Livre des Psaumes 75
1234567891011121314151617181920212224252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBLES DES PEUPLES | LXX |
---|---|
1 Au maître de chant. Sur l’air “ne détruis pas…”. Psaume d’Asaf. Cantique. | 1 εις το τελος εν υμνοις ψαλμος τω ασαφ ωδη προς τον ασσυριον |
2 Nous voulons, ô Dieu, nous voulons te louer; ceux qui vénèrent ton nom rediront tes merveilles. | 2 γνωστος εν τη ιουδαια ο θεος εν τω ισραηλ μεγα το ονομα αυτου |
3 “Laissez-moi fixer la date, et je ferai le juge, je mettrai la justice. | 3 και εγενηθη εν ειρηνη ο τοπος αυτου και το κατοικητηριον αυτου εν σιων |
4 Le monde est bouleversé avec ses habitants, à moi de rétablir ses bases! | 4 εκει συνετριψεν τα κρατη των τοξων οπλον και ρομφαιαν και πολεμον διαψαλμα |
5 Je dis aux arrogants: Baissez le ton! Je dis aux mécréants: Vous n’êtes pas les plus forts! | 5 φωτιζεις συ θαυμαστως απο ορεων αιωνιων |
6 Cessez de vous imposer par la force, ne parlez plus de Dieu avec orgueil.” | 6 εταραχθησαν παντες οι ασυνετοι τη καρδια υπνωσαν υπνον αυτων και ουχ ευρον ουδεν παντες οι ανδρες του πλουτου ταις χερσιν αυτων |
7 Car le voici qui vient: pas de l’orient, ni du couchant, ni du désert, ni des montagnes: | 7 απο επιτιμησεως σου ο θεος ιακωβ ενυσταξαν οι επιβεβηκοτες τους ιππους |
8 mais il est là, Dieu, le juge, pour abaisser les uns, élever les autres. | 8 συ φοβερος ει και τις αντιστησεται σοι απο τοτε η οργη σου |
9 Le Seigneur tient en main la coupe avec son vin drogué, épicé. Il la passe, et les méchants tour à tour la vident, ils en avalent le mélange. | 9 εκ του ουρανου ηκουτισας κρισιν γη εφοβηθη και ησυχασεν |
10 J’ai là de quoi me réjouir, je n’en finirai pas; je chanterai le Dieu de Jacob. | 10 εν τω αναστηναι εις κρισιν τον θεον του σωσαι παντας τους πραεις της γης διαψαλμα |
11 Aux méchants, il sciera les cornes, et ce sont les justes qui relèveront la tête. | 11 οτι ενθυμιον ανθρωπου εξομολογησεται σοι και εγκαταλειμμα ενθυμιου εορτασει σοι |
12 ευξασθε και αποδοτε κυριω τω θεω υμων παντες οι κυκλω αυτου οισουσιν δωρα | |
13 τω φοβερω και αφαιρουμενω πνευματα αρχοντων φοβερω παρα τοις βασιλευσι της γης . |