Scrutatio

Mercoledi, 8 maggio 2024 - Madonna del Rosario di Pompei ( Letture di oggi)

Livre des Lamentations 4


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Quoi! il s'est terni, l'or, il s'est altéré,
l'or si fin!
Les pierres sacrées ont été semées
au coin de toutes les rues.
1 Πως ημαυρωθη το χρυσιον, ηλλοιωθη το χρυσιον το καθαρωτατον, οι λιθοι του αγιαστηριου διεσπαρησαν εις τα ακρα πασων των οδων.
2 Les fils de Sion, précieux autant que l'or fin, quoi! ils sont
comptés pour des vases d'argile, oeuvre des mains d'un potier!
2 Οι ενδοξοι υιοι της Σιων, οι εκτιμωμενοι ως το καθαρον χρυσιον, πως ελογισθησαν ως αγγεια πηλινα, εργον χειρος κεραμεως.
3 Même les chacals tendent leurs mamelles et allaitent leurs
petits; la fille de mon peuple est devenue cruelle comme les
autruches au désert.
3 Ετι και τα κητη προσφερουσι μαστους και θηλαζουσι τα τεκνα αυτων? η δε θυγατηρ του λαου μου εσκληρυνθη ως αι στρουθοκαμηλοι εν ερημω.
4 De soif, la langue du nourrisson
s'attache à son palais;
les petits enfants réclament du pain:
personne ne leur en partage.
4 Η γλωσσα του θηλαζοντος εκολληθη εις τον ουρανισκον αυτου υπο της διψης? τα παιδια εζητησαν αρτον και δεν υπαρχει ο κοπτων εις αυτα.
5 Ceux qui mangeaient des mets délicieux
expirent dans les rues;
ceux qui étaient élevés dans la pourpre
étreignent le fumier.
5 Οι τρωγοντες φαγητα τρυφερα κοιτονται εν ταις οδοις ηφανισμενοι? οι ανατεθραμμενοι εν πορφυρα ενηγκαλισθησαν την κοπριαν.
6 La faute de la fille de mon peuple a surpassé
les péchés de Sodome,
qui fut renversée en un instant
sans qu'on s'y fatiguât les mains.
6 Και η ποινη της ανομιας της θυγατρος του λαου μου εγεινε μεγαλητερα παρα την ποινην της αμαρτιας των Σοδομων, τα οποια κατεστραφησαν ως εν ριπη, και δεν ενηργησαν επ' αυτων χειρες.
7 Ses jeunes gens étaient plus éclatants que neige,
plus blancs que lait;
plus vermeil que le corail était leur corps,
leur teint était de saphir.
7 Οι Ναζηραιοι αυτης ησαν καθαρωτεροι χιονος, λευκοτεροι γαλακτος, ερυθροτεροι την οψιν υπερ τους πολυτιμους λιθους, στιλπνοι ως ο σαπφειρος?
8 Leur visage est plus sombre que la suie,
on ne les reconnaît plus dans les rues.
Leur peau est collée à leurs os,
sèche comme du bois.
8 Η οψις αυτων κατημαυρωθη υπερ την ασβολην? δεν εγνωριζοντο εν ταις οδοις? το δερμα αυτων εκολληθη επι των οστεων αυτων? εξηρανθη, εγεινεν ως ξυλον.
9 Heureuses furent les victimes de l'épée
plus que celles de la faim,
qui succombent, épuisées,
privées des fruits des champs.
9 Ευτυχεστεροι εσταθησαν οι θανατωθεντες υπο της ρομφαιας, παρα οι θανατωθεντες υπο της πεινης? διοτι ουτοι κατατηκονται, τετραυματισμενοι δι' ελλειψιν γεννηματων του αγρου.
10 De tendres femmes ont, de leurs mains,
fait cuire leurs petits:
ils leur ont servi d'aliment
dans le désastre de la fille de mon peuple.
10 Αι χειρες των ευσπλαγχνων γυναικων εψησαν τα τεκνα αυτων? εγειναν εις αυτας τροφη εν τω συντριμμω της θυγατρος του λαου μου.
11 Yahvé a assouvi sa fureur,
déversé l'ardeur de sa colère,
il a allumé en Sion un feu
qui a dévoré ses fondations.
11 Ο Κυριος συνετελεσε τον θυμον αυτου, εξεχεε την φλογα της οργης αυτου, και εξηψε πυρ εν Σιων, το οποιον κατεφαγε τα θεμελια αυτης.
12 Ils ne croyaient pas, les rois de la terre
et tous les habitants du monde,
que l'oppresseur et l'ennemi franchiraient
les portes de Jérusalem.
12 Δεν επιστευον οι βασιλεις της γης και παντες οι κατοικουντες την οικουμενην, οτι ηθελεν εισελθει εχθρος και πολεμιος εις τας πυλας της Ιερουσαλημ.
13 C'est à cause des péchés de ses prophètes,
des fautes de ses prêtres,
qui en pleine ville avaient versé
le sang des justes!
13 Τουτο εγεινε δια τας αμαρτιας των προφητων αυτης και τας ανομιας των ιερεων αυτης, οιτινες εχυνον το αιμα των δικαιων εν μεσω αυτης.
14 Ils erraient en aveugles dans les rues,
souillés de sang;
alors on ne pouvait toucher
leurs vêtements.
14 Περιεπλανηθησαν ως τυφλοι εν ταις οδοις, εμολυνθησαν εν τω αιματι, ωστε οι ανθρωποι δεν ηδυναντο να εγγισωσι τα ενδυματα αυτων.
15 "Arrière! Impur!" leur criait-on,
"Arrière! Arrière! Pas de contact!"
S'ils partaient et fuyaient chez les nations,
ils ne pouvaient y séjourner.
15 Αποστητε, ακαθαρτοι, εκραζον προς αυτους? αποστητε, αποστητε, μη εγγισητε? ενω εφευγον και περιεπλανωντο, ελεγετο μεταξυ των εθνων, Δεν θελουσι παροικει πλεον μεθ' ημων.
16 La Face de Yahvé les dispersa,
il ne les regarda plus.
On ne marqua plus de respect aux prêtres,
d'égard aux anciens.
16 Το προσωπον του Κυριου διεμερισεν αυτους, δεν θελει πλεον επιβλεπει επ' αυτους? προσωπον ιερεων δεν εσεβασθησαν, γεροντας δεν ηλεησαν.
17 Toujours nos yeux se consumaient,
épiant un secours: illusion!
De nos tours nous guettions
une nation qui ne peut sauver.
17 Ενω ετι υπηρχομεν, οι οφθαλμοι ημων απεκαμον, προσμενοντες την ματαιαν βοηθειαν ημων? απεβλεψαμεν κεχηνοτες προς εθνος μη δυναμενον να σωζη.
18 On observait nos pas,
pour nous interdire nos places.
Notre fin était proche, nos jours accomplis,
oui, notre fin était arrivée!
18 Παραμονευουσι τα ιχνη ημων, δια να μη περιπατωμεν εν ταις πλατειαις ημων? επλησιασε το τελος ημων, αι ημεραι ημων επληρωθησαν, διοτι ηλθε το τελος ημων.
19 Nos pourchasseurs étaient rapides
plus que les aigles du ciel;
dans les montagnes ils nous traquaient,
nous dressaient des embûches au désert.
19 Οι καταδιωκοντες ημας εγειναν ελαφροτεροι των αετων του ουρανου? εκυνηγησαν ημας επι τα ορη, ενηδρευσαν ημας εν τη ερημω.
20 Le souffle de nos narines, l'oint de Yahvé
fut pris dans leurs fosses,
lui dont nous disions: "A son ombre
nous vivrons chez les nations."
20 Η πνοη των μυκτηρων ημων, ο χριστος του Κυριου, επιασθη εν ταις παγισιν αυτων, υπο την σκιαν του οποιου, ελεγομεν, θελομεν ζη μεταξυ των εθνων.
21 Réjouis-toi, exulte, fille d'Edom,
qui habites au pays de Uç!
A toi aussi passera la coupe:
tu te soûleras et montreras ta nudité!
21 Χαιρε και ευφραινου, θυγατηρ Εδωμ, η κατοικουσα εν γη Ουζ? ετι και προς σε θελει περασει το ποτηριον? θελεις μεθυσθη και θελεις γυμνωθη.
22 Ta faute est expiée, fille de Sion. Il ne te déportera plus!
Il va châtier ta faute, fille d'Edom. Il va dévoiler tes
péchés!
22 Ετελειωσεν η ποινη της ανομιας σου, θυγατηρ Σιων? δεν θελει σε φερει πλεον εις αιχμαλωσιαν? θελει επισκεφθη την ανομιαν σου, θυγατηρ Εδωμ? θελει αποκαλυψει τα αμαρτηματα σου.