Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni 8


font
LA SACRA BIBBIAGREEK BIBLE
1 Gesù invece andò sul monte degli Ulivi.1 Ο δε Ιησους υπηγεν εις το ορος των Ελαιων.
2 Di buon mattino si presentò di nuovo al tempio e tutto il popolo accorreva a lui e, sedutosi, li istruiva.2 Και την αυγην ηλθε παλιν εις το ιερον, και πας ο λαος ηρχετο προς αυτον? και καθησας εδιδασκεν αυτους.
3 Ora gli scribi e i farisei conducono una donna sorpresa in adulterio e, postala in mezzo,3 Φερουσι δε προς αυτον οι γραμματεις και οι Φαρισαιοι γυναικα συλληφθεισαν επι μοιχεια, και στησαντες αυτην εν τω μεσω,
4 gli dicono: "Maestro, questa donna è stata sorpresa in flagrante adulterio.4 λεγουσι προς αυτον? Διδασκαλε, αυτη η γυνη συνεληφθη επ' αυτοφωρω μοιχευομενη.
5 Ora, nella legge Mosè ci ha comandato di lapidare tali donne. Tu, che ne dici?".5 Εν δε τω νομω ο Μωυσης προσεταξεν ημας να λιθοβολωνται αι τοιαυται? συ λοιπον τι λεγεις;
6 Questo lo dicevano per tendergli un tranello, per avere di che accusarlo. Gesù, però, chinatosi, tracciava dei segni per terra con il dito.6 Ελεγον δε τουτο δοκιμαζοντες αυτον, δια να εχωσι ινα κατηγορωσιν αυτον. Ο δε Ιησους κυψας κατω, εγραφε δια του δακτυλου εις την γην.
7 Siccome insistevano nell'interrogarlo, si drizzò e disse loro: "Quello di voi che è senza peccato scagli per primo una pietra contro di lei".7 Και επειδη επεμενον ερωτωντες αυτον, ανακυψας ειπε προς αυτους? Οστις απο σας ειναι αναμαρτητος, πρωτος ας ριψη τον λιθον επ' αυτην.
8 E chinatosi di nuovo scriveva per terra.8 Και παλιν κυψας κατω εγραφεν εις την γην.
9 Quelli, udito ciò, presero a ritirarsi uno dopo l'altro, a cominciare dai più anziani, e fu lasciato solo con la donna che stava nel mezzo.9 Εκεινοι δε ακουσαντες, εξηρχοντο εις εκαστος, αρχισαντες απο των πρεσβυτερων εως των εσχατων? και εμεινε μονος ο Ιησους και η γυνη ισταμενη εν τω μεσω.
10 Rizzatosi allora, Gesù le disse: "Donna, dove sono? Nessuno ti ha condannata?".10 Ανακυψας δε ο Ιησους, ειπε προς αυτην? Γυναι, που ειναι εκεινοι οι κατηγοροι σου; δεν σε κατεδικασεν ουδεις;
11 Rispose: "Nessuno, Signore". "Neppure io ti condanno -- disse Gesù. -- Va', e d'ora in poi non peccare più".11 Και εκεινη ειπεν? Ουδεις, Κυριε. Και ο Ιησους ειπε προς αυτην? Ουδε εγω σε καταδικαζω? υπαγε, και εις το εξης μη αμαρτανε.
12 Gesù parlò di nuovo, dicendo: "Io sono la luce del mondo. Chi mi segue non cammina nelle tenebre, ma avrà la luce della vita".12 Παλιν λοιπον ο Ιησους ελαλησε προς αυτους λεγων? Εγω ειμαι το φως του κοσμου? οστις ακολουθει εμε δεν θελει περιπατησει εις το σκοτος, αλλα θελει εχει το φως της ζωης.
13 Gli dissero allora i farisei: "Tu rendi testimonianza a te stesso; la tua testimonianza non è valida".13 Ειπον λοιπον προς αυτον οι Φαρισαιοι? Συ περι σεαυτου μαρτυρεις? η μαρτυρια σου δεν ειναι αληθης.
14 Rispose loro Gesù: "Anche se io rendo testimonianza a me stesso, la mia testimonianza è valida, perché so donde sono venuto e dove vado; voi invece non sapete donde vengo o dove vado.14 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτους? Και αν εγω μαρτυρω περι εμαυτου, η μαρτυρια μου ειναι αληθης, διοτι εξευρω ποθεν ηλθον και που υπαγω? σεις ομως δεν εξευρετε ποθεν ερχομαι και που υπαγω.
15 Voi giudicate secondo la carne, io non giudico nessuno.15 Σεις κατα την σαρκα κρινετε? εγω δεν κρινω ουδενα.
16 Ma anche se io giudico, il mio giudizio è valido, perché non sono solo, ma io e il Padre che mi ha mandato.16 Αλλα και εαν εγω κρινω, η κρισις η εμη ειναι αληθης, διοτι μονος δεν ειμαι, αλλ' εγω και ο Πατηρ ο πεμψας με.
17 E nella vostra legge è scritto che la testimonianza di due persone è valida.17 Και εν τω νομω δε υμων ειναι γεγραμμενον οτι δυο ανθρωπων η μαρτυρια ειναι αληθινη.
18 Sono io che rendo testimonianza a me stesso e mi rende testimonianza anche il Padre che mi ha mandato".18 Εγω ειμαι ο μαρτυρων περι εμαυτου, και ο πεμψας με Πατηρ μαρτυρει περι εμου.
19 Gli dissero allora: "Dov'è il Padre tuo?". Rispose Gesù: "Non conoscete né me né il Padre mio; se mi conosceste, conoscereste anche il Padre mio".19 Ελεγον λοιπον προς αυτον? Που ειναι ο Πατηρ σου; Απεκριθη ο Ιησους? Ουτε εμε εξευρετε ουτε τον Πατερα μου? εαν ηξευρετε εμε, ηθελετε εξευρει και τον Πατερα μου.
20 Pronunciò queste parole nel luogo del tesoro, insegnando nel tempio. E nessuno lo arrestò, perché non era ancora giunta la sua ora.20 Τουτους τους λογους ελαλησεν ο Ιησους εν τω θησαυροφυλακιω, διδασκων εν τω ιερω, και ουδεις επιασεν αυτον, διοτι δεν ειχεν ελθει ετι η ωρα αυτου.
21 Disse loro di nuovo: "Io vado e voi mi cercherete, ma morirete nel vostro peccato. Dove io vado, voi non potete venire".21 Ειπε λοιπον παλιν προς αυτους ο Ιησους? Εγω υπαγω και θελετε με ζητησει, και θελετε αποθανει εν τη αμαρτια υμων? οπου εγω υπαγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε.
22 Dissero allora i Giudei: "Vuol forse suicidarsi che dice: "Dove io vado voi non potete venire"?".22 Ελεγον λοιπον οι Ιουδαιοι? Μηπως θελει θανατωσει εαυτον, και δια τουτο λεγει, Οπου εγω υπαγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε;
23 Diceva loro: "Voi siete dal basso, io sono dall'alto. Voi siete di questo mondo, io non sono di questo mondo.23 Και ειπε προς αυτους? Σεις εισθε εκ των κατω, εγω ειμαι εκ των ανω? σεις εισθε εκ του κοσμου τουτου, εγω δεν ειμαι εκ του κοσμου τουτου.
24 Per questo vi ho detto: "Morirete nei vostri peccati". Se infatti non crederete che io sono, morirete nei vostri peccati".24 Σας ειπον λοιπον οτι θελετε αποθανει εν ταις αμαρτιαις υμων? διοτι εαν δεν πιστευσητε οτι εγω ειμαι, θελετε αποθανει εν ταις αμαρτιαις υμων.
25 Gli dicevano allora: "Chi sei tu?". Gesù rispose loro: "Anzitutto, ciò che vi continuo a dire.25 Ελεγον λοιπον προς αυτον? Συ τις εισαι; και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Ο, τι σας λεγω απ' αρχης.
26 Molte cose ho da dire di voi e da giudicare. Ma Colui che mi ha mandato è verace e io dico al mondo quelle cose che ho udito da lui".26 Πολλα εχω να λεγω και να κρινω περι υμων? αλλ' ο πεμψας με ειναι αληθης, και εγω οσα ηκουσα παρ' αυτου, ταυτα λεγω εις τον κοσμον.
27 Non compresero che parlava loro del Padre.27 δεν ενοησαν οτι ελεγε προς αυτους περι του Πατρος.
28 Disse dunque Gesù: "Quando innalzerete il Figlio dell'uomo, allora conoscerete che io sono e che non faccio nulla da me stesso, ma come mi ha insegnato il Padre, queste cose dico.28 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Οταν υψωσητε τον Υιον του ανθρωπου, τοτε θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι, και απ' εμαυτου δεν καμνω ουδεν, αλλα καθως με εδιδαξεν ο Πατηρ μου, ταυτα λαλω.
29 Colui che mi ha mandato è con me; non mi ha lasciato solo, perché faccio sempre ciò che gli piace".29 Και ο πεμψας με ειναι μετ' εμου? δεν με αφηκεν ο Πατηρ μονον, διοτι εγω καμνω παντοτε τα αρεστα εις αυτον.
30 A queste sue parole, molti credettero in lui.30 Ενω ελαλει ταυτα, πολλοι επιστευσαν εις αυτον.
31 Diceva dunque Gesù ai Giudei che avevano creduto a lui: "Se rimanete nella mia parola, siete veramente miei discepoli31 Ελεγε λοιπον ο Ιησους προς τους Ιουδαιους τους πιστευσαντας εις αυτον? Εαν σεις μεινητε εν τω λογω τω εμω, εισθε αληθως μαθηται μου,
32 e conoscerete la verità e la verità vi farà liberi".32 και θελετε γνωρισει την αληθειαν, και η αληθεια θελει σας ελευθερωσει.
33 Gli risposero: "Noi siamo stirpe di Abramo e non siamo mai stati schiavi di nessuno. Come mai tu dici: "Diventerete liberi"?".33 Απεκριθησαν προς αυτον? Σπερμα του Αβρααμ ειμεθα, και δεν εγειναμεν δουλοι εις ουδενα πωποτε? πως συ λεγεις οτι θελετε γεινει ελευθεροι;
34 Rispose loro Gesù: "In verità, in verità vi dico: chi fa il peccato è schiavo del peccato.34 Απεκριθη προς αυτους ο Ιησους? Αληθως, αληθως σας λεγω οτι πας οστις πραττει την αμαρτιαν δουλος ειναι της αμαρτιας.
35 Lo schiavo non rimane in casa per sempre; il figlio rimane per sempre.35 Ο δε δουλος δεν μενει παντοτε εν τη οικια? ο υιος μενει παντοτε.
36 Se il Figlio vi libererà, sarete veramente liberi.36 Εαν λοιπον ο Υιος σας ελευθερωση, οντως ελευθεροι θελετε εισθαι.
37 So che siete stirpe di Abramo, ma cercate di uccidermi perché la mia parola non trova posto in voi.37 Εξευρω οτι εισθε σπερμα του Αβρααμ? αλλα ζητειτε να με θανατωσητε, διοτι ο λογος ο εμος δεν χωρει εις εσας.
38 Io vi dico quello che ho visto presso il Padre: fate dunque anche voi quello che avete udito dal padre".38 Εγω λαλω ο, τι ειδον πλησιον του Πατρος μου? και σεις ομοιως καμνετε ο, τι ειδετε πλησιον του πατρος σας.
39 Gli risposero: "Il nostro padre è Abramo". Dice loro Gesù: "Se foste figli di Abramo, fareste le opere di Abramo.39 Απεκριθησαν και ειπον προς αυτον? Ο πατηρ ημων ειναι ο Αβρααμ. Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Εαν ησθε τεκνα του Αβρααμ, τα εργα του Αβρααμ ηθελετε καμνει.
40 Ora invece cercate di uccidere me, uno che vi ha detto la verità che ha udito da Dio. Questo Abramo non lo fece.40 Τωρα δε ζητειτε να με θανατωσητε, ανθρωπον οστις σας ελαλησα την αληθειαν, την οποιαν ηκουσα παρα του Θεου? τουτο ο Αβρααμ δεν εκαμε.
41 Voi fate le opere del padre vostro". Gli dissero: "Noi non siamo nati da prostituzione. Non abbiamo che un padre: Dio".41 Σεις καμνετε τα εργα του πατρος σας. Ειπον λοιπον προς αυτον? ημεις δεν εγεννηθημεν εκ πορνειας? ενα Πατερα εχομεν, τον Θεον.
42 Disse loro Gesù: "Se il vostro padre fosse Dio, mi amereste, perché io sono uscito e vengo da Dio. Non sono venuto infatti da me stesso, ma lui mi ha mandato.42 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Εαν ο Θεος ητο Πατηρ σας, ηθελετε αγαπα εμε? διοτι εγω εκ του Θεου εξηλθον και ερχομαι? επειδη δεν ηλθον απ' εμαυτου, αλλ' εκεινος με απεστειλε.
43 Perché non comprendete il mio linguaggio? Perché non siete capaci di ascoltare la mia parola.43 Δια τι δεν γνωριζετε την λαλιαν μου; διοτι δεν δυνασθε να ακουητε τον λογον μου.
44 Il diavolo è il padre da cui voi siete e volete compiere i desideri del vostro padre. Quello è stato omicida fin dal principio, e non si mantenne nella verità, perché la verità non è in lui. Quando dice la menzogna, dice proprio ciò che è suo, perché è menzognero e padre della menzogna.44 Σεις εισθε εκ πατρος του διαβολου και τας επιθυμιας του πατρος σας θελετε να πραττητε. Εκεινος ητο απ' αρχης ανθρωποκτονος και δεν μενει εν τη αληθεια, διοτι αληθεια δεν υπαρχει εν αυτω? οταν λαλη το ψευδος, εκ των ιδιων λαλει, διοτι ειναι ψευστης και ο πατηρ αυτου του ψευδους.
45 A me, invece, perché dico la verità, non credete.45 Εγω δε διοτι λεγω την αληθειαν, δεν με πιστευετε.
46 Chi di voi può dimostrare che io abbia peccato? Se dico la verità, perché non mi credete?46 Τις απο σας με ελεγχει περι αμαρτιας; εαν δε αληθειαν λεγω, δια τι σεις δεν με πιστευετε;
47 Chi è da Dio ascolta le parole di Dio. Per questo voi non ascoltate, perché non siete da Dio".47 Οστις ειναι εκ του Θεου, τους λογους του Θεου ακουει? δια τουτο σεις δεν ακουετε, διοτι εκ του Θεου δεν εισθε.
48 Gli risposero i Giudei: "Non diciamo noi giustamente che sei un samaritano e che hai un demonio?".48 Απεκριθησαν λοιπον οι Ιουδαιοι και ειπον προς αυτον? Δεν λεγομεν ημεις καλως οτι Σαμαρειτης εισαι συ και δαιμονιον εχεις;
49 Rispose Gesù: "Io non ho un demonio, ma onoro il Padre mio e voi mi disonorate.49 Απεκριθη ο Ιησους? Εγω δαιμονιον δεν εχω, αλλα τιμω τον Πατερα μου, και σεις με ατιμαζετε.
50 Io non cerco la mia gloria. C'è chi la cerca e giudica.50 Και εγω δεν ζητω την δοξαν μου? υπαρχει ο ζητων και κρινων.
51 In verità, in verità vi dico: se uno osserva la mia parola, non vedrà la morte in eterno".51 Αληθως, αληθως σας λεγω? Εαν τις φυλαξη τον λογον μου, θανατον δεν θελει ιδει εις τον αιωνα.
52 Gli dissero i Giudei: "Adesso siamo sicuri che tu hai un demonio. Abramo è morto, anche i profeti sono morti e tu dici: "Se uno osserva la mia parola, non gusterà la morte in eterno".52 Ειπον λοιπον προς αυτον οι Ιουδαιοι? Τωρα κατελαβομεν οτι δαιμονιον εχεις. Ο Αβρααμ απεθανε και οι προφηται, και συ λεγεις? Εαν τις φυλαξη τον λογον μου, δεν θελει γευθη θανατον εις τον αιωνα.
53 Sei tu forse più grande del nostro padre Abramo, che è morto? Anche i profeti sono morti. Chi pretendi di essere?".53 Μηπως συ εισαι μεγαλητερος του πατρος ημων Αβρααμ, οστις απεθανε; και οι προφηται απεθανον? συ τινα καμνεις σεαυτον;
54 Rispose Gesù: "Se io glorificassi me stesso, la mia gloria sarebbe nulla. E' il Padre mio che mi glorifica, quello di cui voi dite: "E' il nostro Dio".54 Απεκριθη ο Ιησους? Εαν εγω δοξαζω εμαυτον, η δοξα μου ειναι ουδεν? ο Πατηρ μου ειναι οστις με δοξαζει, τον οποιον σεις λεγετε οτι ειναι Θεος σας.
55 Eppure non l'avete conosciuto, mentre io lo conosco. Se io dicessi: "Non lo conosco", sarei un bugiardo come voi. Ma io lo conosco e osservo la sua parola.55 Και δεν εγνωρισατε αυτον εγω ομως γνωριζω αυτον? και εαν ειπω οτι δεν γνωριζω αυτον, θελω εισθαι ομοιος σας ψευστης? αλλα γνωριζω αυτον και τον λογον αυτου φυλαττω.
56 Abramo vostro padre esultò al vedere il mio giorno, e lo vide e si rallegrò".56 Ο Αβρααμ ο πατηρ σας ειχεν αγαλλιασιν να ιδη την ημεραν την εμην και ειδε και εχαρη.
57 Gli dissero allora i Giudei: "Non hai ancora cinquant'anni e hai visto Abramo?".57 Ειπον λοιπον οι Ιουδαιοι προς αυτον? Πεντηκοντα ετη δεν εχεις ετι, και ειδες τον Αβρααμ;
58 Disse loro Gesù: "In verità, in verità vi dico: prima che Abramo fosse, io sono".58 Ειπε προς αυτους ο Ιησους? Αληθως, αληθως σας λεγω? Πριν γεινη ο Αβρααμ, εγω ειμαι.
59 Presero allora delle pietre per scagliargliele addosso. Gesù però si nascose ed uscì dal tempio.59 Εσηκωσαν λοιπον λιθους δια να ριψωσι κατ' αυτου? πλην ο Ιησους εκρυβη και εξηλθεν εκ του ιερου περασας δια μεσον αυτων, και ουτως ανεχωρησε.