Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Nehemiah 1


font
NEW JERUSALEMGREEK BIBLE
1 The words of Nehemiah son of Hacaliah. It happened in the month of Chislev, in the twentieth year,while I was in the citadel of Susa,1 Λογοι Νεεμια υιου του Αχαλια. Και εν τω μηνι Χισλευ, εν τω εικοστω ετει, οτε ημην εν Σουσοις τη βασιλευουση,
2 that Hanani, one of my brothers, arrived with some men from Judah. I asked them about the Jews --those who had escaped and those who survived from the captivity -- and about Jerusalem.2 ο Ανανι, εις εκ των αδελφων μου, ηλθεν, αυτος και τινες εκ του Ιουδα, και ηρωτησα αυτους περι των διασωθεντων Ιουδαιων, οιτινες εναπελειφθησαν εκ της αιχμαλωσιας, και περι Ιερουσαλημ.
3 They replied, 'The survivors remaining there in the province since the captivity are in a very bad anddemoralised condition: the wal s of Jerusalem are in ruins and its gates have been burnt down.'3 Και ειπον προς εμε, Οι υπολοιποι, οι εναπολειφθεντες εκ της αιχμαλωσιας εκει εν τη επαρχια, ειναι εν θλιψει μεγαλη, και ονειδισμω? και το τειχος της Ιερουσαλημ καθηρεθη, και αι πυλαι αυτης κατεκαυθησαν εν πυρι.
4 On hearing this I sat down and wept; for some days I mourned, fasting and praying before the God ofheaven.4 Και οτε ηκουσα τους λογους τουτους, εκαθησα και εκλαυσα και επενθησα ημερας και ενηστευον, και προσηυχομην ενωπιον του Θεου του ουρανου,
5 I said, 'Yahweh, God of heaven -- the great and awe-inspiring God who keeps a covenant of faithfullove with those who love him and obey his commandments-5 και ειπα, Δεομαι, Κυριε, Θεε του ουρανου, ο μεγας και φοβερος Θεος, ο φυλαττων την διαθηκην και το ελεος προς τους αγαπωντας αυτον και τηρουντας τας εντολας αυτου,
6 let your ear be attentive and your eyes open, to listen to your servant's prayer, which I now offer to youday and night on behalf of your servants the Israelites. I admit the sins of the Israelites, which we havecommitted against you. Both I and my father's House have sinned;6 ας ηναι τωρα το ους σου προσεκτικον και οι οφθαλμοι σου ανεωγμενοι, δια να ακουσης την προσευχην του δουλου σου, την οποιαν ηδη προσευχομαι ενωπιον σου ημεραν και νυκτα υπερ των υιων Ισραηλ των δουλων σου, και εξομολογουμαι τα αμαρτηματα των υιων Ισραηλ, τα οποια ημαρτησαμεν εις σε? και εγω και ο οικος του πατρος μου ημαρτησαμεν.
7 we have acted very wickedly towards you by not keeping the commandments, laws and rulings whichyou enjoined on your servant Moses.7 Ολως διεφθαρημεν ενωπιον σου, και δεν εφυλαξαμεν τας εντολας και τα διαταγματα και τας κρισεις, τας οποιας προσεταξας εις τον δουλον σου τον Μωυσην.
8 Remember, I beg you, the promise which you solemnly made to your servant Moses, "If you areunfaithful, I shal scatter you among the peoples;8 Ενθυμηθητι, δεομαι, τον λογον, τον οποιον προσεταξας εις τον δουλον σου τον Μωυσην, λεγων, Εαν γεινητε παραβαται, εγω θελω σας διασκορπισει μεταξυ των εθνων?
9 but if you come back to me and keep my commandments and practise them, even though those whohave been banished are at the very sky's end, I shal gather them from there and bring them back to the placewhich I have chosen as a dwel ing-place for my name."9 αλλ' εαν επιστρεψητε προς εμε και φυλαξητε τας εντολας μου και εκτελητε αυτας, και αν ηναι απο σας απερριμμενοι εως των εσχατων του ουρανου, και εκειθεν θελω συναξει αυτους και θελω φερει αυτους εις τον τοπον, τον οποιον εξελεξα δια να κατοικισω το ονομα μου εκει.
10 Since they are your servants, your people, whom you have redeemed with your mighty power andstrong hand,10 Ουτοι δε ειναι δουλοι σου και λαος σου, τους οποιους ελυτρωσας δια της δυναμεως σου της μεγαλης και δια της χειρος σου της κραταιας.
11 O Lord, let your ear now be attentive to your servant's prayer and to the prayer of your servants whowant to revere your name. I beg you let your servant be successful today and win this man's compassion.' At thetime I was cupbearer to the king.11 Δεομαι, Κυριε, ας ηναι ηδη το ους σου προσεκτικον εις την προσευχην του δουλου σου και εις την προσευχην των δουλων σου, των θελοντων να φοβωνται το ονομα σου? και ευοδωσον, δεομαι, τον δουλον σου την ημεραν ταυτην, και χαρισον εις αυτον ελεος ενωπιον του ανδρος τουτου. Διοτι εγω ημην οινοχοος του βασιλεως.