ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 89
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | EINHEITSUBERSETZUNG BIBEL |
---|---|
1 Μασχιλ του Εθαν του Εζραιτου.>> Τα ελεη του Κυριου εις τον αιωνα θελω ψαλλει? δια του στοματος μου θελω αναγγελλει την αληθειαν σου εις γενεαν και γενεαν. | 1 [Ein Weisheitslied Etans, des Esrachiters.] |
2 Διοτι ειπα, το ελεος σου θελει θεμελιωθη εις τον αιωνα? εν τοις ουρανοις θελεις στερεωσει την αληθειαν σου. | 2 Von den Taten deiner Huld, Herr, will ich ewig singen, bis zum fernsten Geschlecht laut deine Treue verkünden. |
3 Εκαμα διαθηκην μετα του εκλεκτου μου? ωμοσα προς Δαβιδ τον δουλον μου? | 3 Denn ich bekenne: Deine Huld besteht für immer und ewig; deine Treue steht fest im Himmel. |
4 Διαπαντος θελω στερεωσει το σπερμα σου, και θελω οικοδομησει τον θρονον σου εις γενεαν και γενεαν. Διαψαλμα. | 4 «Ich habe einen Bund geschlossen mit meinem Erwählten und David, meinem Knecht, geschworen: |
5 Και οι ουρανοι θελουσιν υμνει τα θαυμασια σου, Κυριε? και η αληθεια σου θελει εξυμνεισθαι εν τη συναξει των αγιων. | 5 Deinem Haus gebe ich auf ewig Bestand und von Geschlecht zu Geschlecht richte ich deinen Thron auf.» [Sela] |
6 Διοτι τις εν τω ουρανω δυναται να εξισωθη με τον Κυριον; Τις μεταξυ των υιων των δυνατων δυναται να ομοιωθη με τον Κυριον; | 6 Die Himmel preisen, Herr, deine Wunder und die Gemeinde der Heiligen deine Treue. |
7 Ο Θεος ειναι φοβερος σφοδρα εν τη βουλη των αγιων και σεβαστος εν πασι τοις κυκλω αυτου. | 7 Denn wer über den Wolken ist wie der Herr, wer von den Göttern ist dem Herrn gleich? |
8 Κυριε Θεε των δυναμεων, τις ομοιος σου; δυνατος εισαι, Κυριε, και η αληθεια σου ειναι κυκλω σου. | 8 Gewaltig ist Gott im Rat der Heiligen, für alle rings um ihn her ist er groß und furchtbar. |
9 Συ δεσποζεις την επαρσιν της θαλασσης? οταν σηκονωνται τα κυματα αυτης, συ ταπεινονεις αυτα. | 9 Herr, Gott der Heerscharen, wer ist wie du? Mächtig bist du, Herr, und von Treue umgeben. |
10 Συ συνετριψας την Ρααβ ως τραυματιαν? δια του βραχιονος της δυναμεως σου διεσκορπισας τους εχθρους σου. | 10 Du beherrschst die Empörung des Meeres; wenn seine Wogen toben - du glättest sie. |
11 Σου ειναι οι ουρανοι και σου η γη την οικουμενην και το πληρωμα αυτης, συ εθεμελιωσας αυτα. | 11 Rahab hast du durchbohrt und zertreten, deine Feinde zerstreut mit starkem Arm. |
12 Τον βορραν και τον νοτον, συ εκτισας αυτους? Θαβωρ και Αερμων εις το ονομα σου θελουσιν αγαλλεσθαι. | 12 Dein ist der Himmel, dein auch die Erde; den Erdkreis und was ihn erfüllt hast du gegründet. |
13 Εχεις ισχυρον τον βραχιονα? κραταια ειναι η χειρ σου? υψηλη η δεξια σου. | 13 Nord und Süd hast du geschaffen, Tabor und Hermon jauchzen bei deinem Namen. |
14 Η δικαιοσυνη και η κρισις ειναι η βασις του θρονου σου? το ελεος και η αληθεια θελουσι προπορευεσθαι εμπροσθεν του προσωπου σου. | 14 Dein Arm ist voll Kraft, deine Hand ist stark, deine Rechte hoch erhoben. |
15 Μακαριος ο λαος ο γινωσκων αλαλαγμον? θελουσι περιπατει, Κυριε, εν τω φωτι του προσωπου σου. | 15 Recht und Gerechtigkeit sind die Stützen deines Thrones, Huld und Treue schreiten vor deinem Antlitz her. |
16 Εις το ονομα σου θελουσιν αγαλλεσθαι ολην την ημεραν? και εις την δικαιοσυνην σου θελουσιν υψωθη. | 16 Wohl dem Volk, das dich als König zu feiern weiß! Herr, sie gehen im Licht deines Angesichts. |
17 Διοτι συ εισαι το καυχημα της δυναμεως αυτων? και δια της ευμενειας σου θελει υψωθη το κερας ημων. | 17 Sie freuen sich über deinen Namen zu jeder Zeit, über deine Gerechtigkeit jubeln sie. |
18 Διοτι ο Κυριος ειναι η ασπις ημων? και ο Αγιος του Ισραηλ ο βασιλευς ημων. | 18 Denn du bist ihre Schönheit und Stärke, du erhöhst unsre Kraft in deiner Güte. |
19 Ελαλησας τοτε δι' οραματος προς τον οσιον σου και ειπας? εθεσα βοηθειαν επι τον δυνατον? υψωσα εκλεκτον εκ του λαου? | 19 Ja, unser Schild gehört dem Herrn, unser König dem heiligen Gott Israels. |
20 Ευρηκα Δαβιδ τον δουλον μου? με το ελαιον το αγιον μου εχρισα αυτον? | 20 Einst hast du in einer Vision zu deinen Frommen gesprochen: «Einen Helden habe ich zum König gekrönt, einen jungen Mann aus dem Volk erhöht. |
21 η χειρ μου θελει στερεονει αυτον? και ο βραχιων μου θελει ενδυναμονει αυτον. | 21 Ich habe David, meinen Knecht, gefunden und ihn mit meinem heiligen Öl gesalbt. |
22 δεν θελει υπερισχυσει εχθρος κατ' αυτου? ουδε υιος ανομιας θελει ταλαιπωρησει αυτον. | 22 Beständig wird meine Hand ihn halten und mein Arm ihn stärken. |
23 Και θελω κατακοψει απ' εμπροσθεν αυτου τους εχθρους αυτου? και τους μισουντας αυτον θελω κατατροπωσει. | 23 Kein Feind soll ihn täuschen, kein ruchloser Mensch kann ihn bezwingen. |
24 Η δε αληθεια μου και το ελεος μου θελουσιν εισθαι μετ' αυτου? και εν τω ονοματι μου θελει υψωθη το κερας αυτου. | 24 Vor ihm will ich die Feinde zerschmettern und alle, die ihn hassen, schlage ich nieder. |
25 Και θελω θεσει την χειρα αυτου επι την θαλασσαν, και επι τους ποταμους την δεξιαν αυτου. | 25 Meine Treue und meine Huld begleiten ihn und in meinem Namen erhebt er sein Haupt. |
26 Αυτος θελει κραξει προς εμε, Πατηρ μου εισαι, Θεος μου και πετρα της σωτηριας μου. | 26 Ich lege seine Hand auf das Meer, über die Ströme herrscht seine Rechte. |
27 Εγω βεβαιως θελω καμει αυτον πρωτοτοκον μου, Υψιστον επι τους βασιλεις της γης. | 27 Er wird zu mir rufen: Mein Vater bist du, mein Gott, der Fels meines Heiles. |
28 Διαπαντος θελω φυλαττει εις αυτον το ελεος μου, και η διαθηκη μου θελει εισθαι στερεα μετ' αυτου. | 28 Ich mache ihn zum erstgeborenen Sohn, zum Höchsten unter den Herrschern der Erde. |
29 Και θελω καμει να διαμενη το σπερμα αυτου εις τον αιωνα, και ο θρονος αυτου ως αι ημεραι του ουρανου. | 29 Auf ewig werde ich ihm meine Huld bewahren, mein Bund mit ihm bleibt allzeit bestehen. |
30 Εαν εγκαταλιπωσιν οι υιοι αυτου τον νομον μου και εις τας κρισεις μου δεν περιπατησωσιν? | 30 Sein Geschlecht lasse ich dauern für immer und seinen Thron, solange der Himmel währt. |
31 Εαν παραβωσι τα διαταγματα μου και δεν φυλαξωσι τας εντολας μου? | 31 Wenn seine Söhne meine Weisung verlassen, nicht mehr leben nach meiner Ordnung, |
32 Τοτε θελω επισκεφθη με ραβδον τας παραβασεις αυτων και με πληγας τας παρανομιας αυτων. | 32 wenn sie meine Gesetze entweihen, meine Gebote nicht mehr halten, |
33 Το ελεος μου ομως δεν θελω αφαιρεσει απ' αυτου, ουδε θελω ψευσθη κατα της αληθειας μου. | 33 dann werde ich ihr Vergehen mit der Rute strafen und ihre Sünde mit Schlägen. |
34 Δεν θελω παραβη την διαθηκην μου, ουδε θελω αθετησει ο, τι εξηλθεν εκ των χειλεων μου. | 34 Doch ich entziehe ihm nicht meine Huld, breche ihm nicht die Treue. |
35 Απαξ ωμοσα εις την αγιοτητα μου, οτι δεν θελω ψευσθη προς τον Δαβιδ. | 35 Meinen Bund werde ich nicht entweihen; was meine Lippen gesprochen haben, will ich nicht ändern. |
36 Το σπερμα αυτου θελει διαμενει εις τον αιωνα και ο θρονος αυτου ως ο ηλιος, ενωπιον μου? | 36 Eines hab ich geschworen, so wahr ich heilig bin, und niemals werde ich David belügen: |
37 Ως η σεληνη θελει στερεωθη εις τον αιωνα και μαρτυς πιστος εν τω ουρανω. Διαψαλμα. | 37 Sein Geschlecht soll bleiben auf ewig, sein Thron habe Bestand vor mir wie die Sonne; |
38 Αλλα συ απεβαλες και εβδελυχθης, ωργισθης κατα του χριστου σου? | 38 er soll ewig bestehen wie der Mond, der verlässliche Zeuge über den Wolken.» [Sela] |
39 ηκυρωσας την διαθηκην του δουλου σου? εβεβηλωσας το διαδημα αυτου εως της γης. | 39 Nun aber hast du deinen Gesalbten verstoßen, ihn verworfen und mit Zorn überschüttet, |
40 Κατεβαλες παντας τους φραγμους αυτου? ηφανισας τα οχυρωματα αυτου? | 40 hast den Bund mit deinem Knecht zerbrochen, zu Boden getreten seine Krone. |
41 διαρπαζουσιν αυτον παντες οι διαβαινοντες την οδον? κατεσταθη ονειδος εις τους γειτονας αυτου. | 41 Eingerissen hast du all seine Mauern, in Trümmer gelegt seine Burgen. |
42 Υψωσας την δεξιαν των εναντιων αυτου? ευφρανας παντας τους εχθρους αυτου? | 42 Alle, die des Weges kommen, plündern ihn aus, er wird zum Gespött seiner Nachbarn. |
43 ημβλυνας μαλιστα το κοπτερον της ρομφαιας αυτου και δεν εστερεωσας αυτον εν τη μαχη? | 43 Du hast die Hand seiner Bedränger hoch erhoben, hast all seine Feinde erfreut. |
44 Επαυσας την δοξαν αυτου και τον θρονον αυτου ερριψας κατα γης. | 44 Du hast die Spitze seines Schwertes umgekehrt, hast im Kampf ihm den Sieg verweigert. |
45 Ωλιγοστευσας τας ημερας της νεοτητος αυτου? ενεδυσας αυτον με αισχυνην. Διαψαλμα. | 45 Du hast ein Ende gemacht seinem Glanz und seinen Thron zu Boden geworfen. |
46 Εως ποτε, Κυριε; θελεις κρυπτεσθαι διαπαντος; θελει καιεσθαι ως πυρ η οργη σου; | 46 Du hast ihm die Tage der Jugend verkürzt und ihn bedeckt mit Schande. [Sela] |
47 Μνησθητι ποσον βραχυς ειναι ο καιρος μου, εν τινι ματαιοτητι εποιησας παντας τους υιους των ανθρωπων. | 47 Wie lange noch, Herr? Verbirgst du dich ewig? Soll dein Zorn wie Feuer brennen? |
48 Τις ανθρωπος θελει ζησει και δεν θελει ιδει θανατον; τις θελει λυτρωσει την ψυχην αυτου εκ της χειρος του αδου; Διαψαλμα. | 48 Bedenke, Herr: Was ist unser Leben, wie vergänglich hast du alle Menschen erschaffen! |
49 Που ειναι τα ελεη σου τα αρχαια, Κυριε, τα οποια ωμοσας προς τον Δαβιδ εν τη αληθεια σου; | 49 Wo ist der Mann, der ewig lebt und den Tod nicht schaut, der sich retten kann vor dem Zugriff der Unterwelt? [Sela] |
50 Μνησθητι, Κυριε, του ονειδισμου των δουλων σου, τον οποιον φερω εν τω κολπω μου υπο τοσουτων πολυαριθμων λαων? | 50 Herr, wo sind die Taten deiner Huld geblieben, die du David in deiner Treue geschworen hast? |
51 με τον οποιον ωνειδισαν οι εχθροι σου, Κυριε? με τον οποιον ωνειδισαν τα ιχνη του χριστου σου. | 51 Herr, denk an die Schmach deines Knechtes! Im Herzen brennt mir der Hohn der Völker, |
52 Ευλογητος Κυριος εις τον αιωνα. Αμην, και αμην. | 52 mit dem deine Feinde mich schmähen, Herr, und die Schritte deines Gesalbten verhöhnen. |
53 Gepriesen sei der Herr in Ewigkeit. Amen, ja amen. |