Salmi 73
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA TINTORI | GREEK BIBLE |
---|---|
1 (Meditazione. di Asaf). Perchè, o Dio, ci hai rigettati per sempre? Perchè il tuo furore divampa contro le pecorelle da te pascolate ? | 1 Ψαλμος του Ασαφ.>> Αγαθος τωοντι ειναι ο Θεος εις τον Ισραηλ, εις τους καθαρους την καρδιαν. |
2 Ricordati del tuo popolo che ab antico hai fatto tuo. Lo redimesti come scettro della tua eredità: il monte Sion fu il luogo della tua dimora, | 2 Εμου δε, οι ποδες μου σχεδον εκλονισθησαν? παρ' ολιγον ωλισθησαν τα βηματα μου. |
3 Alza le tue mani contro la loro superbia senza limiti. Quanti mali ha fatti il nemico nel santuario! | 3 Διοτι εζηλευσα τους μωρους, βλεπων την ευτυχιαν των ασεβων. |
4 Quelli che ti odiano alzano gridi di trionfo nel luogo delle tue solennità; vi han posto come insegne le loro bandiere, | 4 Επειδη δεν ειναι λυπαι εις τον θανατον αυτων, αλλ' η δυναμις αυτων ειναι στερεα. |
5 E senza riflettere le han poste sulla sommità (del tempio) come alle porte. Come se fossero stati in una selva, con accetto | 5 Δεν ειναι εν κοποις, ως οι αλλοι ανθρωποι? ουδε μαστιγονονται μετα των λοιπων ανθρωπων. |
6 In un momento ne hanno spezzate le porte, atterrando ogni cosa con asce e scuri. | 6 δια τουτο περικυκλονει αυτους η υπερηφανια ως περιδεραιον? η αδικια σκεπαζει αυτους ως ιματιον. |
7 Han dato fuoco al tuo santuario, hanno abbattuto e profanato il Tabernacolo del tuo nome. | 7 Οι οφθαλμοι αυτων εξεχουσιν εκ του παχους? εξεπερασαν τας επιθυμιας της καρδιας αυτων. |
8 Disse in cuor suo tutta la loro genia: « Facciamo cessar sulla terra tutte le feste di Dio ». | 8 Εμπαιζουσι και λαλουσιν εν πονηρια καταδυναστειαν? λαλουσιν υπερηφανως. |
9 Non vediam più le nostre insegne, non c'è più alcun profeta, non ci riconosce più. | 9 Θετουσιν εις τον ουρανον το στομα αυτων, και η γλωσσα αυτων διατρεχει την γην. |
10 Fino a quando, o Dio, insulterà il nemico? L'avversario bestemmierà il tuo nome per sempre? | 10 Δια τουτο θελει στραφη ενταυθα ο λαος αυτου? και υδατα ποτηριου πληρους εκθλιβονται δι' αυτους. |
11 Perchè ritiri la tua mano, la tua destra? (Cavala) dal tuo seno per sempre. | 11 Και λεγουσι, Πως γνωριζει ταυτα ο Θεος; και υπαρχει γνωσις εν τω Υψιστω; |
12 Eppure Dio è stato il nostro re da secoli, ha data la salvezza in mezzo alla terra. | 12 Ιδου, ουτοι ειναι ασεβεις και ευτυχουσι διαπαντος? αυξανουσι τα πλουτη αυτων. |
13 Tu col tuo potere desti saldezza al mare, stritolasti nelle acque le teste dei dragoni. | 13 Αρα, ματαιως εκαθαρισα την καρδιαν μου και ενιψα εν αθωοτητι τας χειρας μου. |
14 Tu fracassasti le teste del dragone, lo desti a mangiare ai popoli dell'Etiopia. | 14 Διοτι εμαστιγωθην ολην την ημεραν και ετιμωρηθην πασαν αυγην. |
15 Tu facesti scaturire fonti e torrenti, tu seccasti fiumi perenni. | 15 Αν ειπω, Θελω ομιλει ουτως? ιδου, εξυβριζω εις την γενεαν των υιων σου. |
16 Tuo è il giorno, tua è la notte, tu facesti l'aurora e il sole. | 16 Και εστοχασθην να εννοησω τουτο, πλην μ' εφανη δυσκολον? |
17 Tu fissasti i limiti della terra, opera tua son l'estate e la primavera. | 17 εωσου εισελθων εις το αγιαστηριον του Θεου, ενοησα τα τελη αυτων. |
18 Ricordati di questo: il nemico ha insultato il Signore, un popolo insensato ha provocato il tuo nome. | 18 Συ βεβαιως εθεσας αυτους εις τοπους ολισθηρους? ερριψας αυτους εις κρημνον. |
19 Non abbandonare alle bestie le anime di quelli che ti lodano, non dimenticare per sempre le anime dei tuoi poveri. | 19 Πως δια μιας κατηντησαν εις ερημωσιν Ηφανισθησαν, απωλεσθησαν υπο αιφνιδιου ολεθρου. |
20 Abbi riguardo al tuo patto, perchè i luoghi oscuri della terra: son pieni di covi d'iniquità. | 20 Ως ονειρον εξεγειρομενου Κυριε, οταν εγερθης, θελεις αφανισει την εικονα αυτων. |
21 L'umile non torni via confuso: il povero e il bisognoso dian lode al tuo nome. | 21 Ουτως εκαιετο η καρδια μου, και τα νεφρα μου εβασανιζοντο? |
22 Sorgi, o Dio, difendi la tua causa, ricordati dei tuoi oltraggi, che ti vengono di continuo dall'insensato. | 22 και εγω ημην ανοητος και δεν εγνωριζον? κτηνος ημην ενωπιον σου. |
23 Non dimenticare gli urli dei tuoi nemici: la superbia di coloro che ti odiano cresce sempre. | 23 Εγω ομως ειμαι παντοτε μετα σου? συ με επιασας απο της δεξιας μου χειρος. |
24 Δια της συμβουλης σου θελεις με οδηγησει και μετα ταυτα θελεις με προσλαβει εν δοξη. | |
25 Τινα αλλον εχω εν τω ουρανω; και επι της γης δεν θελω αλλον παρα σε. | |
26 Ητονησεν η σαρξ μου και η καρδια μου? αλλ' ο Θεος ειναι η δυναμις της καρδιας μου και η μερις μου εις τον αιωνα. | |
27 Διοτι, ιδου, οσοι απομακρυνονται απο σου, θελουσιν απολεσθη? συ εξωλοθρευσας παντας τους εκκλινοντας απο σου. | |
28 Αλλα δι' εμε, το να προσκολλωμαι εις τον Θεον ειναι το αγαθον μου? εθεσα την ελπιδα μου επι Κυριον τον Θεον, δια να κηρυττω παντα τα εργα σου. |