ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ - Proverbi - Proverbs 1
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL |
---|---|
1 Παροιμιαι Σολομωντος, υιου του Δαβιδ, βασιλεως του Ισραηλ, | 1 Sprichwörter Salomos, des Sohnes Davids, des Königs von Israel: |
2 δια να γνωριση τις σοφιαν και παιδειαν, δια να νοηση λογους φρονησεως, | 2 um Weisheit zu lernen und Zucht, um kundige Rede zu verstehen, |
3 δια να λαβη διδασκαλιαν συνεσεως, δικαιοσυνης και κρισεως και ευθυτητος, | 3 um Zucht und Verständnis zu erlangen, Gerechtigkeit, Rechtssinn und Redlichkeit, |
4 δια να δωση νοησιν εις τους απλους, και εις τον νεον μαθησιν και διαγνωσιν. | 4 um Unerfahrenen Klugheit zu verleihen, der Jugend Kenntnis und Umsicht. |
5 Ο σοφος ακουων θελει γεινει σοφωτερος, και ο νοημων θελει αποκτησει επιστημην κυβερνησεως? | 5 Der Weise höre und vermehre sein Wissen, der Verständige lerne kluge Führung, |
6 ωστε να εννοη παροιμιαν και σκοτεινον λογον, ρησεις σοφων και αινιγματα αυτων. | 6 um Sinnspruch und Gleichnis zu verstehen, die Worte und Rätsel der Weisen. |
7 Αρχη σοφιας φοβος Κυριου? οι αφρονες καταφρονουσι την σοφιαν και την διδασκαλιαν. | 7 Gottesfurcht ist Anfang der Erkenntnis, nur Toren verachten Weisheit und Zucht. |
8 Ακουε, υιε μου, την διδασκαλιαν του πατρος σου, και μη απορριψης τον νομον της μητρος σου. | 8 Höre, mein Sohn, auf die Mahnung des Vaters und die Lehre deiner Mutter verwirf nicht! |
9 Διοτι ταυτα θελουσιν εισθαι στεφανος χαριτων εις την κορυφην σου και περιδεραιον περι τον τραχηλον σου. | 9 Sie sind ein schöner Kranz auf deinem Haupt und eine Kette für deinen Hals. |
10 Υιε μου, εαν θελησωσιν οι αμαρτωλοι να σε δελεασωσι, μη θελησης? | 10 Mein Sohn, wenn dich Sünder locken, dann folg ihnen nicht, |
11 εαν ειπωσιν, Ελθε μεθ' ημων, ας ενεδρευσωμεν δι' αιμα, ας επιβουλευθωμεν αναιτιως τον αθωον, | 11 wenn sie sagen: Geh mit uns, wir wollen darauf lauern, Blut zu vergießen, ohne Grund dem Arglosen nachzustellen; |
12 Ας καταπιωμεν αυτους ζωντας, ως ο αδης, και ολοκληρους ως τους καταβαινοντας εις τον λακκον? | 12 wie die Unterwelt wollen wir sie lebendig verschlingen, Männer in ihrer Kraft, als wären sie dem Grab verfallen. |
13 θελομεν ευρει παν πολυτιμον αγαθον, θελομεν γεμισει τους οικους ημων απο λαφυρων? | 13 Manch kostbares Stück werden wir finden, mit Beute unsere Häuser füllen. |
14 θες τον κληρον σου μεταξυ ημων, εν βαλαντιον ας ηναι εις παντας ημας? | 14 Wirf dein Los in unserm Kreis, gemeinsam sei uns der Beutel. |
15 υιε μου, μη περιπατησης εν οδω μετ' αυτων? απεχε τον ποδα σου απο των τριβων αυτων? | 15 Mein Sohn, geh nicht mit ihnen, halte deinen Fuß fern von ihrem Pfad! |
16 διοτι οι ποδες αυτων τρεχουσιν εις το κακον, και σπευδουσιν εις το να χυσωσιν αιμα. | 16 Denn ihre Füße laufen dem Bösen nach, sie eilen, Blut zu vergießen. |
17 Διοτι ματαιως εξαπλονεται δικτυον εμπροσθεν των οφθαλμων παντος πτερωτου. | 17 Umsonst wird das Netz ausgespannt vor den Augen aller Vögel; |
18 Διοτι ουτοι ενεδρευουσι κατα του ιδιου αυτων αιματος, επιβουλευονται τας εαυτων ψυχας? | 18 sie aber lauern auf ihr eigenes Blut, sie trachten sich selbst nach dem Leben. |
19 Τοιαυται ειναι αι οδοι παντος πλεονεκτου? η πλεονεξια αφαιρει την ζωην των κυριευομενων υπ' αυτης. | 19 So enden alle, die sich durch Raub bereichern: Wer ihn an sich nimmt, dem raubt er das Leben. |
20 Η σοφια φωναζει εξω, εκπεμπει την φωνην αυτης εν ταις πλατειαις? | 20 Die Weisheit ruft laut auf der Straße, auf den Plätzen erhebt sie ihre Stimme. |
21 Κραζει επι κεφαλης των αγορων, εν ταις εισοδοις των πυλων? απαγγελλει τους λογους αυτης δια της πολεως, λεγουσα, | 21 Am Anfang der Mauern predigt sie, an den Stadttoren hält sie ihre Reden: |
22 Εως ποτε, μωροι, θελετε αγαπα την μωριαν, και οι χλευασται θελουσιν ηδυνεσθαι εις τους χλευασμους αυτων, και οι αφρονες θελουσι μισει την γνωσιν; | 22 Wie lang noch, ihr Törichten, liebt ihr Betörung, gefällt den Zuchtlosen ihr dreistes Gerede, hassen die Toren Erkenntnis? |
23 Επιστρεψατε προς τους ελεγχους μου? ιδου, εγω θελω εκχεει το πνευμα μου εφ' υμας, θελω σας καμει να νοησητε τους λογους μου. | 23 Wendet euch meiner Mahnung zu! Dann will ich auf euch meinen Geist ausgießen und meine Worte euch kundtun. |
24 Επειδη εγω εκραζον, και σεις δεν υπηκουετε? εξετεινον την χειρα μου, και ουδεις προσειχεν? | 24 Als ich rief, habt ihr euch geweigert, meine drohende Hand hat keiner beachtet; |
25 Αλλα κατεφρονειτε πασας τας συμβουλας μου και τους ελεγχους μου δεν εδεχεσθε? | 25 jeden Rat, den ich gab, habt ihr ausgeschlagen, meine Mahnung gefiel euch nicht. |
26 δια τουτο και εγω θελω επιγελασει εις τον ολεθρον σας? θελω καταχαρη, οταν επελθη ο φοβος σας. | 26 Darum werde auch ich lachen, wenn euch Unglück trifft, werde spotten, wenn Schrecken über euch kommt, |
27 Οταν ο φοβος σας επελθη ως ερημωσις και η καταστροφη σας εφορμηση ως ανεμοστροβιλος, οταν η θλιψις και η στενοχωρια ελθωσιν εφ' υμας? | 27 wenn der Schrecken euch wie ein Unwetter naht und wie ein Sturm euer Unglück hereinbricht, wenn Not und Drangsal euch überfallen. |
28 τοτε θελουσι με επικαλεσθη, αλλα δεν θελω αποκριθη? επιμονως θελουσι με εκζητησει, αλλα δεν θελουσι με ευρει. | 28 Dann werden sie nach mir rufen, doch ich höre nicht; sie werden mich suchen, aber nicht finden. |
29 Διοτι εμισησαν την γνωσιν και τον φοβον του Κυριου δεν εξελεξαν? | 29 Weil sie die Einsicht hassten und nicht die Gottesfurcht wählten, |
30 δεν ηθελησαν τας συμβουλας μου? κατεφρονησαν παντας τους ελεγχους μου? | 30 meinen Rat nicht wollten, meine ganze Mahnung missachteten, |
31 δια τουτο θελουσι φαγει απο των καρπων της οδου αυτων και θελουσι χορτασθη απο των κακοβουλιων αυτων. | 31 sollen sie nun essen von der Frucht ihres Tuns und von ihren Plänen sich sättigen. |
32 Διοτι η αποστασια των μωρων θελει θανατωσει αυτους, και η αμεριμνησια των αφρονων θελει αφανισει αυτους. | 32 Denn die Abtrünnigkeit der Haltlosen ist ihr Tod, die Sorglosigkeit der Toren ist ihr Verderben. |
33 Οστις ομως ακουει εμου, θελει κατοικησει εν ασφαλεια? και θελει ησυχαζει, μη φοβουμενος κακον. | 33 Wer aber auf mich hört, wohnt in Sicherheit, ihn stört kein böser Schrecken. |