Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Samuelis I 12


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Dixit autem Samuel ad universum Israël : Ecce audivi vocem vestram juxta omnia quæ locuti estis ad me, et constitui super vos regem.1 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς παντα τον Ισραηλ, Ιδου, υπηκουσα εις την φωνην σας κατα παντα οσα ειπετε προς εμε, και κατεστησα βασιλεα εφ' υμας?
2 Et nunc rex graditur ante vos : ego autem senui, et incanui : porro filii mei vobiscum sunt : itaque conversatus coram vobis ab adolescentia mea usque ad hanc diem, ecce præsto sum.2 και τωρα, ιδου, ο βασιλευς πορευεται εμπροσθεν σας? εγω δε ειμαι γερων και πολιος? και οι υιοι μου, ιδου, ειναι μεθ' υμων? και εγω περιεπατησα ενωπιον σας εκ νεοτητος μου εως της ημερας ταυτης?
3 Loquimini de me coram Domino, et coram christo ejus, utrum bovem cujusquam tulerim, aut asinum : si quempiam calumniatus sum, si oppressi aliquem, si de manu cujusquam munus accepi : et contemnam illud hodie, restituamque vobis.3 ιδου, εγω? μαρτυρησατε κατ' εμου ενωπιον του Κυριου και ενωπιον του κεχρισμενου αυτου? τινος τον βουν ελαβον; η τινος τον ονον ελαβον; η τινα ηδικησα; τινα κατεδυναστευσα; η εκ χειρος τινος ελαβον δωρα, δια να τυφλωσω τους οφθαλμους μου δια τουτων; και θελω αποδωσει εις εσας.
4 Et dixerunt : Non es calumniatus nos, neque oppressisti, neque tulisti de manu alicujus quippiam.4 Οι δε ειπον, Δεν ηδικησας ημας ουδε κατεδυναστευσας ημας ουδε ελαβες τι εκ της χειρος τινος.
5 Dixitque ad eos : Testis est Dominus adversum vos, et testis christus ejus in die hac, quia non inveneritis in manu mea quippiam. Et dixerunt : Testis.
5 Και ειπε προς αυτους, Μαρτυς ο Κυριος εις εσας, μαρτυς και ο κεχρισμενος αυτου την ημεραν ταυτην, οτι δεν ευρηκατε εις την χειρα μου ουδεν. Και απεκριβησαν, Μαρτυς.
6 Et ait Samuel ad populum : Dominus, qui fecit Moysen et Aaron, et eduxit patres nostros de terra Ægypti.6 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον λαον, Μαρτυς ο Κυριος ο καταστησας τον Μωυσην και τον Ααρων, και αναβιβασας τους πατερας σας εκ γης Αιγυπτου.
7 Nunc ergo state, ut judicio contendam adversum vos coram Domino de omnibus misericordiis Domini quas fecit vobiscum et cum patribus vestris :7 Τωρα λοιπον σταθητε, δια να διαλεχθω με σας ενωπιον του Κυριου, δια πασας τας δικαιοσυνας του Κυριου, τας οποιας εκαμεν εις εσας και εις τους πατερας σας.
8 quomodo Jacob ingressus est in Ægyptum, et clamaverunt patres vestri ad Dominum : et misit Dominus Moysen et Aaron, et eduxit patres vestros de Ægypto, et collocavit eos in loco hoc.8 Αφου ο Ιακωβ ηλθεν εις την Αιγυπτον, και οι πατερες σας εβοησαν προς τον Κυριον, τοτε απεστειλεν ο Κυριος τον Μωυσην και τον Ααρων, και εξηγαγον τους πατερας σας εξ Αιγυπτου και κατωκισαν αυτους εν τω τοπω τουτω.
9 Qui obliti sunt Domini Dei sui, et tradidit eos in manu Sisaræ magistri militiæ Hasor, et in manu Philisthinorum, et in manu regis Moab : et pugnaverunt adversum eos.9 Ελησμονησαν ομως Κυριον τον Θεον αυτων? οθεν παρεδωκεν αυτους εις την χειρα του Σισαρα, αρχηγου του στρατευματος του Ασωρ, και εις την χειρα των Φιλισταιων και εις την χειρα του βασιλεως Μωαβ, και επολεμησαν εναντιον αυτων.
10 Postea autem clamaverunt ad Dominum, et dixerunt : Peccavimus, quia dereliquimus Dominum, et servivimus Baalim et Astaroth : nunc ergo erue nos de manu inimicorum nostrorum, et serviemus tibi.10 Και εβοησαν προς τον Κυριον και ειπον, Ημαρτησαμεν, επειδη εγκατελιπομεν τον Κυριον και ελατρευσαμεν τους Βααλειμ και τας Ασταρωθ? αλλα τωρα ελευθερωσον ημας εκ της χειρος των εχθρων ημων, και θελομεν λατρευσει σε.
11 Et misit Dominus Jerobaal, et Badan, et Jephte, et Samuel, et eruit vos de manu inimicorum vestrorum per circuitum, et habitastis confidenter.11 Και απεστειλεν ο Κυριος τον Ιεροβααλ και τον Βεδαν και τον Ιεφθαε και τον Σαμουηλ, και σας ηλευθερωσεν εκ της χειρος των εχθρων σας πανταχοθεν, και κατωκησατε εν ασφαλεια.
12 Videntes autem quod Naas rex filiorum Ammon venisset adversum vos, dixistis mihi : Nequaquam, sed rex imperabit nobis : cum Dominus Deus vester regnaret in vobis.12 Αλλ' οτε ειδετε οτι Ναας ο βασιλευς των υιων Αμμων ηλθεν εναντιον σας, ειπετε προς εμε, Ουχι, αλλα βασιλευς θελει βασιλευει εφ' ημας? ενω Κυριος ο Θεος σας ητο ο βασιλευς σας.
13 Nunc ergo præsto est rex vester, quem elegistis et petistis : ecce dedit vobis Dominus regem.13 Τωρα λοιπον, ιδου, ο βασιλευς, τον οποιον εξελεξατε, τον οποιον εζητησατε? και ιδου, ο Κυριος κατεστησε βασιλεα εφ' υμας.
14 Si timueritis Dominum, et servieritis ei, et audieritis vocem ejus, et non exasperaveritis os Domini, eritis et vos, et rex qui imperat vobis, sequentes Dominum Deum vestrum :14 Εαν φοβησθε τον Κυριον και λατρευητε αυτον και υπακουητε εις την φωνην αυτου και δεν στασιαζητε εναντιον της προσταγης του Κυριου, τοτε και σεις και ο βασιλευς ο βασιλευων εφ' υμας θελετε περιπατει κατοπιν Κυριου του Θεου σας?
15 si autem non audieritis vocem Domini, sed exasperaveritis sermones ejus, erit manus Domini super vos, et super patres vestros.15 εαν ομως δεν υπακουητε εις την φωνην του Κυριου, αλλα στασιαζητε εναντιον της προσταγης του Κυριου, τοτε η χειρ του Κυριου θελει εισθαι εναντιον σας, καθως εσταθη εναντιον των πατερων σας.
16 Sed et nunc state, et videte rem istam grandem quam facturus est Dominus in conspectu vestro.16 Τωρα λοιπον παρασταθητε και ιδετε το μεγα τουτο πραγμα, το οποιον ο Κυριος θελει καμει εμπροσθεν των οφθαλμων σας?
17 Numquid non messis tritici est hodie ? invocabo Dominum, et dabit voces et pluvias : et scietis, et videbitis, quia grande malum feceritis vobis in conspectu Domini, petentes super vos regem.17 δεν ειναι θερισμος των σιτων σημερον; θελω επικαλεσθη τον Κυριον, και θελει πεμψει βροντας και βροχην? δια να γνωρισητε και να ιδητε οτι το κακον σας ειναι μεγα, το οποιον επραξατε ενωπιον του Κυριου, ζητησαντες εις εαυτους βασιλεα.
18 Et clamavit Samuel ad Dominum, et dedit Dominus voces et pluvias in illa die.
18 Τοτε επεκαλεσθη ο Σαμουηλ τον Κυριον? και επεμψεν ο Κυριος βροντας και βροχην την ημεραν εκεινην? και πας ο λαος εφοβηθη σφοδρα τον Κυριον και τον Σαμουηλ.
19 Et timuit omnis populus nimis Dominum et Samuelem, et dixit universus populus ad Samuelem : Ora pro servis tuis ad Dominum Deum tuum, ut non moriamur : addidimus enim universis peccatis nostris malum, ut peteremus nobis regem.19 Και ειπε πας ο λαος προς τον Σαμουηλ, Δεηθητι υπερ των δουλων σου προς Κυριον τον Θεον σου, δια να μη αποθανωμεν? διοτι επροσθεσαμεν εις πασας τας αμαρτιας ημων το κακον, να ζητησωμεν εις εαυτους βασιλεα.
20 Dixit autem Samuel ad populum : Nolite timere : vos fecistis universum malum hoc, verumtamen nolite recedere a tergo Domini, sed servite Domino in omni corde vestro.20 Και ειπεν ο Σαμουηλ προς τον λαον, Μη φοβεισθε? σεις επραξατε ολον τουτο το κακον? πλην μη παραδρομησητε απο οπισθεν του Κυριου, αλλα λατρευετε τον Κυριον εξ ολης της καρδιας σας?
21 Et nolite declinare post vana, quæ non proderunt vobis, neque eruent vos, quia vana sunt.21 και μη παραδρομησητε? διοτι τοτε ηθελετε υπαγει κατοπιν των ματαιων, τα οποια δεν δυνανται να ωφελησωσιν ουδε να ελευθερωσωσιν, επειδη ειναι ματαια?
22 Et non derelinquet Dominus populum suum propter nomen suum magnum : quia juravit Dominus facere vos sibi populum.22 διοτι δεν θελει εγκαταλειψει ο Κυριος τον λαον αυτου, δια το ονομα αυτου το μεγα, επειδη ηυδοκησεν ο Κυριος να σας καμη λαον αυτου?
23 Absit autem a me hoc peccatum in Dominum, ut cessem orare pro vobis, et docebo vos viam bonam et rectam.23 εις εμε δε μη γενοιτο να αμαρτησω εις τον Κυριον, ωστε να παυσω απο του να δεωμαι υπερ υμων? αλλα θελω σας διδασκει την οδον την αγαθην και ευθειαν?
24 Igitur timete Dominum, et servite ei in veritate, et ex toto corde vestro : vidistis enim magnifica quæ in vobis gesserit.24 μονον φοβεισθε τον Κυριον και λατρευετε αυτον εν αληθεια εξ ολης καρδιας σας? διοτι ειδετε ποσα μεγαλεια εκαμεν υπερ υμων?
25 Quod si perseveraveritis in malitia, et vos et rex vester pariter peribitis.25 αλλ' εαν εξακολουθητε να πραττητε το κακον, και σεις και ο βασιλευς υμων θελετε απολεσθη.