον δε οδυνηθησεται εφ' εαυτω
22 sporządza sobie okrycia, jej szaty z bisioru i z purpury.22 ανηρ θυμωδης ορυσσει νεικος ανηρ δε οργιλος εξωρυξεν αμαρτιας
23 W bramie jej mąż szanowany, gdy wśród starszyzny kraju zasiądzie.23 υβρις ανδρα ταπεινοι τους δε ταπεινοφρονας ερειδει δοξη κυριος
24 Płótno wyrabia, sprzedaje, pasy dostarcza kupcowi.24 ος μεριζεται κλεπτη μισει την εαυτου ψυχην εαν δε ορκου προτεθεντος ακουσαντες μη αναγγειλωσιν
25 Strojem jej siła i godność, do dnia przyszłego się śmieje.25 φοβηθεντες και αισχυνθεντες ανθρωπους υπεσκελισθησαν ο δε πεποιθως επι κυριον ευφρανθησεται ασεβεια ανδρι διδωσιν σφαλμα ος δε πεποιθεν επι τω δεσποτη σωθησεται
26 Otwiera usta z mądrością, na języku jej miłe nauki.26 πολλοι θεραπευουσιν προσωπα ηγουμενων παρα δε κυριου γινεται το δικαιον ανδρι
27 Bada bieg spraw domowych, nie jada chleba lenistwa.27 βδελυγμα δικαιοις ανηρ αδικος βδελυγμα δε ανομω κατευθυνουσα οδος
28 Powstają synowie, by szczęście jej uznać, i mąż, ażeby ją sławić:
29 Wiele niewiast pilnie pracuje, lecz ty przewyższasz je wszystkie.
30 Kłamliwy wdzięk i marne jest piękno: chwalić należy niewiastę, co boi się Pana.
31 Z owocu jej rąk jej dajcie, niech w bramie chwalą jej czyny.