Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Deuteronomium 2


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Profectique inde, venimus in solitudinem, quæ ducit ad mare Rubrum, sicut mihi dixerat Dominus : et circuivimus montem Seir longo tempore.1 Τοτε εστρεψαμεν και ωδοιπορησαμεν εν τη ερημω δια της οδου της Ερυθρας θαλασσης, καθως ελαλησε Κυριος προς εμε? και περιεφερομεθα περι το ορος Σηειρ ημερας πολλας.
2 Dixitque Dominus ad me :2 Και ειπε Κυριος προς εμε λεγων,
3 Sufficit vobis circuire montem istum : ite contra aquilonem :3 Αρκει οσον περιηλθετε το ορος τουτο? στραφητε προς βορραν?
4 et populo præcipe, dicens : Transibitis per terminos fratrum vestrorum filiorum Esau, qui habitant in Seir, et timebunt vos.4 και προσταξον τον λαον λεγων, Θελετε περασει δια των οριων των αδελφων σας των υιων Ησαυ, οιτινες κατοικουσιν εν Σηειρ? και θελουσι σας φοβηθη? και προσεξατε πολυ?
5 Videte ergo diligenter ne moveamini contra eos. Neque enim dabo vobis de terra eorum quantum potest unius pedis calcare vestigium, quia in possessionem Esau dedi montem Seir.5 μη πολεμησητε μετ' αυτων? επειδη δεν θελω δωσει εις εσας εκ της γης αυτων ουδε βημα ποδος? διοτι εις τον Ησαυ εδωκα το ορος Σηειρ κληρονομιαν?
6 Cibos emetis ab eis pecunia, et comedetis : aquam emptam haurietis, et bibetis.6 θελετε αγοραζει παρ' αυτων τροφας δι' αργυριου, δια να τρωγητε? και υδωρ ετι θελετε αγοραζει παρ' αυτων δι' αργυριου, δια να πινητε?
7 Dominus Deus tuus benedixit tibi in omni opere manuum tuarum : novit iter tuum, quomodo transieris solitudinem hanc magnam, per quadraginta annos habitans tecum Dominus Deus tuus, et nihil tibi defuit.7 διοτι Κυριος ο Θεος σου σε ευλογησεν εις παντα τα εργα των χειρων σου? γνωριζει την οδοιποριαν σου δια της μεγαλης ταυτης ερημου? τα τεσσαρακοντα ταυτα ετη Κυριος ο Θεος σου ητο μετα σου? δεν εστερηθης ουδενος.
8 Cumque transissemus fratres nostros filios Esau, qui habitabant in Seir, per viam campestrem de Elath, et de Asiongaber, venimus ad iter quod ducit in desertum Moab.
8 Και αφου επερασαμεν δια των αδελφων ημων των υιων Ησαυ, των κατοικουντων εν Σηειρ, δια της οδου της πεδιαδος απο Ελαθ και απο Εσιων-γαβερ. Και εστρεψαμεν και διεβημεν δια της οδου της ερημου Μωαβ.
9 Dixitque Dominus ad me : Non pugnes contra Moabitas, nec ineas adversus eos prælium : non enim dabo tibi quidquam de terra eorum, quia filiis Loth tradidi Ar in possessionem.9 Και ειπε Κυριος προς εμε, Μη ενοχλησητε τους Μωαβιτας μηδε ελθητε εις μαχην μετ' αυτων? διοτι δεν θελω δωσει εις σε εκ της γης αυτων δια κληρονομιαν? επειδη εις τους υιους του Λωτ εδωκα την Αρ κληρονομιαν.
10 Emim primi fuerunt habitatores ejus, populus magnus, et validus, et tam excelsus ut de Enacim stirpe,10 Προτερον δε κατωκουν εν αυτη οι Εμμαιοι, λαος μεγας και πολυαριθμος και υψηλος το αναστημα, καθως οι Ανακειμ?
11 quasi gigantes crederentur, et essent similes filiorum Enacim. Denique Moabitæ appellant eos Emim.11 οιτινες και αυτοι ελογιζοντο γιγαντες, ως οι Ανακειμ? αλλ' οι Μωαβιται ονομαζουσιν αυτους Εμμαιους.
12 In Seir autem prius habitaverunt Horrhæi : quibus expulsis atque deletis, habitaverunt filii Esau, sicut fecit Israël in terra possessionis suæ, quam dedit illi Dominus.12 Και εν Σηειρ κατωκουν οι Χορραιοι προτερον? αλλ' οι υιοι του Ησαυ εκληρονομησαν αυτους και εξωλοθρευσαν αυτους απ' εμπροσθεν αυτων, και κατωκησαν αντ' αυτων? καθως εκαμεν ο Ισραηλ εν τη γη της κληρονομιας αυτου, την οποιαν εδωκεν εις αυτους ο Κυριος.
13 Surgentes ergo ut transiremus torrentem Zared, venimus ad eum.13 Σηκωθητε λοιπον και διαβητε τον χειμαρρον Ζαρεδ? και διεβημεν τον χειμαρρον Ζαρεδ.
14 Tempus autem, quo ambulavimus de Cadesbarne usque ad transitum torrentis Zared, triginta et octo annorum fuit : donec consumeretur omnis generatio hominum bellatorum de castris, sicut juraverat Dominus :14 Και αι ημεραι, καθ' ας ωδοιπορησαμεν απο Καδης-βαρνη, εωσου διεβημεν τον χειμαρρον Ζαρεδ, ησαν τριακοντα οκτω ετη, εωσου εξελιπε πασα η γενεα των πολεμιστων ανδρων εκ μεσου του στρατοπεδου, καθως ωμοσεν ο Κυριος προς αυτους.
15 cujus manus fuit adversum eos, ut interirent de castrorum medio.
15 Ετι η χειρ του Κυριου ητο εναντιον αυτων, δια να εξολοθρευση αυτους εκ μεσου του στρατοπεδου, εωσου εξελιπον.
16 Postquam autem universi ceciderunt pugnatores,16 Και αφου παντες οι ανδρες οι πολεμισται εξελιπον, αποθνησκοντες εκ μεσου του λαου,
17 locutus est Dominus ad me, dicens :17 ελαλησε Κυριος προς εμε λεγων,
18 Tu transibis hodie terminos Moab, urbem nomine Ar :18 Συ θελεις διαπερασει σημερον την Αρ, το οριον του Μωαβ?
19 et accedens in vicina filiorum Ammon, cave ne pugnes contra eos, nec movearis ad prælium : non enim dabo tibi de terra filiorum Ammon, quia filiis Loth dedi eam in possessionem.19 και θελεις πλησιασει κατεναντι των υιων Αμμων? μη ενοχλει αυτους μηδε πολεμησης μετ' αυτων? διοτι δεν θελω δωσει εις σε εκ της γης των υιων Αμμων κληρονομιαν? επειδη εις τους υιους Λωτ εδωκα αυτην κληρονομιαν.
20 Terra gigantum reputata est : et in ipsa olim habitaverunt gigantes, quos Ammonitæ vocant Zomzommim,20 Αυτη ομοιως ελογιζετο γη των γιγαντων? γιγαντες κατωκουν εκει προτερον? οι δε Αμμωνιται ονομαζουσιν αυτους Ζαμζουμμειμ?
21 populus magnus, et multus, et proceræ longitudinis, sicut Enacim, quos delevit Dominus a facie eorum : et fecit illos habitare pro eis,21 λαος μεγας και πολυαριθμος και υψηλος το αναστημα, καθως οι Ανακειμ? αλλ' ο Κυριος εξωλοθρευσεν αυτους απ' εμπροσθεν αυτων, και αυτοι εκληρονομησαν αυτους και κατωκησαν αντ' αυτων?
22 sicut fecerat filiis Esau, qui habitant in Seir, delens Horrhæos, et terram eorum illis tradens, quam possident usque in præsens.22 καθως εκαμεν εις τους υιους Ησαυ τους κατοικουντας εν Σηειρ, οτε εξωλοθρευσε τους Χορραιους απ' εμπροσθεν αυτων, και εκληρονομησαν αυτους, και κατωκησαν αντ' αυτων εως της ημερας ταυτης.
23 Hevæos quoque, qui habitabant in Haserim usque Gazan, Cappadoces expulerunt : qui egressi de Cappadocia deleverunt eos, et habitaverunt pro illis.23 Και τους Αυειμ, τους κατοικουντας κατα κωμας μεχρι Γαζης, οι Καφθορειμ, οι εξελθοντες απο Καφθορ, εξωλοθρευσαν αυτους, και κατωκησαν αντ' αυτων.
24 Surgite, et transite torrentem Arnon : ecce tradidi in manu tua Sehon regem Hesebon Amorrhæum, et terram ejus incipe possidere, et committe adversus eum prælium.24 Σηκωθητε, αναχωρησατε και διαβητε τον ποταμον Αρνων? ιδου, παρεδωκα εις χειρας σου τον Σηων τον Αμορραιον, βασιλεα της Εσεβων, και την γην αυτου? αρχισον να κυριευης αυτην και πολεμησον μετ' αυτου?
25 Hodie incipiam mittere terrorem atque formidinem tuam in populos, qui habitant sub omni cælo : ut audito nomine tuo paveant, et in morem parturientium contremiscant, et dolore teneantur.
25 σημερον θελω αρχισει να εμβαλλω τον τρομον σου και τον φοβον σου εις παντα τα εθνη τα υποκατω παντος του ουρανου? τα οποια, οταν ακουσωσι το ονομα σου, θελουσι τρομαξει και θελουσι πεσει εις αγωνιαν εξ αιτιας σου.
26 Misi ergo nuntios de solitudine Cademoth ad Sehon regem Hesebon verbis pacificis, dicens :26 Και απεστειλα πρεσβεις απο της ερημου Κεδημωθ προς τον Σηων βασιλεα της Εσεβων με λογους ειρηνικους, λεγων,
27 Transibimus per terram tuam : publica gradiemur via ; non declinabimus neque ad dexteram, neque ad sinistram.27 Ας περασω δια της γης σου? κατ' ευθειαν δια της οδου θελω περασει δεν θελω κλινει δεξια η αριστερα?
28 Alimenta pretio vende nobis, ut vescamur : aquam pecunia tribue, et sic bibemus. Tantum est ut nobis concedas transitum,28 θελεις πωλησει εις εμε τροφας δι' αργυριου δια να φαγω και δι' αργυριου θελεις δωσει εις εμε υδωρ δια να πιω? μονον θελω περασει με τους ποδας μου,
29 sicut fecerunt filii Esau, qui habitant in Seir, et Moabitæ, qui morantur in Ar : donec veniamus ad Jordanem, et transeamus ad terram, quam Dominus Deus noster daturus est nobis.29 καθως εκαμον εις εμε οι υιοι του Ησαυ οι κατοικουντες εν Σηειρ, και οι Μωαβιται οι κατοικουντες εν Αρ, εωσου διαβω τον Ιορδανην προς την γην, την οποιαν Κυριος ο Θεος ημων διδει εις ημας.
30 Noluitque Sehon rex Hesebon dare nobis transitum : quia induraverat Dominus Deus tuus spiritum ejus, et obfirmaverat cor illius, ut traderetur in manus tuas, sicut nunc vides.30 Και δεν ηθελησεν ο Σηων βασιλευς της Εσεβων να περασωμεν δια της γης αυτου? επειδη Κυριος ο Θεος σου εσκληρυνε το πνευμα αυτου και απελιθωσε την καρδιαν αυτου, δια να παραδωση αυτον εις τας χειρας σου, καθως την ημεραν ταυτην.
31 Dixitque Dominus ad me : Ecce cœpi tibi tradere Sehon, et terram ejus : incipe possidere eam.31 Και ειπε Κυριος προς εμε, Ιδου, ηρχισα να παραδιδω τον Σηων και την γην αυτου εμπροσθεν σου? αρχισον να κυριευης δια να κληρονομησης την γην αυτου.
32 Egressusque est Sehon obviam nobis cum omni populo suo ad prælium in Jasa.32 Τοτε εξηλθεν ο Σηων εις συναντησιν ημων, αυτος και πας ο λαος αυτου, δια μαχην εις Ιασσα.
33 Et tradidit eum Dominus Deus noster nobis : percussimusque eum cum filiis suis et omni populo suo.33 Και Κυριος ο Θεος ημων παρεδωκεν αυτον ενωπιον ημων? και επαταξαμεν αυτον και τους υιους αυτου και παντα τον λαον αυτου.
34 Cunctasque urbes in tempore illo cepimus, interfectis habitatoribus earum, viris ac mulieribus et parvulis : non reliquimus in eis quidquam,34 Και εκυριευσαμεν πασας τας πολεις αυτου κατ' εκεινον τον καιρον, και εξωλοθρευσαμεν πασαν πολιν, ανδρας και γυναικας, και παιδια? δεν αφηκαμεν ουδενα υπολοιπον.
35 absque jumentis, quæ in partem venere prædantium : et spoliis urbium, quas cepimus35 Μονον τα κτηνη ελεηλατησαμεν δι' εαυτους και τα λαφυρα των πολεων, τας οποιας εκυριευσαμεν.
36 ab Aroër, quæ est super ripam torrentis Arnon, oppido quod in valle situm est, usque Galaad. Non fuit vicus et civitas, quæ nostras effugeret manus : omnes tradidit Dominus Deus noster nobis,36 Απο της Αροηρ, παρα το χειλος του ποταμου Αρνων, και της πολεως της παρα τον ποταμον και εως Γαλααδ, δεν εσταθη πολις ικανη να αντισταθη εις ημας? Κυριος ο Θεος ημων παρεδωκεν αυτας πασας εμπροσθεν ημων.
37 absque terra filiorum Ammon, ad quam non accessimus : et cunctis quæ adjacent torrenti Jeboc, et urbibus montanis, universisque locis, a quibus nos prohibuit Dominus Deus noster.37 Μονον εις την γην των υιων Αμμων δεν επλησιασας ουδε εις τα παρακειμενα του ποταμου Ιαβοκ ουδε εις τας ορεινας πολεις ουδε εις αλλο οποιονδηποτε μερος, το οποιον απηγορευσεν εις ημας Κυριος ο Θεος ημων.