Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Nehemiah 13


font
NEW AMERICAN BIBLEGREEK BIBLE
1 At that time, when there was reading from the book of Moses in the hearing of the people, it was found written there that "no Ammonite or Moabite may ever be admitted into the assembly of God;1 Εν τη ημερα εκεινη ανεγνωσθη εν τω βιβλιω του Μωυσεως εις τα ωτα του λαου? και ευρεθη γεγραμμενον εν αυτω, οτι οι Αμμωνιται και οι Μωαβιται δεν επρεπε να εισελθωσιν εις την συναγωγην του Θεου εως αιωνος?
2 for they would not succor the Israelites with food and water, but they hired Balaam to curse them, though our God turned the curse into a blessing."2 διοτι δεν προυπηντησαν τους υιους Ισραηλ μετα αρτου και μετα υδατος, αλλ' εμισθωσαν τον Βαλααμ εναντιον αυτων, δια να καταρασθη αυτους? πλην ο Θεος ημων ετρεψε την καταραν εις ευλογιαν.
3 When they had heard the law, they separated from Israel every foreign element.3 Και ως ηκουσαν τον νομον, εχωρισαν απο του Ισραηλ παντα αλλογενη.
4 Before this, the priest Eliashib, who had been placed in charge of the chambers of the house of our God and who was an associate of Tobiah,4 Προ τουτου δε Ελιασειβ ο ιερευς, οστις ειχε την επιστασιαν των οικηματων του οικου του Θεου ημων, ειχε συγγενευσει μετα του Τωβια?
5 had set aside for the latter's use a large chamber in which had previously been stored the cereal offerings, incense and utensils, the tithes in grain, wine, and oil allotted to the Levites, singers, and gatekeepers, and the offerings due the priests.5 και ειχεν ετοιμασει δι' αυτον μεγα οικημα, οπου προτερον εθετον τας εξ αλφιτων προσφορας, το λιβανιον και τα σκευη και τα δεκατα του σιτου, του οινου και του ελαιου, το διατεταγμενον των Λευιτων και των ψαλτωδων και των πυλωρων και τας προσφορας των ιερεων.
6 During all this time I had not been in Jerusalem, for in the thirty-second year of Artaxerxes, king of Babylon, I had gone back to the king. After due time, however, I asked leave of the king6 Πλην εν πασι τουτοις εγω δεν ημην εν Ιερουσαλημ? διοτι εν τω τριακοστω δευτερω ετει Αρταξερξου του βασιλεως της Βαβυλωνος ηλθον προς τον βασιλεα και μεθ' ημερας τινας εζητησα παρα του βασιλεως,
7 and returned to Jerusalem, where I discovered the evil thing that Eliashib had done for Tobiah, in setting aside for him a chamber in the courts of the house of God.7 και ηλθον εις Ιερουσαλημ και εμαθον το κακον, το οποιον ο Ελιασειβ εκαμε χαριν του Τωβια, ετοιμασας εις αυτον οικημα εν ταις αυλαις του οικου του Θεου.
8 This displeased me very much, and I had all of Tobiah's household goods thrown outside the chamber.8 Και δυσηρεστηθην πολυ? και ερριψα εξω του οικηματος παντα τα σκευη του οικου του Τωβια.
9 Then I gave orders to purify the chambers, and I had them replace there the utensils of the house of God, the cereal offerings, and the incense.9 Και προσεταξα, και εκαθαρισαν τα οικηματα? και επανεφερα εκει τα σκευη του οικου του Θεου, τας εξ αλφιτων προσφορας και το λιβανιον.
10 I learned, too, that the portions due the Levites were no longer being given, so that the Levites and the singers who should have been carrying out the services had deserted, each man to his own field.10 Και εμαθον οτι τα μεριδια των Λευιτων δεν εδοθησαν εις αυτους? διοτι οι Λευιται και οι ψαλτωδοι, οι ποιουντες το εργον, εφυγον εκαστος εις τον αγρον αυτου.
11 I took the magistrates to task, demanding, "Why is the house of God abandoned?" Then I brought the Levites together and had them resume their stations.11 Και επεπληξα τους προεστωτας και ειπα, Δια τι εγκατελειφθη ο οικος του Θεου; Και εσυναξα αυτους και αποκατεστησα αυτους εις την θεσιν αυτων.
12 All Judah once more brought in the tithes of grain, wine, and oil to the storerooms;12 Τοτε εφερε πας ο Ιουδας εις τας αποθηκας το δεκατον του σιτου και του οινου και του ελαιου.
13 and in charge of the storerooms I appointed the priest Shelemiah, Zadok the scribe, and Pedaiah, one of the Levites, together with Hanan, son of Zaccur, son of Mattaniah, as their assistant; for these men were held to be trustworthy. It was their duty to make the distribution to their brethren.13 Και κατεστησα φυλακας επι των αποθηκων, Σελεμιαν τον ιερεα και Σαδωκ τον γραμματεα και εκ των Λευιτων? τον Φεδαιαν? και πλησιον αυτων, Αναν τον υιον του Ζακχουρ, υιου του Ματθανια? διοτι ελογιζοντο πιστοι? το εργον δε αυτων ητο να διανεμωσιν εις τους αδελφους αυτων.
14 Remember this to my credit, O my God! Let not the devotion which I showed for the house of my God and its services be forgotten!14 Μνησθητι μου, Θεε μου, περι τουτου, και μη εξαλειψης τα ελεη μου, τα οποια εκαμα εις τον οικον του Θεου μου και εις τας τελετας αυτου.
15 In those days I perceived that men in Judah were treading the winepresses on the sabbath; that they were bringing in sheaves of grain, loading them on their asses, together with wine, grapes, figs, and every other kind of burden, and bringing them to Jerusalem on the sabbath day. I warned them to sell none of these victuals.15 Εν εκειναις ταις ημεραις ειδον τινας εν Ιουδα ληνοπατουντας εν σαββατω και εισφεροντας δραγματα και επιφορτιζοντας επι ονους, και οινον, σταφυλια και συκα και παν ειδος φορτιων, τα οποια εφερον εις Ιερουσαλημ την ημεραν του σαββατου? και διεμαρτυρηθην εν τη ημερα, καθ' ην επωλουν τροφιμα.
16 In Jerusalem itself the Tyrians who were resident there were importing fish and every other kind of merchandise and selling it to the Judahites on the sabbath.16 Και οι Τυριοι, οι κατοικουντες εν αυτη, εφερον ιχθυας και παν ειδος ωνιων και επωλουν εν σαββατω εις τους υιους Ιουδα και εν Ιερουσαλημ.
17 I took the nobles of Judah to task, demanding of them: "What is this evil thing that you are doing, profaning the sabbath day?17 Και επεπληξα τους προκριτους του Ιουδα και ειπα προς αυτους, Τι ειναι το πραγμα τουτο το κακον, το οποιον σεις καμνετε, βεβηλουντες την ημεραν του σαββατου;
18 Did not your fathers act in this same way, with the result that our God has brought all this evil upon us and upon this city? Would you add to the wrath against Israel by once more profaning the sabbath?"18 δεν εκαμνον ουτως οι πατερες σας, και εφερεν ο Θεος ημων παντα ταυτα τα κακα εφ' ημας και επι την πολιν ταυτην; αλλα σεις επαναφερετε οργην επι τον Ισραηλ, βεβηλουντες το σαββατον.
19 When the shadows were falling on the gates of Jerusalem before the sabbath, I ordered the doors to be closed and forbade them to be reopened till after the sabbath. I posted some of my own men at the gates so that no burden might enter on the sabbath day.19 Δια τουτο, οτε ηρχιζε να συσκοταζη εις τας πυλας της Ιερουσαλημ προ του σαββατου, ειπα, και εκλεισαν τας πυλας, και προσεταξα να μη ανοιχθωσιν εως μετα το σαββατον? και κατεστησα επι τας πυλας τινας εκ των υπηρετων μου, δια να μη εισελθη φορτιον την ημεραν του σαββατου.
20 The merchants and sellers of various kinds of merchandise spent the night once or twice outside Jerusalem,20 Και διενυκτερευσαν οι εμποροι και οι πωληται παντος ειδους ωνιων εξω της Ιερουσαλημ απαξ και δις.
21 but then I warned them, saying to them: "Why do you spend the night alongside the wall? If you keep this up, I will lay hands on you!" From that time on, they did not return on the sabbath.21 Τοτε διεμαρτυρηθην εναντιον αυτων και ειπα προς αυτους, Δια τι διανυκτερευετε εμπροσθεν του τειχους; εαν δευτερωσητε, θελω βαλει χειρα επανω σας. Εκτοτε δεν ηλθον εν σαββατω.
22 Then I ordered the Levites to purify themselves and to go and watch the gates, so that the sabbath day might be kept holy. This, too, remember in my favor, O my God, and have mercy on me in accordance with your great mercy!22 Και ειπα προς τους Λευιτας να καθαριζωνται και να ερχωνται να φυλαττωσι τας πυλας, δια να αγιαζωσι την ημεραν του σαββατου. Μνησθητι μου, Θεε μου, και περι τουτου, και ελεησον με κατα το πληθος του ελεους σου.
23 Also in those days I saw Jews who had married Ashdodite, Ammonite, or Moabite wives.23 Προσετι εν ταις ημεραις εκειναις ειδον τους Ιουδαιους τους λαβοντας γυναικας Αζωτιας, Αμμωνιτιδας και Μωαβιτιδας?
24 Of their children, half spoke Ashdodite, and none of them knew how to speak Jewish; and so it was in regard to the languages of the various other peoples.24 και τα τεκνα αυτων λαλουντα ημισυ Αζωτιστι, και μη εξευροντα να λαλησωσιν Ιουδαιστι αλλα κατα την γλωσσαν διαφορων λαων.
25 I took them to task and cursed them; I had some of them beaten and their hair pulled out; and I adjured them by God: "You shall not marry your daughters to their sons nor take any of their daughters for your sons or for yourselves!25 Και επεπληξα αυτους και κατηρασθην αυτους, και ερραβδισα τινας εξ αυτων και ετριχομαδησα αυτους, και ωρκισα αυτους εις τον Θεον, λεγων, Δεν θελετε δωσει τας θυγατερας σας εις τους υιους αυτων, και δεν θελετε λαβει εκ των θυγατερων αυτων εις τους υιους σας η εις εαυτους?
26 Did not Solomon, the king of Israel, sin because of them? Though among the many nations there was no king like him, and though he was beloved of his God and God had made him king over all Israel, yet even he was made to sin by foreign women.26 δεν ημαρτησεν ουτω Σολομων ο βασιλευς του Ισραηλ; καιτοι μεταξυ πολλων εθνων δεν υπηρξε βασιλευς ομοιος αυτου, οστις ητο αγαπωμενος υπο του Θεου αυτου, και εκαμεν αυτον ο Θεος βασιλεα επι παντα τον Ισραηλ? αλλ' ομως και αυτον αι ξεναι γυναικες εκαμον να αμαρτηση?
27 Must it also be heard of you that you have done this same very great evil, betraying our God by marrying foreign women?"27 θελομεν λοιπον συγκατανευσει εις εσας να καμνητε απαν τουτο το μεγα κακον, να γινησθε παραβαται εναντιον εις τον Θεον ημων λαμβανοντες ξενας γυναικας;
28 One of the sons of Joiada, son of Eliashib the high priest, was the son-in-law of Sanballat the Horonite! I drove him from my presence.28 Και εις εκ των υιων του Ιωαδα, υιου του Ελιασειβ του ιερεως του μεγαλου, ητο γαμβρος Σαναβαλλατ του Ορωνιτου? οθεν απεδιωξα αυτον απ' εμπροσθεν μου.
29 Remember against them, O my God, how they defiled the priesthood and the covenant of the priesthood and the Levites!29 Μνησθητι αυτων, Θεε μου, διοτι εβεβηλωσαν την ιερατειαν και την διαθηκην της ιερατειας και των Λευιτων.
30 Thus I cleansed them of all foreign contamination. I established the various functions for the priests and Levites, so that each had his appointed task.30 Και εκαθαρισα αυτους απο παντων των ξενων, και διωρισα φυλακας εκ των ιερεων και των Λευιτων, εκαστον εις τα εργα αυτου?
31 I also provided for the procurement of wood at stated times and for the first fruits. Remember this in my favor, O my God!31 και δια την προσφοραν των ξυλων εν καιροις ωρισμενοις, και δια τας απαρχας. Μνησθητι μου, Θεε μου, επ' αγαθω.