Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

John 6


font
CATHOLIC PUBLIC DOMAINGREEK BIBLE
1 After these things, Jesus traveled across the sea of Galilee, which is the Sea of Tiberias.1 Μετα ταυτα ανεχωρησεν ο Ιησους περαν της θαλασσης της Γαλιλαιας της Τιβεριαδος?
2 And a great multitude was following him, for they saw the signs that he was accomplishing toward those who were infirm.2 και ηκολουθει αυτον οχλος πολυς, διοτι εβλεπον τα θαυματα αυτου, τα οποια εκαμνεν επι των ασθενουντων.
3 Therefore, Jesus went onto a mountain, and he sat down there with his disciples.3 Ανεβη δε εις το ορος ο Ιησους και εκει εκαθητο μετα των μαθητων αυτου.
4 Now the Passover, the feast day of the Jews, was near.4 Επλησιαζε δε το πασχα, η εορτη των Ιουδαιων.
5 And so, when Jesus had lifted up his eyes and had seen that a very great multitude came to him, he said to Philip, “From where should we buy bread, so that these may eat?”5 Υψωσας λοιπον ο Ιησους τους οφθαλμους και ιδων οτι πολυς οχλος ερχεται προς αυτον, λεγει προς τον Φιλιππον? Ποθεν θελομεν αγορασει αρτους, δια να φαγωσιν ουτοι;
6 But he said this to test him. For he himself knew what he would do.6 Ελεγε δε τουτο δοκιμαζων αυτον? διοτι αυτος ηξευρε τι εμελλε να καμη.
7 Philip answered him, “Two hundred denarii of bread would not be sufficient for each of them to receive even a little.”7 Απεκριθη προς αυτον ο Φιλιππος? Διακοσιων δηναριων αρτοι δεν αρκουσιν εις αυτους, δια να λαβη ολιγον τι εκαστος αυτων.
8 One of his disciples, Andrew, the brother of Simon Peter, said to him:8 Λεγει προς αυτον εις εκ των μαθητων αυτου, Ανδρεας ο αδελφος Σιμωνος Πετρου?
9 “There is a certain boy here, who has five barley loaves and two fish. But what are these among so many?”9 Εδω ειναι εν παιδαριον, το οποιον εχει πεντε αρτους κριθινους και δυο οψαρια? αλλα ταυτα τι ειναι εις τοσουτους;
10 Then Jesus said, “Have the men sit down to eat.” Now, there was much grass in that place. And so the men, in number about five thousand, sat down to eat.10 Ειπε δε ο Ιησους? Καμετε τους ανθρωπους να καθησωσιν? ητο δε χορτος πολυς εν τω τοπω. Εκαθησαν λοιπον οι ανδρες τον αριθμον εως πεντακισχιλιοι.
11 Therefore, Jesus took the bread, and when he had given thanks, he distributed it to those who were sitting down to eat; similarly also, from the fish, as much as they wanted.11 Και ελαβεν ο Ιησους τους αρτους και ευχαριστησας διεμοιρασεν εις τους μαθητας, οι δε μαθηται εις τους καθημενους? ομοιως και εκ των οψαριων οσον ηθελον.
12 Then, when they were filled, he said to his disciples, “Gather the fragments that are left over, lest they be lost.”12 Αφου δε εχορτασθησαν, λεγει προς τους μαθητας αυτους? Συναξατε τα περισσευσαντα κλασματα, δια να μη χαθη τιποτε.
13 And so they gathered, and they filled twelve baskets with the fragments of the five barley loaves, which were left over from those who had eaten.13 Εσυναξαν λοιπον και εγεμισαν δωδεκα κοφινους κλασματων εκ των πεντε αρτων των κριθινων, τα οποια επερισσευσαν εις τους φαγοντας.
14 Therefore, those men, when they had seen that Jesus had accomplished a sign, they said, “Truly, this one is the Prophet who is to come into the world.”14 Οι ανθρωποι λοιπον, ιδοντες το θαυμα, το οποιον εκαμεν ο Ιησους, ελεγον οτι Ουτος ειναι αληθως ο προφητης ο μελλων να ελθη εις τον κοσμον.
15 And so, when he realized that they were going to come and take him away and make him king, Jesus fled back to the mountain, by himself alone.15 Ο Ιησους λοιπον γνωρισας οτι μελλουσι να ελθωσι και να αρπασωσιν αυτον, δια να καμωσιν αυτον βασιλεα, ανεχωρησε παλιν εις το ορος αυτος μονος.
16 Then, when evening arrived, his disciples descended to the sea.16 Καθως δε εγεινεν εσπερα, κατεβησαν οι μαθηται αυτου εις την θαλασσαν,
17 And when they had climbed into a boat, they went across the sea to Capernaum. And darkness had now arrived, and Jesus had not returned to them.17 και εμβαντες εις το πλοιον, ηρχοντο περαν της θαλασσης εις Καπερναουμ. Και ειχεν ηδη γεινει σκοτος και ο Ιησους δεν ειχεν ελθει προς αυτους,
18 Then the sea was stirred up by a great wind that was blowing.18 και η θαλασσα υψονετο, επειδη επνεε δυνατος ανεμος.
19 And so, when they had rowed about twenty-five or thirty stadia, they saw Jesus walking on the sea, and drawing near to the boat, and they were afraid.19 Αφου λοιπον εκωπηλατησαν ως εικοσιπεντε η τριακοντα σταδια βλεπουσι τον Ιησουν περιπατουντα επι της θαλασσης και πλησιαζοντα εις το πλοιον, και εφοβηθησαν.
20 But he said to them: “It is I. Do not be afraid.”20 Εκεινος δε λεγει προς αυτους? Εγω ειμαι? μη φοβεισθε.
21 Therefore, they were willing to receive him into the boat. But immediately the boat was at the land to which they were going.21 Ηθελον λοιπον να λαβωσιν αυτον εις το πλοιον, και παρευθυς το πλοιον εφθασεν εις την γην, εις την οποιαν υπηγαινον.
22 On the next day, the crowd which was standing across the sea saw that there were no other small boats in that place, except one, and that Jesus had not entered into the boat with his disciples, but that his disciples had departed alone.22 Τη επαυριον ο οχλος ο ισταμενος περαν της θαλασσης οτε ειδεν οτι πλοιαριον αλλο δεν ητο εκει ειμη εν, εκεινο εις το οποιον εισηλθον οι μαθηται αυτου, και οτι ο Ιησους δεν εισηλθε μετα των μαθητων αυτου εις το πλοιαριον, αλλα μονοι οι μαθηται αυτου ανεχωρησαν?
23 Yet truly, other boats came over from Tiberias, next to the place where they had eaten the bread after the Lord gave thanks.23 ηλθον δε αλλα πλοιαρια εκ της Τιβεριαδος πλησιον του τοπου, οπου εφαγον τον αρτον, αφου ο Κυριος ευχαριστησεν?
24 Therefore, when the crowd had seen that Jesus was not there, nor his disciples, they climbed into the small boats, and they went to Capernaum, seeking Jesus.24 οτε λοιπον ειδεν ο οχλος οτι ο Ιησους δεν ειναι εκει, ουδε οι μαθηται αυτου, εισηλθον και αυτοι εις τα πλοια και ηλθον εις Καπερναουμ ζητουντες τον Ιησουν.
25 And when they had found him across the sea, they said to him, “Rabbi, when did you come here?”25 Και ευροντες αυτον περαν της θαλασσης, ειπον προς αυτον? Ραββι, ποτε ηλθες εδω;
26 Jesus answered them and said: “Amen, amen, I say to you, you seek me, not because you have seen signs, but because you have eaten from the bread and were satisfied.26 Απεκριθη προς αυτους ο Ιησους και ειπεν? Αληθως, αληθως σας λεγω, με ζητειτε, ουχι διοτι ειδετε θαυματα, αλλα διοτι εφαγετε εκ των αρτων και εχορτασθητε.
27 Do not work for food that perishes, but for that which endures to eternal life, which the Son of man will give to you. For God the Father has sealed him.”27 Εργαζεσθε μη δια την τροφην την φθειρομενην, αλλα δια την τροφην την μενουσαν εις ζωην αιωνιον, την οποιαν ο Υιος του ανθρωπου θελει σας δωσει? διοτι τουτον εσφραγισεν ο Πατηρ ο Θεος.
28 Therefore, they said to him, “What should we do, so that we may labor in the works of God?”28 Ειπον λοιπον προς αυτον? Τι να καμωμεν, δια να εργαζωμεθα τα εργα του Θεου;
29 Jesus responded and said to them, “This is the work of God, that you believe in him whom he sent.”29 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτους? Τουτο ειναι το εργον του Θεου, να πιστευσητε εις τουτον, τον οποιον εκεινος απεστειλε.
30 And so they said to him: “Then what sign will you do, so that we may see it and believe in you? What will you work?30 Τοτε ειπον προς αυτον? Τι σημειον λοιπον καμνεις συ, δια να ιδωμεν και πιστευσωμεν εις σε; τι εργαζεσαι;
31 Our fathers ate manna in the desert, just as it has been written, ‘He gave them bread from heaven to eat.’ ”31 οι πατερες ημων εφαγον το μαννα εν τη ερημω, καθως ειναι γεγραμμενον? Αρτον εκ του ουρανου εδωκεν εις αυτους να φαγωσιν.
32 Therefore, Jesus said to them: “Amen, amen, I say to you, Moses did not give you bread from heaven, but my Father gives you the true bread from heaven.32 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Αληθως, αληθως σας λεγω, δεν εδωκεν εις εσας τον αρτον εκ του ουρανου ο Μωυσης, αλλ' ο Πατηρ μου σας διδει τον αρτον εκ του ουρανου τον αληθινον.
33 For the bread of God is he who descends from heaven and gives life to the world.”33 Διοτι ο αρτος του Θεου ειναι ο καταβαινων εκ του ουρανου και διδων ζωην εις τον κοσμον.
34 And so they said to him, “Lord, give us this bread always.”34 Ειπον λοιπον προς αυτον? Κυριε, παντοτε δος εις ημας τον αρτον τουτον.
35 Then Jesus said to them: “I am the bread of life. Whoever comes to me shall not hunger, and whoever believes in me shall never thirst.35 Και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Εγω ειμαι ο αρτος της ζωης? οστις ερχεται προς εμε, δεν θελει πεινασει, και οστις πιστευει εις εμε, δεν θελει διψησει πωποτε.
36 But I say to you, that even though you have seen me, you do not believe.36 Πλην σας ειπον οτι και με ειδετε και δεν πιστευετε.
37 All that the Father gives to me shall come to me. And whoever comes to me, I will not cast out.37 Παν ο, τι μοι διδει ο Πατηρ, προς εμε θελει ελθει, και τον ερχομενον προς εμε δεν θελω εκβαλει εξω?
38 For I descended from heaven, not to do my own will, but the will of him who sent me.38 διοτι κατεβην εκ του ουρανου, ουχι δια να καμω το θελημα το εμον, αλλα το θελημα του πεμψαντος με.
39 Yet this is the will of the Father who sent me: that I should lose nothing out of all that he has given to me, but that I should raise them up on the last day.39 Τουτο δε ειναι το θελημα του πεμψαντος με Πατρος, παν ο, τι μοι εδωκε να μη απολεσω ουδεν εξ αυτου, αλλα να αναστησω αυτο εν τη εσχατη ημερα.
40 So then, this is the will of my Father who sent me: that everyone who sees the Son and believes in him may have eternal life, and I will raise him up on the last day.”40 Και τουτο ειναι το θελημα του πεμψαντος με, πας οστις βλεπει τον Υιον και πιστευει εις αυτον να εχη ζωην αιωνιον, και εγω θελω αναστησει αυτον εν τη εσχατη ημερα.
41 Therefore, the Jews murmured about him, because he had said: “I am the living bread, who descended from heaven.”41 Εγογγυζον λοιπον οι Ιουδαιοι περι αυτου οτι ειπεν, Εγω ειμαι ο αρτος ο καταβας εκ του ουρανου,
42 And they said: “Is this not Jesus, the son of Joseph, whose father and mother we know? Then how can he say: ‘For I descended from heaven?’ ”42 και ελεγον? δεν ειναι ουτος Ιησους ο υιος του Ιωσηφ, του οποιου ημεις γνωριζομεν τον πατερα και την μητερα; πως λοιπον λεγει ουτος οτι εκ του ουρανου κατεβην;
43 And so Jesus responded and said to them: “Do not choose to murmur among yourselves.43 Απεκριθη λοιπον ο Ιησους και ειπε προς αυτους? Μη γογγυζετε μεταξυ σας.
44 No one is able to come to me, unless the Father, who has sent me, has drawn him. And I will raise him up on the last day.44 Ουδεις δυναται να ελθη προς εμε, εαν δεν ελκυση αυτον ο Πατηρ ο πεμψας με, και εγω θελω αναστησει αυτον εν τη εσχατη ημερα.
45 It has been written in the Prophets: ‘And they shall all be taught by God.’ Everyone who has listened and learned from the Father comes to me.45 Ειναι γεγραμμενον εν τοις προφηταις? Και παντες θελουσιν εισθαι διδακτοι του Θεου. Πας λοιπον, οστις ακουση παρα του Πατρος και μαθη, ερχεται προς εμε?
46 Not that anyone has seen the Father, except he who is from God; this one has seen the Father.46 ουχι οτι ειδε τις τον Πατερα, ειμη εκεινος οστις ειναι παρα του Θεου, ουτος ειδε τον Πατερα.
47 Amen, amen, I say to you, whoever believes in me has eternal life.47 Αληθως αληθως, σας λεγω, Ο πιστευων εις εμε εχει ζωην αιωνιον.
48 I am the bread of life.48 Εγω ειμαι ο αρτος της ζωης.
49 Your fathers ate manna in the desert, and they died.49 Οι πατερες σας εφαγον το μαννα εν τη ερημω και απεθανον?
50 This is the bread which descends from heaven, so that if anyone will eat from it, he may not die.50 ουτος ειναι ο αρτος ο καταβαινων εκ του ουρανου, δια να φαγη τις εξ αυτου και να μη αποθανη.
51 I am the living bread, who descended from heaven.51 Εγω ειμαι ο αρτος ο ζων, ο καταβας εκ του ουρανου. Εαν τις φαγη εκ τουτου του αρτου, θελει ζησει εις τον αιωνα. Και ο αρτος δε τον οποιον εγω θελω δωσει, ειναι η σαρξ μου την οποιαν εγω θελω δωσει υπερ της ζωης του κοσμου.
52 If anyone eats from this bread, he shall live in eternity. And the bread that I will give is my flesh, for the life of the world.”52 Εμαχοντο λοιπον προς αλληλους Ιουδαιοι, λεγοντες? Πως δυναται ουτος να δωση εις ημας να φαγωμεν την σαρκα αυτου;
53 Therefore, the Jews debated among themselves, saying, “How can this man give us his flesh to eat?”53 Ειπε λοιπον εις αυτους ο Ιησους? Αληθως, αληθως σας λεγω, Εαν δεν φαγητε την σαρκα του υιου του ανθρωπου και πιητε το αιμα αυτου, δεν εχετε ζωην εν εαυτοις.
54 And so, Jesus said to them: “Amen, amen, I say to you, unless you eat the flesh of the Son of man and drink his blood, you will not have life in you.54 Οστις τρωγει την σαρκα μου και πινει το αιμα μου, εχει ζωην αιωνιον, και εγω θελω αναστησει αυτον εν τη εσχατη ημερα.
55 Whoever eats my flesh and drinks my blood has eternal life, and I will raise him up on the last day.55 Διοτι η σαρξ μου αληθως ειναι τροφη, και το αιμα μου αληθως ειναι ποσις.
56 For my flesh is true food, and my blood is true drink.56 Οστις τρωγει την σαρκα μου και πινει το αιμα μου εν εμοι μενει, και εγω εν αυτω.
57 Whoever eats my flesh and drinks my blood abides in me, and I in him.57 Καθως με απεστειλεν ο ζων Πατηρ και εγω ζω δια τον Πατερα, ουτω και οστις με τρωγει θελει ζησει και εκεινος δι' εμε.
58 Just as the living Father has sent me and I live because of the Father, so also whoever eats me, the same shall live because of me.58 Ουτος ειναι ο αρτος ο καταβας εκ του ουρανου, ουχι καθως οι πατερες σας εφαγον το μαννα και απεθανον? οστις τρωγει τουτον τον αρτον θελει ζησει εις τον αιωνα.
59 This is the bread that descends from heaven. It is not like the manna that your fathers ate, for they died. Whoever eats this bread shall live forever.”59 Ταυτα ειπεν εν τη συναγωγη, διδασκων εν Καπερναουμ.
60 He said these things when he was teaching in the synagogue at Capernaum.60 Πολλοι λοιπον εκ των μαθητων αυτου ακουσαντες, ειπον? Σκληρος ειναι ουτος ο λογος? τις δυναται να ακουη αυτον;
61 Therefore, many of his disciples, upon hearing this, said: “This saying is difficult,” and, “Who is able to listen to it?”61 Νοησας δε ο Ιησους εν εαυτω οτι γογγυζουσι περι τουτου οι μαθηται αυτου, ειπε προς αυτους? Τουτο σας σκανδαλιζει;
62 But Jesus, knowing within himself that his disciples were murmuring about this, said to them: “Does this offend you?62 εαν λοιπον θεωρητε τον Υιον του ανθρωπου αναβαινοντα οπου ητο το προτερον;
63 Then what if you were to see the Son of man ascending to where he was before?63 το πνευμα ειναι εκεινο το οποιον ζωοποιει, η σαρξ δεν ωφελει ουδεν? οι λογοι, τους οποιους εγω λαλω προς εσας, πνευμα ειναι και ζωη ειναι.
64 It is the Spirit who gives life. The flesh does not offer anything of benefit. The words that I have spoken to you are spirit and life.64 Πλην ειναι τινες απο σας, οιτινες δεν πιστευουσι. Διοτι ηξευρεν εξ αρχης ο Ιησους, τινες ειναι οι μη πιστευοντες και τις ειναι ο μελλων να παραδωση αυτον.
65 But there are some among you who do not believe.” For Jesus knew from the beginning who were unbelieving and which one would betray him.65 Και ελεγε? Δια τουτο σας ειπον οτι ουδεις δυναται να ελθη προς εμε, εαν δεν ειναι δεδομενον εις αυτον εκ του Πατρος μου.
66 And so he said, “For this reason, I said to you that no one is able to come to me, unless it has been given to him by my Father.”66 Εκτοτε πολλοι των μαθητων αυτου εστραφησαν εις τα οπισω και δεν περιεπατουν πλεον μετ' αυτου.
67 After this, many of his disciples went back, and they no longer walked with him.67 Ειπε λοιπον ο Ιησους προς τους δωδεκα? Μηπως και σεις θελετε να υπαγητε;
68 Therefore, Jesus said to the twelve, “Do you also want to go away?”68 Απεκριθη λοιπον προς αυτον ο Σιμων Πετρος? Κυριε, προς τινα θελομεν υπαγει; λογους ζωης αιωνιου εχεις?
69 Then Simon Peter answered him: “Lord, to whom would we go? You have the words of eternal life.69 και ημεις επιστευσαμεν και εγνωρισαμεν οτι συ εισαι ο Χριστος ο Υιος του Θεου του ζωντος.
70 And we have believed, and we recognize that you are the Christ, the Son of God.”70 Απεκριθη προς αυτους ο Ιησους? Δεν εξελεξα εγω εσας τους δωδεκα και εις απο σας ειναι διαβολος;
71 Jesus answered them: “Have I not chosen you twelve? And yet one among you is a devil.”71 Ελεγε δε τον Ιουδαν του Σιμωνος τον Ισκαριωτην? διοτι ουτος, εις ων εκ των δωδεκα, εμελλε να παραδωση αυτον.
72 Now he was speaking about Judas Iscariot, the son of Simon. For this one, even though he was one of the twelve, was about to betray him.