Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Livre des Psaumes 102


font
BIBLES DES PEUPLESGREEK BIBLE
1 Prière d’un malheureux, accablé, qui fait monter sa plainte vers Yahvé.1 Προσευχη του τεθλιμμενου, οταν αδημονη, και εκχεη το παραπονον αυτου ενωπιον του Κυριου.>> Κυριε, εισακουσον της προσευχης μου, και η κραυγη μου ας ελθη προς σε.
2 Seigneur, entends ma prière, que mon cri parvienne jusqu’à toi.2 Μη κρυψης το προσωπον σου απ' εμου? καθ' ην ημεραν θλιβομαι, κλινον προς εμε το ωτιον σου? καθ' ην ημεραν σε επικαλουμαι, ταχεως επακουε μου.
3 Ne me cache pas ta face au jour de mon malheur, tends l’oreille vers moi le jour où j’appelle, hâte-toi de me répondre.3 Διοτι εξελιπον ως καπνος αι ημεραι μου, και τα οστα μου ως φρυγανον κατεξηρανθησαν.
4 Car mes jours s’en vont en fumée, mes os se consument comme braise,4 Επληγωθη η καρδια μου και εξηρανθη ως χορτος, ωστε ελησμονησα να τρωγω τον αρτον μου.
5 mon cœur est comme l’herbe battue, desséchée. C’est que j’oublie de manger mon pain,5 Απο φωνης του στεναγμου μου εκολληθησαν τα οστα μου εις το δερμα μου.
6 à force de crier ma plainte, et mes os se voient à travers la peau.6 Κατεσταθην ομοιος του ερημικου πελεκανος? εγεινα ως νυκτοκοραξ εν ταις ερημοις.
7 Je suis pareil au pélican du désert, comme le hibou sur ses ruines.7 Αγρυπνω και ειμαι ως στρουθιον μοναζον επι δωματος.
8 Je veille et je gémis comme l’oiseau solitaire sur son toit.8 Ολην την ημεραν με ονειδιζουσιν οι εχθροι μου? οι μαινομενοι ομνυουσι κατ' εμου.
9 Tout le jour mes ennemis m’insultent, ceux qui m’en veulent me maudissent.9 Διοτι εφαγον στακτην ως αρτον και συνεκερασα με δακρυα το ποτον μου,
10 J’ai remplacé mon pain par la cendre, et mes larmes se mêlent à ma boisson,10 Εξ αιτιας της οργης σου και της αγανακτησεως σου? διοτι σηκωσας με ερριψας κατω.
11 à cause de ta colère, de ton emportement, car tu m’as déraciné et rejeté.11 Αι ημεραι μου παρερχονται ως σκια, και εγω εξηρανθην ως χορτος.
12 Mes jours s’effacent comme une ombre, et comme l’herbe je me dessèche.12 Συ δε, Κυριε, εις τον αιωνα διαμενεις, και το μνημοσυνον σου εις γενεαν και γενεαν.
13 Mais toi, Seigneur, tu sièges à jamais et d’âge en âge on a recours à toi.13 Συ θελεις σηκωθη, θελεις σπλαγχνισθη την Σιων? διοτι ειναι καιρος να ελεησης αυτην, διοτι ο διωρισμενος καιρος εφθασεν.
14 Il faut que tu te lèves: aie pitié de Sion, car le temps est venu où tu dois faire grâce.14 Επειδη οι δουλοι σου αρεσκονται εις τους λιθους αυτης και σπλαγχνιζονται το χωμα αυτης.
15 Vois que tes serviteurs s’attachent à ses pierres et souffrent quand ils voient sa poussière.15 Τοτε τα εθνη θελουσι φοβηθη το ονομα του Κυριου, και παντες οι βασιλεις της γης την δοξαν σου.
16 Mais agis: les nations craindront ton Nom, Seigneur, tous les rois de la terre reconnaîtront ta gloire,16 Οταν ο Κυριος οικοδομηση την Σιων θελει φανη εν τη δοξα αυτου.
17 quand le Seigneur rebâtira Sion et qu’on l’y verra dans sa gloire.17 Θελει επιβλεψει επι την προσευχην των εγκαταλελειμμενων και δεν θελει καταφρονησει την δεησιν αυτων.
18 Car il aura accueilli la prière des pauvres, il ne l’aura pas méprisée.18 Τουτο θελει γραφθη δια την γενεαν την επερχομενην? και ο λαος, οστις θελει δημιουργηθη, θελει αινει τον Κυριον.
19 Écrivez-le pour la génération qui vient: “Un peuple qu’il aura formé louera le Seigneur.”19 Διοτι εκυψεν εκ του υψους του αγιαστηριου αυτου, εξ ουρανου επεβλεψεν ο Κυριος επι την γην,
20 Car de là-haut où tout est saint, il s’est penché, des cieux le Seigneur a regardé la terre20 δια να ακουση τον στεναγμον των δεσμιων, δια να λυση τους καταδεδικασμενους εις θανατον?
21 pour entendre les soupirs du captif, pour libérer celui qui allait à la mort,21 δια να κηρυττωσιν εν Σιων το ονομα του Κυριου και την αινεσιν αυτου εν Ιερουσαλημ,
22 pour que Sion s’emplisse du renom du Seigneur, et Jérusalem, de sa louange.22 οταν συναχθωσιν ομου οι λαοι και αι βασιλειαι, δια να δουλευσωσι τον Κυριον.
23 Alors se joindront les peuples, et les nations serviront le Seigneur.23 Ηδυνατισεν εν τη οδω την ισχυν μου? συνετεμε τας ημερας μου.
24 Il a permis que ma marche m’épuise, il a abrégé mes jours24 Εγω ειπα, μη με αρπασης, Θεε μου, εν τω ημισει των ημερων μου? τα ετη σου ειναι εις γενεας γενεων.
25 et je lui dis: “Mon Dieu, ne me prends pas au milieu de ma vie, tes années à toi durent bien d’âge en âge!25 Κατ' αρχας συ, Κυριε, την γην εθεμελιωσας, και εργα των χειρων σου ειναι οι ουρανοι.
26 Voici longtemps que tu as fait la terre, les cieux sont l’œuvre de tes mains.26 Αυτοι θελουσιν απολεσθη, συ δε διαμενεις? και παντες ως ιματιον θελουσι παλαιωθη? ως περιενδυμα θελεις τυλιξει αυτους, και θελουσιν αλλαχθη?
27 Vont-ils passer? Même alors tu resterais. Ils peuvent bien s’user comme un vêtement, tu les remplaces comme un habit, ils cèdent la place.27 συ ομως εισαι ο αυτος, και τα ετη σου δεν θελουσιν εκλειψει.
28 Mais toi, tu Es, tes années n’ont pas de fin.28 Οι υιοι των δουλων σου θελουσι κατοικει, και το σπερμα αυτων θελει διαμενει ενωπιον σου.
29 Les fils de tes serviteurs demeureront, et leur race te servira toujours.