Scrutatio

Mercoledi, 1 maggio 2024 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Premier livre de Samuel 19


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Saül communiqua à son fils Jonathan et à tous ses officiers son dessein de faire mourir David. OrJonathan, fils de Saül, avait beaucoup d'affection pour David1 Και ειπεν ο Σαουλ προς Ιωναθαν τον υιον αυτου και προς παντας τους δουλους αυτου, να θανατωσωσι τον Δαβιδ.
2 et il avertit ainsi David: "Mon père Saül cherche à te faire mourir. Sois donc sur tes gardesdemain matin, reste à l'abri et dissimule-toi.2 Ο Ιωναθαν ομως, ο υιος του Σαουλ, ηγαπα καθ' υπερβολην τον Δαβιδ? και απηγγειλεν ο Ιωναθαν προς τον Δαβιδ, λεγων, Σαουλ ο πατηρ μου ζητει να σε θανατωση? τωρα λοιπον φυλαχθητι, παρακαλω, εως πρωι, και μενε εν αποκρυφω τοπω και κρυπτου?
3 Moi, je sortirai et je me tiendrai à côté de mon père dans le champ où tu seras, je parlerai de toi àmon père, je verrai ce qu'il y a et je t'en informerai."3 εγω δε θελω εξελθει και σταθη πλησιον του πατρος μου εν τω αγρω οπου θελεις εισθαι, και θελω ομιλησει περι σου προς τον πατερα μου? και θελω ιδει τι ειναι και θελω σοι απαγγειλει.
4 Jonathan dit du bien de David à son père Saül et il lui parla ainsi: "Que le roi ne pèche pas contreson serviteur David, car celui-ci n'a commis aucune faute contre toi; bien plutôt, ce qu'il a fait a été d'un grandprofit pour toi.4 Και ελαλησεν ο Ιωναθαν καλα περι του Δαβιδ προς τον Σαουλ τον πατερα αυτου και ειπε προς αυτον, Ας μη αμαρτηση ο βασιλευς εναντιον του δουλου αυτου, εναντιον του Δαβιδ? επειδη δεν ημαρτησεν εναντιον σου και επειδη τα εργα αυτου εσταθησαν εις σε πολυ καλα?
5 Il a risqué sa vie, il a abattu le Philistin et Yahvé a procuré une grande victoire à tout Israël: tu asvu et tu t'es réjoui. Pourquoi pécherais-tu par le sang d'un innocent en faisant mourir David sans raison?"5 διοτι ερριψοκινδυνευσε την ζωην αυτου και εθανατωσε τον Φιλισταιον, και ο Κυριος εκαμε σωτηριαν μεγαλην εις παντα τον Ισραηλ? ειδες και εχαρης? δια τι λοιπον θελεις να αμαρτησης εναντιον αθωου αιματος, θανατονων τον Δαβιδ χωρις αιτιας;
6 Saül céda aux paroles de Jonathan et il fit ce serment: "Aussi vrai que Yahvé est vivant, il nemourra pas!"6 Και υπηκουσεν ο Σαουλ εις την φωνην του Ιωναθαν? και ωμοσεν ο Σαουλ, λεγων, Ζη Κυριος, δεν θελει θανατωθη.
7 Alors Jonathan appela David et il lui rapporta toutes ces choses. Puis il le conduisit à Saül etDavid reprit son service comme auparavant.7 Και εκραξεν ο Ιωναθαν τον Δαβιδ και απηγγειλε προς αυτον ο Ιωναθαν παντας τους λογους τουτους. Και εφερεν ο Ιωναθαν τον Δαβιδ προς τον Σαουλ, και ητο ενωπιον αυτου ως το προτερον.
8 Comme la guerre avait repris, David se mit en campagne et combattit les Philistins; il leurinfligea une grande défaite et ils s'enfuirent devant lui.8 Εγεινε δε παλιν πολεμος? και εξηλθεν ο Δαβιδ και επολεμησε μετα των Φιλισταιων και επαταξεν αυτους εν σφαγη μεγαλη? και εφυγον απο προσωπου αυτου.
9 Or un mauvais esprit de Yahvé prit possession de Saül: comme il était assis dans sa maison, salance à la main, et que David jouait de la cithare,9 Και το πονηρον πνευμα παρα Κυριου εσταθη επι τον Σαουλ, ενω εκαθητο εν τω οικω αυτου μετα του δορατιου εν τη χειρι αυτου? ο δε Δαβιδ επαιζε το οργανον δια της χειρος αυτου.
10 Saül essaya de clouer David au mur avec sa lance, mais celui-ci esquiva le coup de Saül, quiplanta sa lance dans le mur. David prit la fuite et se sauva. Cette même nuit,10 Και εζητησεν ο Σαουλ να κτυπηση με το δορατιον τον Δαβιδ και εως εις τον τοιχον? εξεκλινεν ομως απο προσωπου του Σαουλ και εκτυπησε τον τοιχον με το δορατιον? ο δε Δαβιδ εφυγε και διεσωθη εκεινην την νυκτα.
11 Saül envoya des émissaires surveiller la maison de David, voulant le mettre à mort dès le matin.Mais la femme de David, Mikal, lui donna cet avertissement: "Si tu ne t'échappes pas cette nuit, demain tu es unhomme mort!"11 Και απεστειλεν ο Σαουλ μηνυτας προς τον οικον του Δαβιδ, δια να παραφυλαξωσιν αυτον και να θανατωσωσιν αυτον το πρωι? απηγγειλε δε προς τον Δαβιδ η Μιχαλ, η γυνη αυτου, λεγουσα, Εαν δεν σωσης την ζωην σου την νυκτα ταυτην, αυριον θελεις θανατωθη.
12 Mikal fit descendre David par la fenêtre. Il partit, prit la fuite et se sauva.12 Και κατεβιβασεν η Μιχαλ τον Δαβιδ δια της θυριδος? και ανεχωρησε και εφυγε και διεσωθη.
13 Mikal prit le téraphim, elle le plaça sur le lit, mit à son chevet une tresse en poils de chèvre et lecouvrit d'un vêtement.13 Τοτε λαβουσα η Μιχαλ ομοιωμα, εθεσεν επι της κλινης και εβαλεν εις την κεφαλην αυτου προσκεφαλαιον εκ τριχων αιγων και εσκεπασεν αυτο με φορεμα.
14 Lorsque Saül envoya des messagers pour s'emparer de David, elle dit: "Il est malade."14 Και οτε απεστειλεν ο Σαουλ μηνυτας δια να συλλαβωσι τον Δαβιδ, εκεινη ειπεν, Αρρωστος ειναι.
15 Mais Saül renvoya les messagers voir David et leur dit: "Portez-le moi dans son lit pour que jele mette à mort!"15 Παλιν απεστειλεν ο Σαουλ τους μηνυτας δια να ιδωσι τον Δαβιδ, λεγων, Φερετε μοι αυτον επι της κλινης, δια να θανατωσω αυτον.
16 Les messagers entrèrent, et voilà que c'était le téraphim dans le lit, avec la tresse en poils dechèvre à son chevet!16 Και οτε εισηλθον οι μηνυται, ιδου, ητο το ομοιωμα επι της κλινης και προσκεφαλαιον εις την κεφαλην αυτου εκ τριχων αιγων.
17 Saül dit à Mikal: "Pourquoi m'as-tu ainsi trahi et as-tu laissé partir mon ennemi pour qu'ils'échappe?" Mikal répondit à Saül: "C'est lui qui m'a dit: Laisse-moi partir, ou je te tue!"17 Και ειπεν ο Σαουλ προς την Μιχαλ, Δια τι με ηπατησας ουτω και απεπεμψας τον εχθρον μου και διεσωθη; Και απεκριθη Μιχαλ προς τον Σαουλ, Αυτος ειπε προς εμε, Αφες με να φυγω? δια τι να σε θανατωσω;
18 David avait donc pris la fuite et s'était échappé. Il se rendit chez Samuel à Rama et lui rapportatout ce que Saül lui avait fait. Lui et Samuel allèrent habiter aux cellules.18 Και εφυγεν ο Δαβιδ και διεσωθη και ηλθε προς τον Σαμουηλ εις Ραμα, και απηγγειλε προς αυτον παντα οσα ειχε καμει εις αυτον ο Σαουλ? και υπηγαν, αυτος και ο Σαμουηλ, και κατωκησαν εν Ναυιωθ.
19 On informa ainsi Saül: "Voici que David est aux cellules à Rama."19 Απηγγειλαν δε προς τον Σαουλ και ειπον, Ιδου, ο Δαβιδ ειναι εν Ναυιωθ εν Ραμα.
20 Saül envoya des messagers pour se saisir de David et ceux-ci virent la communauté desprophètes en train de prophétiser, Samuel se tenant à leur tête. Alors l'esprit de Dieu s'empara des messagers deSaül et ils furent pris de délire eux aussi.20 Και απεστειλεν ο Σαουλ μηνυτας να συλλαβωσι τον Δαβιδ? και οτε ειδον την συναξιν των προφητων προφητευοντων και τον Σαμουηλ προισταμενον επ' αυτους, επηλθε Πνευμα Θεου επι τους μηνυτας του Σαουλ, και προεφητευον και αυτοι.
21 On avertit Saül, qui envoya d'autres messagers, et ils furent pris de délire eux aussi. Saül envoyaun troisième groupe de messagers, et ils furent pris de délire eux aussi.21 Και οτε απηγγελθη προς τον Σαουλ, απεστειλεν αλλους μηνυτας? και αυτοι ομοιως προεφητευον. Και απεστειλε παλιν ο Σαουλ τριτην φοραν μηνυτας, και αυτοι ετι προεφητευον.
22 Alors il partit lui-même pour Rama et arriva à la grande citerne qui est à Sékû. Il demanda oùétaient Samuel et David et on répondit: "Ils sont aux cellules à Rama."22 Τοτε υπηγε και αυτος εις Ραμα και ηλθεν εως του μεγαλου φρεατος του εν Σοκχω? και ηρωτησε, λεγων, Που ειναι ο Σαμουηλ και ο Δαβιδ; Και ειπον, Ιδου, εν Ναυιωθ εν Ραμα.
23 De là il se rendit donc aux cellules à Rama. Mais l'esprit de Dieu s'empara aussi de lui et ilmarcha en délirant jusqu'à son arrivée aux cellules à Rama.23 Και υπηγεν εκει εις Ναυιωθ την εν Ραμα? και Πνευμα Θεου επηλθε και επ' αυτον? και εξηκολουθει την οδον αυτου προφητευων, εωσου ηλθεν εις Ναυιωθ εν Ραμα.
24 Lui aussi il se dépouilla de ses vêtements, lui aussi il fut pris de délire devant Samuel, puis ils'écroula nu et resta ainsi tout ce jour et toute la nuit. D'où le dicton: "Saül est-il aussi parmi les prophètes?"24 Και εκδυθεις τα ιματια αυτου και αυτος, προεφητευεν ενωπιον του Σαμουηλ κατα τον αυτον τροπον, και κατεκειτο γυμνος ολην εκεινην την ημεραν και ολην την νυκτα. Δια τουτο λεγουσι, Και Σαουλ εν προφηταις;