ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 36
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150151
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
LXX | BIBBIA VOLGARE |
---|---|
1 του δαυιδ μη παραζηλου εν πονηρευομενοις μηδε ζηλου τους ποιουντας την ανομιαν | 1 Salmo di David. Non seguitare li mali operanti; e non amerai li facenti iniquità. |
2 οτι ωσει χορτος ταχυ αποξηρανθησονται και ωσει λαχανα χλοης ταχυ αποπεσουνται | 2 Per che presto si seccheranno come fieno; e caderanno presto come l'erba. |
3 ελπισον επι κυριον και ποιει χρηστοτητα και κατασκηνου την γην και ποιμανθηση επι τω πλουτω αυτης | 3 Spera nel Signore, e fa bene; e abita nella terra, e sarai nutrito nelle sue divizie. |
4 κατατρυφησον του κυριου και δωσει σοι τα αιτηματα της καρδιας σου | 4 Dilettati nel Signore; e daratti la dimanda del tuo cuore. |
5 αποκαλυψον προς κυριον την οδον σου και ελπισον επ' αυτον και αυτος ποιησει | 5 Al Signore rivela la tua via; in lui spera, e lui farà. |
6 και εξοισει ως φως την δικαιοσυνην σου και το κριμα σου ως μεσημβριαν | 6 E come luce dimostrerà la tua giustizia, e il tuo giudicio come il mezzo dì. |
7 υποταγηθι τω κυριω και ικετευσον αυτον μη παραζηλου εν τω κατευοδουμενω εν τη οδω αυτου εν ανθρωπω ποιουντι παρανομιας | 7 Sii suddito al Signore, e pregalo. Non seguitare il [pro] sperante nella sua via, e l'uomo facente le ingiustizie. |
8 παυσαι απο οργης και εγκαταλιπε θυμον μη παραζηλου ωστε πονηρευεσθαι | 8 Cessati dall' ira, e lascia il furore; non volere seguitarli acciò non doventi maligno. |
9 οτι οι πονηρευομενοι εξολεθρευθησονται οι δε υπομενοντες τον κυριον αυτοι κληρονομησουσιν γην | 9 Imperô [che] quelli che sono maligni, saranno dannati; ma li pazienti per il Signore erediteranno la terra. |
10 και ετι ολιγον και ου μη υπαρξη ο αμαρτωλος και ζητησεις τον τοπον αυτου και ου μη ευρης | 10 Ma da qui a poco, e non sarà il peccatore; e dimanderai il suo luogo, e non trovarai. |
11 οι δε πραεις κληρονομησουσιν γην και κατατρυφησουσιν επι πληθει ειρηνης | 11 Ma gli mansueti erediteranno la terra, e diletteransi nella molta pace. |
12 παρατηρησεται ο αμαρτωλος τον δικαιον και βρυξει επ' αυτον τους οδοντας αυτου | 12 Il peccatore porrà mente al giusto: e sopra lui (furioso) stridarà con li denti. |
13 ο δε κυριος εκγελασεται αυτον οτι προβλεπει οτι ηξει η ημερα αυτου | 13 Ma il Signore schernirallo; però [che] risguarda che verrà il suo giorno. |
14 ρομφαιαν εσπασαντο οι αμαρτωλοι ενετειναν τοξον αυτων του καταβαλειν πτωχον και πενητα του σφαξαι τους ευθεις τη καρδια | 14 Denudorono li peccatori loro coltello; hanno teso loro arco, acciò ingannino il povero e misero, e tormentino li dritti di cuore. |
15 η ρομφαια αυτων εισελθοι εις την καρδιαν αυτων και τα τοξα αυτων συντριβειησαν | 15 Loro coltello entri nelli loro cuori; e (non) si rompa loro arco. |
16 κρεισσον ολιγον τω δικαιω υπερ πλουτον αμαρτωλων πολυν | 16 Meglio è il poco al povero, sopra le molte ricchezze de' peccatori. |
17 οτι βραχιονες αμαρτωλων συντριβησονται υποστηριζει δε τους δικαιους κυριος | 17 Imperò che si romperanno le braccia de' peccatori; ma il Signore confirma li giusti. |
18 γινωσκει κυριος τας οδους των αμωμων και η κληρονομια αυτων εις τον αιωνα εσται | 18 Conosciuto ha il Signore li giorni delli immaculati; e la loro eredità sarà in eterno. |
19 ου καταισχυνθησονται εν καιρω πονηρω και εν ημεραις λιμου χορτασθησονται | 19 Non fiano confusi nel malo tempo, e sazieransi ne' giorni di fame. |
20 οτι οι αμαρτωλοι απολουνται οι δε εχθροι του κυριου αμα τω δοξασθηναι αυτους και υψωθηναι εκλιποντες ωσει καπνος εξελιπον | 20 Perchè i peccatori periranno. E gli nemici del Signore, dopo che saranno onorati ed esaltati, mancanti come fumo verranno meno. |
21 δανειζεται ο αμαρτωλος και ουκ αποτεισει ο δε δικαιος οικτιρει και διδοι | 21 Il peccatore torrà a imprestito, e non renderà; ma il giusto avrà misericordia, e donerà. |
22 οτι οι ευλογουντες αυτον κληρονομησουσι γην οι δε καταρωμενοι αυτον εξολεθρευθησονται | 22 Imperò che li benedicenti a lui erediteranno la terra; ma gli suoi maledicenti periranno. |
23 παρα κυριου τα διαβηματα ανθρωπου κατευθυνεται και την οδον αυτου θελησει | 23 Arpo il Signore drizzerassi l'andare dell' uomo; ed egli vorrà la via sua. |
24 οταν πεση ου καταραχθησεται οτι κυριος αντιστηριζει χειρα αυτου | 24 Quando caderà, non percuoterà; per che il Signore halli posto il suo aiuto. |
25 νεωτερος εγενομην και γαρ εγηρασα και ουκ ειδον δικαιον εγκαταλελειμμενον ουδε το σπερμα αυτου ζητουν αρτους | 25 Fui giovine, e son invecchito; e non vidi il giusto abbandonato, nè il suo seme chiedendo lo pane. |
26 ολην την ημεραν ελεα και δανειζει και το σπερμα αυτου εις ευλογιαν εσται | 26 In tutto il giorno ha misericordia, e presta; però il suo seme sarà nella benedizione. |
27 εκκλινον απο κακου και ποιησον αγαθον και κατασκηνου εις αιωνα αιωνος | 27 Pàrtiti dal male, e fa bene; e abita in SECULUM SECULI. |
28 οτι κυριος αγαπα κρισιν και ουκ εγκαταλειψει τους οσιους αυτου εις τον αιωνα φυλαχθησονται ανομοι δε εκδιωχθησονται και σπερμα ασεβων εξολεθρευθησεται | 28 Per che il Signore ama il giudicio; e non abbandonarà li santi suoi; conservaransi in eterno. Saranno puniti gl' ingiusti; e il seme degli empii perirà. |
29 δικαιοι δε κληρονομησουσι γην και κατασκηνωσουσιν εις αιωνα αιωνος επ' αυτης | 29 Ma gli giusti erediteranno la terra; e sopra quella abitaranno IN SECULUM SECULI. |
30 στομα δικαιου μελετησει σοφιαν και η γλωσσα αυτου λαλησει κρισιν | 30 La bocca del giusto penserà la sapienza; e la sua lingua parlarà il giudicio. |
31 ο νομος του θεου αυτου εν καρδια αυτου και ουχ υποσκελισθησεται τα διαβηματα αυτου | 31 Nel suo cuore è la legge del suo Iddio; e li suoi andamenti non saranno inzoppati. |
32 κατανοει ο αμαρτωλος τον δικαιον και ζητει του θανατωσαι αυτον | 32 Il peccatore considera il giusto, e cerca di mortificarlo. |
33 ο δε κυριος ου μη εγκαταλιπη αυτον εις τας χειρας αυτου ουδε μη καταδικασηται αυτον οταν κρινηται αυτω | 33 Ma il Signore non [lo] lassarà nelle sue mani; e non dannarallo, quando sarà giudicato. |
34 υπομεινον τον κυριον και φυλαξον την οδον αυτου και υψωσει σε του κατακληρονομησαι γην εν τω εξολεθρευεσθαι αμαρτωλους οψη | 34 Aspetta il Signore, e osserva la via sua; ed esalteratti, acciò pigli la terra per eredità; quando saranno periti i peccatori, vederai. |
35 ειδον ασεβη υπερυψουμενον και επαιρομενον ως τας κεδρους του λιβανου | 35 Vidi l'empio esaltato, e in alto levato come i cedri del Libano. |
36 και παρηλθον και ιδου ουκ ην και εζητησα αυτον και ουχ ευρεθη ο τοπος αυτου | 36 E passai, ed ecco che non era; cercailo, e non fu trovato il suo luogo. |
37 φυλασσε ακακιαν και ιδε ευθυτητα οτι εστιν εγκαταλειμμα ανθρωπω ειρηνικω | 37 Guarda la innocenza, e vedi la ragione; imperò che sono reliquie all' uomo pacifico. |
38 οι δε παρανομοι εξολεθρευθησονται επι το αυτο τα εγκαταλειμματα των ασεβων εξολεθρευθησονται | 38 Ma li ingiusti moriranno insieme; le reliquie delli empii mancheranno. |
39 σωτηρια δε των δικαιων παρα κυριου και υπερασπιστης αυτων εστιν εν καιρω θλιψεως | 39 Ma dal Signore è la salute de' giusti; ed è loro defensore nel tempo della tribulazione. |
40 και βοηθησει αυτοις κυριος και ρυσεται αυτους και εξελειται αυτους εξ αμαρτωλων και σωσει αυτους οτι ηλπισαν επ' αυτον | 40 E il Signore aiutaralli, e liberaralli; e trarralli delle mani delli peccatori; e salvarà quegli, però che in lui hanno sperato. |