Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Livre de la Genèse 20


font
JERUSALEMGREEK BIBLE
1 Abraham partit de là pour le pays du Négeb et demeura entre Cadès et Shur. Il vint séjourner àGérar.1 Και εκινησεν εκειθεν ο Αβρααμ εις την γην την προς μεσημβριαν, και κατωκησε μεταξυ Καδης και Σουρ? και παρωκησεν εν Γεραροις.
2 Abraham dit de sa femme Sara: "C'est ma sœur" et Abimélek, le roi de Gérar, fit enlever Sara.2 Και ειπεν ο Αβρααμ περι Σαρρας της γυναικος αυτου, Αδελφη μου ειναι. Εστειλε δε Αβιμελεχ ο βασιλευς των Γεραρων, και ελαβε την Σαρραν.
3 Mais Dieu visita Abimélek en songe, pendant la nuit, et lui dit: "Tu vas mourir à cause de la femmeque tu as prise, car elle est une femme mariée."3 Και ηλθεν ο Θεος προς τον Αβιμελεχ κατ' οναρ την νυκτα, και ειπε προς αυτον, Ιδου, συ αποθνησκεις εξ αιτιας της γυναικος, την οποιαν ελαβες? διοτι ειναι νενυμφευμενη με ανδρα.
4 Abimélek, qui ne s'était pas approché d'elle, dit: "MonSeigneur, vas-tu aussi tuer quelqu'und'innocent?4 Ο δε Αβιμελεχ δεν ειχε πλησιασει εις αυτην? και ειπε, Κυριε, ηθελες φονευσει εθνος ετι και δικαιον;
5 N'est-ce pas lui qui m'a dit: C'est ma sœur, et elle, oui elle-même, a dit: C'est mon frère. C'est avecune bonne conscience et des mains pures que j'ai fait cela!"5 δεν μοι ειπεν αυτος, Αδελφη μου ειναι; και αυτη παλιν, αυτη ειπεν, Αδελφος μου ειναι. Εν ευθυτητι της καρδιας μου και εν καθαροτητι των χειρων μου επραξα τουτο.
6 Dieu lui répondit dans le songe: "Moi aussi je sais que tu as fait cela en bonne conscience, et c'estencore moi qui t'ai retenu de pécher contre moi; aussi n'ai-je pas permis que tu la touches.6 Ειπε δε προς αυτον ο Θεος κατ' οναρ, Και εγω εγνωρισα οτι εν ευθυτητι της καρδιας σου επραξας τουτο? οθεν και εγω σε εμποδισα απο του να αμαρτησης εις εμε? δια τουτο δεν σε αφηκα να εγγισης αυτην?
7 Maintenant, rends la femme de cet homme: il est prophète et il intercédera pour toi afin que tuvives. Mais si tu ne la rends pas, sache que tu mourras sûrement, avec tous les tiens."7 τωρα λοιπον αποδος την γυναικα προς τον ανθρωπον, διοτι ειναι προφητης? και θελει προσευχηθη υπερ σου και θελεις ζησει? αλλ' εαν δεν αποδωσης αυτην, εξευρε οτι εξαπαντος θελεις αποθανει, συ και παντα οσα εχεις.
8 Abimélek se leva tôt et appela tous ses serviteurs. Il leur raconta toute cette affaire et les hommeseurent grand-peur.8 Σηκωθεις δε ο Αβιμελεχ ενωρις το πρωι, εκαλεσε παντας τους δουλους αυτου, και ελαλησε παντας τους λογους τουτους εις επηκοον αυτων? και εφοβηθησαν οι ανθρωποι σφοδρα.
9 Puis Abimélek appela Abraham et lui dit: "Que nous as-tu fait? Quelle offense ai-je commisecontre toi pour que tu attires une si grande faute sur moi et sur mon royaume? Tu as agi à mon égard comme onne doit pas agir."9 Και εκαλεσεν ο Αβιμελεχ τον Αβρααμ και ειπε προς αυτον, Τι επραξας εις ημας; και τι αμαρτημα επραξα εις σε, ωστε επεφερες επ' εμε και επι το βασιλειον μου, αμαρτιαν μεγαλην; επραξας εις εμε πραγμα, το οποιον δεν επρεπε να πραχθη.
10 Et Abimélek dit à Abraham: "Qu'est-ce qui t'a pris d'agir ainsi?"10 Και ειπεν ο Αβιμελεχ προς τον Αβρααμ, Τι ειδες, ωστε να πραξης το πραγμα τουτο;
11 Abraham répondit: "Je me suis dit: Pour sûr, il n'y a aucune crainte de Dieu dans cet endroit, et onva me tuer à cause dema femme.11 Και ειπεν ο Αβρααμ, Επειδη εγω ειπον, Βεβαια δεν ειναι φοβος Θεου εν τω τοπω τουτω και θελουσι με φονευσει δια την γυναικα μου?
12 Et puis, elle est vraiment ma soeur, la fille de mon père maisnon la fille de ma mère, et elle estdevenue ma femme.12 και ομως αληθως αδελφη μου ειναι, θυγατηρ του πατρος μου, αλλ' ουχι θυγατηρ της μητρος μου? και εγεινε γυνη μου.
13 Alors, quand Dieu m'a fait errer loin de ma famille, je lui aidit: Voici la faveur que tu me feras:partout où nous arriverons, dis de moi que je suis ton frère."13 και οτε με εκαμεν ο Θεος να εξελθω εκ του οικου του πατρος μου, ειπον προς αυτην, Ταυτην την χαριν θελεις καμει εις εμε? εις παντα τοπον οπου αν υπαγωμεν, λεγε περι εμου, Ουτος ειναι αδελφος μου.
14 Abimélek prit du petit et du gros bétail, des serviteurs etdes servantes et les donna à Abraham, etil lui rendit sa femme Sara.14 Και ελαβεν ο Αβιμελεχ προβατα και βοας και δουλους και δουλας, και εδωκεν εις τον Αβρααμ, και απεδωκεν εις αυτον Σαρραν την γυναικα αυτου.
15 Abimélek dit aussi: "Vois mon pays qui est ouvert devant toi.Etablis-toi où bon te semble."15 και ειπεν ο Αβιμελεχ, Ιδου, η γη μου εμπροσθεν σου. κατοικησον οπου σοι αρεσκει.
16 A Sara il dit: "Voici mille pièces d'argent que je donne à tonfrère. Ce sera pour toi comme unvoile jeté sur les yeux detous ceux qui sont avec toi, et de tout cela tu es justifiée."16 Και προς την Σαρραν ειπεν, Ιδου, εδωκα χιλια αργυρια εις τον αδελφον σου? ιδου, αυτος ειναι εις σε σκεπη των οφθαλμων προς παντας τους μετα σου και προς παντας τους αλλους. Ουτως αυτη επεπληχθη.
17 Abraham intercéda auprès de Dieu et Dieu guérit Abimélek, safemme et ses servantes, pour qu'ilspuissent avoir desenfants.17 Προσηυχηθη δε ο Αβρααμ προς τον Θεον? και εθεραπευσεν ο Θεος τον Αβιμελεχ και την γυναικα αυτου και τας θεραπαινας αυτου, και ετεκνοποιησαν.
18 Car Yahvé avait rendu stérile le sein de toutes les femmes dans la maison d'Abimélek, à cause deSara, la femme d'Abraham.18 διοτι ο Κυριος ειχε κλεισει διολου πασαν μητραν εν τη οικια του Αβιμελεχ, εξ αιτιας Σαρρας της γυναικος του Αβρααμ.