Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Das zweite Buch der Chronik 29


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Hiskija war fünfundzwanzig Jahre alt, als er König wurde, und regierte neunundzwanzig Jahre in Jerusalem. Seine Mutter hieß Abi und war eine Tochter Secharjas.1 Ο Εζεκιας εβασιλευσεν ηλικιας εικοσιπεντε ετων, και εβασιλευσεν εικοσιεννεα ετη εν Ιερουσαλημ? το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Αβια, θυγατηρ του Ζαχαριου.
2 Genau wie sein Vater David tat er, was dem Herrn gefiel.2 Και επραξε το ευθες ενωπιον Κυριου, κατα παντα οσα επραξε Δαβιδ ο πατηρ αυτου.
3 Im ersten Jahr seiner Regierung, im ersten Monat, öffnete er die Tore des Hauses des Herrn und setzte sie wieder instand.3 Ουτος εν τω πρωτω ετει της βασιλειας αυτου, τον πρωτον μηνα, ηνοιξε τας θυρας του οικου του Κυριου και επεσκευασεν αυτας.
4 Darauf ließ er die Priester und die Leviten kommen, versammelte sie auf dem Platz im Osten4 Και εισηγαγε τους ιερεις και τους Λευιτας, και συνηγαγεν αυτους εις την ανατολικην πλατειαν,
5 und sagte zu ihnen: Leviten, hört mich an! Heiligt euch jetzt und heiligt das Haus des Herrn, des Gottes eurer Väter! Schafft alles Unreine aus dem Heiligtum!5 και ειπε προς αυτους, Ακουσατε μου, Λευιται? Αγιασθητε τωρα, και αγιασατε τον ναον Κυριου του Θεου των πατερων σας και εκβαλετε την ακαθαρσιαν εκ του αγιου τοπου.
6 Unsere Väter haben treulos gehandelt und getan, was dem Herrn, unserem Gott, missfällt. Sie haben ihn verlassen und ihre Blicke von der Wohnstätte des Herrn abgewandt und ihr den Rücken gekehrt.6 Διοτι οι πατερες ημων παρηνομησαν και επραξαν πονηρα ενωπιον Κυριου του Θεου ημων και εγκατελιπον αυτον, και απεστρεψαν τα προσωπα αυτων απο του κατοικητηριου του Κυριου και εστρεψαν τα νωτα?
7 Sogar die Tore der Vorhalle (des Tempels) haben sie geschlossen, die Lampen ausgelöscht, kein Rauchopfer angezündet und dem Gott Israels im Heiligtum kein Brandopfer dargebracht.7 και εκλεισαν τας θυρας του προναου και εσβεσαν τους λυχνους και θυμιαμα δεν εθυμιαζον και ολοκαυτωματα δεν προσεφερον εις τον Θεον του Ισραηλ εν τω αγιω τοπω.
8 Darum kam der Zorn des Herrn über Juda und Jerusalem. Er machte sie zum Schreckbild, zum Gegenstand des Entsetzens und zum Gespött, wie ihr es mit eigenen Augen seht.8 Δια τουτο η οργη του Κυριου ηλθεν επι τον Ιουδαν και την Ιερουσαλημ, και παρεδωκεν αυτους εις διασποραν, εις εκστασιν και εις συριγμον, καθως βλεπετε με τους οφθαλμους σας.
9 Deswegen sind unsere Väter unter dem Schwert gefallen und sind unsere Söhne, Töchter und Frauen in Gefangenschaft.9 Διοτι ιδου, οι πατερες ημων επεσον δια μαχαιρας? και οι υιοι ημων και αι θυγατερες ημων και αι γυναικες ημων ειναι δια τουτο εις αιχμαλωσιαν.
10 Ich habe nun vor, einen Bund mit dem Herrn, dem Gott Israels, zu schließen, damit sein glühender Zorn von uns ablässt.10 Τωρα λοιπον εχω εν τη καρδια μου να καμω διαθηκην προς τον Κυριον τον Θεον του Ισραηλ, δια να αποστρεψη την οργην του θυμου αυτου αφ' ημων.
11 Meine Söhne, seid jetzt nicht nachlässig! Euch hat ja der Herr dazu erwählt, dass ihr vor ihm steht und ihm dient. Ihr sollt seine Diener sein und ihm Opfer darbringen.11 Τεκνα μου, μη πλανασθε τωρα? διοτι ο Κυριος σας εξελεξε δια να παριστασθε ενωπιον αυτου, να υπηρετητε αυτον και να ησθε λειτουργοι αυτου και να θυμιαζητε.
12 Da standen folgende Leviten auf: Mahat, der Sohn Amasais, und Joël, der Sohn Asarjas, von den Nachkommen der Kehatiter; Kisch, der Sohn Abdis, und Asarja, der Sohn Jehallelels, von den Nachkommen Meraris; Joach, der Sohn Simmas, und Eden, der Sohn Joachs, von den Gerschonitern;12 Τοτε εσηκωθησαν οι Λευιται, Μααθ ο υιος του Αμασαι και Ιωηλ ο υιος του Αζαριου, εκ των υιων των Κααθιτων? εκ δε των υιων του Μεραρι, Κεις ο υιος του Αβδι και Αζαριας ο υιος του Ιαλελεηλ? και εκ των Γηρσωνιτων, Ιωαχ ο υιος του Ζιμμα και Εδεν ο υιος του Ιωαχ?
13 Schimri und Jëiël von den Nachkommen Elizafans; Secharja und Mattanja von den Nachkommen Asafs;13 και εκ των υιων του Ελισαφαν, Σιμρι και Ιειηλ? και εκ των υιων του Ασαφ, Ζαχαριας και Ματθανιας?
14 Jehiël und Schimi von den Nachkommen Hemans; Schemaja und Usiël von den Nachkommen Jedutuns.14 και εκ των υιων του Αιμαν, Ιεχιηλ και Σιμει? και εκ των υιων του Ιεδουθουν, Σεμαιας και Οζιηλ.
15 Sie versammelten ihre Stammesbrüder und heiligten sich. Dann gingen sie auf Befehl des Königs, der sich auf die Worte des Herrn stützte, daran, das Haus des Herrn zu reinigen.15 Και συνηγαγον τους αδελφους αυτων και ηγιασθησαν και ηλθον, ως προσεταξεν ο βασιλευς δια του λογου του Κυριου, να καθαρισωσι τον οικον του Κυριου.
16 Die Priester betraten das Innere des Hauses des Herrn, um es zu reinigen. Sie schafften alles Unreine, das sie im Tempel des Herrn fanden, in den Hof des Hauses des Herrn. Dort übernahmen es die Leviten und trugen es in das Kidrontal hinaus.16 Και εισηλθον οι ιερεις εις το ενδοτερον του οικου του Κυριου, δια να καθαρισωσιν αυτον? και εξεβαλον πασαν την ακαθαρσιαν την ευρεθεισαν εν τω ναω του Κυριου, εν τη αυλη του οικου του Κυριου? οι δε Λευιται λαβοντες, εφεραν εξω εις τον χειμαρρον Κεδρων.
17 Am ersten Tag des ersten Monats begannen sie mit der Reinigung; am achten Tag des Monats kamen sie zur Vorhalle des Herrn; dann heiligten sie das Haus des Herrn innerhalb von acht Tagen. Am sechzehnten Tag des ersten Monats hatten sie die Arbeit vollendet.17 Και ηρχισαν να αγιαζωσι τη πρωτη του μηνος του πρωτου, και τη ογδοη ημερα του μηνος εισηλθον εις τον προναον του Κυριου. Και ηγιασαν τον οικον του Κυριου εν οκτω ημεραις, και τη δεκατη εκτη του μηνος του πρωτου ετελειωσαν.
18 Darauf gingen sie zum König Hiskija hinein und meldeten: Wir haben das ganze Haus des Herrn gesäubert. Den Brandopferaltar mit all seinen Geräten, den Tisch für die Schaubrote mit all seinen Geräten,18 Τοτε εισηλθον προς Εζεκιαν τον βασιλεα και ειπον, Εκαθαρισαμεν ολον τον οικον του Κυριου και το θυσιαστηριον της ολοκαυτωσεως και παντα τα σκευη αυτου και την τραπεζαν της προθεσεως και παντα τα σκευη αυτης?
19 alle Geräte, die König Ahas während seiner Regierung durch seine Treulosigkeit entweiht hat, haben wir instand gesetzt und geheiligt. Sie stehen nun vor dem Altar des Herrn.19 και παντα τα σκευη, τα οποια εμιανεν ο βασιλευς Αχαζ επι της βασιλειας αυτου, οτε απεστατησεν, ητοιμασαμεν και ηγιασαμεν? και ιδου, ειναι εμπροσθεν του θυσιαστηριου του Κυριου.
20 Am nächsten Morgen versammelte König Hiskija die führenden Männer der Stadt und ging mit ihnen in das Haus des Herrn hinauf.20 Τοτε εξηγερθη Εζεκιας ο βασιλευς, και συναγαγων τους αρχοντας της πολεως, ανεβη προς τον οικον του Κυριου.
21 Man führte sieben Stiere, sieben Widder, sieben Lämmer und sieben Ziegenböcke als Sündopfer für das Königshaus, für das Heiligtum und für Juda herbei und der König befahl den Priestern, den Nachkommen Aarons, sie auf dem Altar des Herrn darzubringen.21 Και εφεραν επτα μοσχους και επτα κριους και επτα αρνια και επτα τραγους δια προσφοραν περι αμαρτιας υπερ της βασιλειας και υπερ του αγιαστηριου και υπερ του Ιουδα. Και ειπε προς τους ιερεις, τους υιους Ααρων, να προσφερωσιν αυτα επι του θυσιαστηριου του Κυριου.
22 Man schlachtete die Rinder; die Priester fingen das Blut auf und sprengten es an den Altar. Dann schlachteten sie die Widder und sprengten das Blut an den Altar. Dann schlachteten sie die Lämmer und sprengten das Blut an den Altar.22 Και εσφαξαν τους μοσχους? και παραλαβοντες οι ιερεις το αιμα, ερραντισαν επι το θυσιαστηριον? ομοιως εσφαξαν τους κριους και ερραντισαν το αιμα επι το θυσιαστηριον? και εσφαξαν τα αρνια και ερραντισαν το αιμα επι το θυσιαστηριον.
23 Zuletzt brachte man die Böcke für das Sündopfer vor den König und die Versammlung, damit sie die Hände auf sie legten.23 Επειτα προσηγαγον τους τραγους, δια την περι αμαρτιας προσφοραν, εμπροσθεν του βασιλεως και της συναξεως, οι δε επεθεσαν τας χειρας αυτων επ' αυτους?
24 Dann schlachteten die Priester die Böcke und sprengten das Blut als Sündopfer an den Altar, um für ganz Israel Sühne zu erwirken; denn der König hatte das Brandopfer und das Sündopfer für ganz Israel bestimmt.24 και εσφαξαν αυτους οι ιερεις και ερραντισαν το αιμα αυτων περι αμαρτιας επι το θυσιαστηριον, δια να καμωσιν εξιλεωσιν υπερ παντος του Ισραηλ? διοτι ο βασιλευς προσεταξε το ολοκαυτωμα και την περι αμαρτιας προσφοραν υπερ παντος του Ισραηλ.
25 Er stellte die Leviten mit Zimbeln, Harfen und Zithern im Haus des Herrn auf, wie es der Anordnung Davids, des königlichen Sehers Gad und des Propheten Natan entsprach. Diese Weisungen waren vom Herrn durch seine Propheten ergangen.25 Και εστησε τους Λευιτας εν τω οικω του Κυριου εν κυμβαλοις, εν ψαλτηριοις και εν κιθαραις, κατα το προσταγμα του Δαβιδ και Γαδ του βλεποντος του βασιλεως και Ναθαν του προφητου? διοτι το προσταγμα ητο παρα Κυριου δια των προφητων αυτου.
26 Die Leviten traten mit den Instrumenten Davids und die Priester mit ihren Trompeten an.26 Και εσταθησαν οι Λευιται με τα οργανα του Δαβιδ και οι ιερεις με τας σαλπιγγας.
27 Dann ließ Hiskija das Brandopfer auf dem Altar darbringen. Als das Opfer begann, setzten gleichzeitig auch der Gesang zur Ehre des Herrn und die Trompeten ein, begleitet von den Instrumenten Davids, des Königs von Israel.27 Και ειπεν ο Εζεκιας να προσφερωσι την ολοκαυτωσιν επι του θυσιαστηριου. Και οτε ηρχισεν η ολοκαυτωσις, ηρχισεν ο υμνος του Κυριου, με τας σαλπιγγας και με τα οργανα τα διωρισμενα παρα του Δαβιδ βασιλεως του Ισραηλ.
28 Die ganze Versammlung warf sich nieder, während der Gesang ertönte und die Trompeten schmetterten. Dies alles dauerte bis zum Abschluss des Opfers.28 Και προσεκυνει πασα η συναξις και εψαλλον οι ψαλτωδοι και οι σαλπιγκται εσαλπιζον? ολον τουτο εξηκολουθει εωσου ετελειωσεν η ολοκαυτωσις.
29 Nach der Darbringung des Brandopfers verneigten sich der König und alle, die sich bei ihm eingefunden hatten, und warfen sich nieder.29 Και ως ετελειωσαν προσφεροντες, εκλιναν ο βασιλευς και παντες οι ευρεθεντες μετ' αυτου και προσεκυνησαν.
30 König Hiskija und die führenden Männer befahlen den Leviten, den Herrn mit den Worten Davids und des Sehers Asaf zu preisen. Diese sangen den Lobpreis mit Freuden, verneigten sich und warfen sich nieder.30 Και ειπε προς τους Λευιτας Εζεκιας ο βασιλευς και οι αρχοντες να υμνωσι τον Κυριον με τους λογους του Δαβιδ και Ασαφ του βλεποντος. Και υμνησαν εν ευφροσυνη και κυψαντες προσεκυνησαν.
31 Hierauf nahm Hiskija das Wort und sagte: Ihr steht jetzt mit vollen Händen vor dem Herrn. Tretet heran und bringt Schlacht- und Dankopfer zum Haus des Herrn! Da brachte die Versammlung Schlacht- und Dankopfer herbei; manche gaben freiwillig noch Brandopfer hinzu.31 Τοτε αποκριθεις ο Εζεκιας ειπε, Τωρα εισθε καθιερωμενοι εις τον Κυριον? προσελθετε και προσφερετε θυσιας και ευχαριστηριους προσφορας εν τω οικω του Κυριου. Και προσεφερεν η συναξις θυσιας και ευχαριστηριους προσφορας, και πας προθυμος την καρδιαν, ολοκαυτωματα.
32 Die Anzahl der Brandopfer, die die Versammlung spendete, betrug siebzig Rinder, hundert Widder und zweihundert Lämmer. Sie wurden alle als Brandopfer dem Herrn dargebracht.32 Και εγεινεν ο αριθμος των ολοκαυτωματων, τα οποια προσεφερεν η συναξις, εβδομηκοντα μοσχοι, εκατον κριοι, διακοσια αρνια? παντα ταυτα ησαν δια ολοκαυτωσιν προς τον Κυριον.
33 Die Weihegaben beliefen sich auf sechshundert Rinder und dreitausend Schafe.33 Τα δε αφιερωματα ησαν εξακοσιοι βοες και τρισχιλια προβατα.
34 Es waren aber zu wenig Priester vorhanden, um alle Brandopfer enthäuten zu können. Daher halfen ihnen ihre Amtsbrüder, die Leviten, bis die Arbeit geschehen war und die Priester sich geheiligt hatten; denn die Leviten hatten sich eifriger um ihre Heiligung bemüht als die Priester.34 Οι ιερεις ομως ησαν ολιγοι και δεν ηδυναντο να εκδερωσι παντα τα ολοκαυτωματα? οθεν οι αδελφοι αυτων οι Λευιται εβοηθησαν αυτους, εωσου η εργασια συνετελεσθη και εωσου ηγιασθησαν οι ιερεις? διοτι οι Λευιται εσταθησαν ευθυτεροι την καρδιαν εις το να αγιασθωσι, παρα οι ιερεις.
35 Es war aber auch die Anzahl der Brandopfer sehr groß, die neben den Fettstücken der Heilsopfer und den zum Brandopfer gehörenden Trankopfern dargebracht werden mussten. So wurde der Dienst im Haus des Herrn wiederhergestellt.35 Ετι δε τα ολοκαυτωματα ησαν πολλα, μετα των στεατων των ειρηνικων προσφορων, και μετα των σπονδων δι' εκαστον ολοκαυτωμα. Ουτως αποκατεσταθη η υπηρεσια του οικου του Κυριου.
36 Hiskija und das ganze Volk freuten sich, dass Gott dies dem Volk gewährt hatte; denn es war wider Erwarten schnell geschehen.36 Και ευφρανθη ο Εζεκιας και πας ο λαος, οτι ο Θεος προδιεθεσε τον λαον? επειδη το πραγμα εγεινεν αιφνιδιως.