Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Nehemia 8


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Das ganze Volk versammelte sich geschlossen auf dem Platz vor dem Wassertor und bat den Schriftgelehrten Esra, das Buch mit dem Gesetz des Mose zu holen, das der Herr den Israeliten vorgeschrieben hat.1 Συνηχθη δε πας ο λαος, ως εις ανθρωπος, εις την πλατειαν την εμπροσθεν της πυλης των υδατων? και ειπον προς Εσδραν τον γραμματεα, να φερη το βιβλιον του νομου του Μωυσεως, τον οποιον ο Κυριος προσεταξεν εις τον Ισραηλ.
2 Am ersten Tag des siebten Monats brachte der Priester Esra das Gesetz vor die Versammlung; zu ihr gehörten die Männer und die Frauen und alle, die das Gesetz verstehen konnten.2 Και την πρωτην ημεραν του εβδομου μηνος εφερεν Εσδρας ο ιερευς τον νομον εμπροσθεν της συναξεως ανδρων τε και γυναικων και παντων των δυναμενων να εννοωσιν ακουοντες.
3 Vom frühen Morgen bis zum Mittag las Esra auf dem Platz vor dem Wassertor den Männern und Frauen und denen, die es verstehen konnten, das Gesetz vor. Das ganze Volk lauschte auf das Buch des Gesetzes.3 Και ανεγνωσεν εν αυτω, εν τη πλατεια τη εμπροσθεν της πυλης των υδατων, απο της αυγης μεχρι της μεσημβριας, ενωπιον των ανδρων και των γυναικων και των δυναμενων να εννοωσι? και τα ωτα παντος του λαου προσειχον εις το βιβλιον του νομου.
4 Der Schriftgelehrte Esra stand auf einer Kanzel aus Holz, die man eigens dafür errichtet hatte. Neben ihm standen rechts Mattitja, Schema, Anaja, Urija, Hilkija und Maaseja und links Pedaja, Mischaël, Malkija, Haschum, Haschbaddana, Secharja und Meschullam.4 Ιστατο δε Εσδρας ο γραμματευς επι βηματος ξυλινου, το οποιον εκαμον επιτηδες? και πλησιον αυτου ιστατο Ματταθιας και Σεμα και Αναιας και Ουριας και Χελκιας και Μαασιας, εκ δεξιων αυτου? εξ αριστερων δε αυτου Φεδαιας και Μισαηλ και Μαλχιας και Ασουμ και Ασβαδανα, Ζαχαριας και Μεσουλλαμ.
5 Esra öffnete das Buch vor aller Augen, denn er stand höher als das versammelte Volk. Als er das Buch aufschlug, erhoben sich alle.5 Και ηνοιξεν ο Εσδρας το βιβλιον ενωπιον παντος του λαου? διοτι ητο υπερανω παντος του λαου? και οτε ηνοιξεν αυτο, πας ο λαος ηγερθη.
6 Dann pries Esra den Herrn, den großen Gott; darauf antworteten alle mit erhobenen Händen: Amen, amen! Sie verneigten sich, warfen sich vor dem Herrn nieder, mit dem Gesicht zur Erde.6 Και ηυλογησεν ο Εσδρας τον Κυριον, τον Θεον τον μεγαν. Και πας ο λαος απεκριθη, Αμην, Αμην, υψονοντες τας χειρας αυτων? και κυψαντες, προσεκυνησαν τον Κυριον με τα προσωπα επι την γην.
7 Die Leviten Jeschua, Bani, Scherebja, Jamin, Akkub, Schabbetai, Hodija, Maaseja, Kelita, Asarja, Josabad, Hanan und Pelaja erklärten dem Volk das Gesetz; die Leute blieben auf ihrem Platz.7 Ιησους δε και Βανι και Σερεβιας, Ιαμειν, Ακκουβ, Σαββεθαι, Ωδιας, Μαασιας, Κελιτα, Αζαριας, Ιωζαβαδ, Αναν, Φελαιας και οι Λευιται εξηγουν τον νομον εις τον λαον? και ο λαος ιστατο εν τω τοπω αυτου.
8 Man las aus dem Buch, dem Gesetz Gottes, in Abschnitten vor und gab dazu Erklärungen, sodass die Leute das Vorgelesene verstehen konnten.8 Και ανεγνωσαν εν τω βιβλιω του νομου του Θεου ευκρινως, και εδωκαν την εννοιαν και εξηγησαν τα αναγινωσκομενα.
9 Der Statthalter Nehemia, der Priester und Schriftgelehrte Esra und die Leviten, die das Volk unterwiesen, sagten dann zum ganzen Volk: Heute ist ein heiliger Tag zu Ehren des Herrn, eures Gottes. Seid nicht traurig und weint nicht! Alle Leute weinten nämlich, als sie die Worte des Gesetzes hörten.9 Και ο Νεεμιας, ουτος ειναι ο Θιρσαθα, και Εσδρας ο ιερευς ο γραμματευς, και οι Λευιται οι εξηγουντες εις τον λαον, ειπον προς παντα τον λαον, Η ημερα αυτη ειναι αγια εις Κυριον τον Θεον σας? μη πενθειτε μηδε κλαιετε. Διοτι πας ο λαος εκλαιεν, ως ηκουσαν τους λογους του νομου.
10 Dann sagte Esra zu ihnen: Nun geht, haltet ein festliches Mahl und trinkt süßen Wein! Schickt auch denen etwas, die selbst nichts haben; denn heute ist ein heiliger Tag zur Ehre des Herrn. Macht euch keine Sorgen; denn die Freude am Herrn ist eure Stärke.10 Και ειπε προς αυτους, Υπαγετε, φαγετε παχεα και πιετε γλυκασματα, και αποστειλατε μεριδας προς τους μη εχοντας μηδεν ητοιμασμενον? διοτι η ημερα ειναι αγια εις τον Κυριον ημων? και μη λυπεισθε? διοτι η χαρα του Κυριου ειναι η ισχυς σας.
11 Auch die Leviten beruhigten das ganze Volk und sagten: Seid still, denn dieser Tag ist heilig. Macht euch keine Sorgen!11 Και κατεσιγασαν οι Λευιται παντα τον λαον, λεγοντες, Ησυχαζετε? διοτι η ημερα ειναι αγια? και μη λυπεισθε.
12 Da gingen alle Leute nach Hause, um zu essen und zu trinken und auch andern davon zu geben und um ein großes Freudenfest zu begehen; denn sie hatten die Worte verstanden, die man ihnen verkündet hatte.12 Και απηλθε πας ο λαος, δια να φαγωσι και να πιωσι και να αποστειλωσι μεριδας και να καμωσιν ευφροσυνην μεγαλην, διοτι ενοησαν τους λογους τους οποιους εφανερωσαν εις αυτους.
13 Am zweiten Tag versammelten sich die Familienoberhäupter des ganzen Volkes sowie die Priester und Leviten bei dem Schriftgelehrten Esra, um die Worte des Gesetzes weiter kennen zu lernen.13 Και την δευτεραν ημεραν συνηχθησαν οι αρχοντες των πατριων παντος του λαου, οι ιερεις και οι Λευιται, προς Εσδραν τον γραμματεα, δια να διδαχθωσι τους λογους του νομου.
14 Da fanden sie im Gesetz, das der Herr durch Mose geboten hat, die Stelle, an der es heißt: Die Israeliten sollen während des Festes im siebten Monat in Laubhütten wohnen.14 Και ευρηκαν γεγραμμενον εν τω νομω, τον οποιον προσεταξεν ο Κυριος δια του Μωυσεως, να κατοικησωσιν οι υιοι Ισραηλ εν σκηναις εν τη εορτη του εβδομου μηνος?
15 Wie man sie unterrichtet hatte, ließen sie nun in all ihren Städten und in Jerusalem ausrufen: Geht in die Berge und holt Zweige von veredelten und von wilden Ölbäumen, Zweige von Myrten, Palmen und Laubbäumen zum Bau von Laubhütten, wie es vorgeschrieben ist.15 και να δημοσιευσωσι και να διακηρυξωσιν εις πασας τας πολεις αυτων και εις την Ιερουσαλημ, λεγοντες, Εξελθετε εις το ορος και φερετε κλαδους ελαιας και κλαδους αγριελαιας και κλαδους μυρσινης και κλαδους φοινικων και κλαδους δασυφυλλων δενδρων, δια να καμητε σκηνας, κατα το γεγραμμενον.
16 Da ging das Volk hinaus; man holte Zweige und baute sich Laubhütten, der eine auf seinem flachen Dach, andere in ihren Höfen, in den Vorhöfen des Gotteshauses, auf dem Platz am Wassertor und auf dem Platz am Efraimtor.16 Και εξελθων ο λαος εφερε, και εκαμον εις εαυτους σκηνας, εκαστος επι του δωματος αυτου, και εν ταις αυλαις αυτων και εν ταις αυλαις του οικου του Θεου και εν τη πλατεια της πυλης των υδατων και εν τη πλατεια της πυλης του Εφραιμ.
17 Die ganze Gemeinde, alle, die aus der Gefangenschaft heimgekehrt waren, bauten Laubhütten und wohnten darin. So hatten die Israeliten es nicht mehr gehalten seit den Tagen Josuas, des Sohnes Nuns, bis zu diesem Tag, und die Freude war überaus groß.17 Και πασα η συναξις των επιστρεψαντων απο της αιχμαλωσιας εκαμον σκηνας, και εκαθησαν εν ταις σκηναις? διοτι απο των ημερων Ιησου υιου του Ναυη μεχρι εκεινης της ημερας, οι υιοι Ισραηλ δεν ειχον καμει ουτω. Και εγεινεν ευφροσυνη μεγαλη σφοδρα.
18 Jeden Tag las Esra aus dem Buch des Gesetzes Gottes vor, vom ersten Tag bis zum letzten. So feierte man das Fest sieben Tage lang; am achten Tag war, wie vorgeschrieben, die Festversammlung.18 Και καθ' εκαστην ημεραν, απο της πρωτης ημερας μεχρι της τελευταιας ημερας, ανεγινωσκεν εν τω βιβλιω του νομου του Θεου. Και εκαμον εορτην επτα ημερας? την δε ογδοην ημεραν πανδημον συναξιν, κατα το διατεταγμενον.