Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni - John 11


font
GREEK BIBLEBIBBIA TINTORI
1 Ητο δε τις ασθενης Λαζαρος απο Βηθανιας, εκ της κωμης της Μαριας και Μαρθας της αδελφης αυτης.1 Era malato un certo Lazzaro di Betania, il villaggio di Maria e di Marta sua sorella.
2 Η δε Μαρια ητο η αλειψασα τον Κυριον με μυρον και σπογγισασα τους ποδας αυτου με τας τριχας αυτης, της οποιας ο αδελφος Λαζαρος ησθενει.2 Maria era quella che unse d'unguento il Signore e gli asciugò i piedi coi suoi capelli, ed era infermo il di lei fratello, Lazzaro.
3 Απεστειλαν λοιπον αι αδελφαι προς αυτον, λεγουσαι? Κυριε, ιδου, εκεινος τον οποιον αγαπας, ασθενει.3 Le sorelle mandarono dunque a dirgli: Signore, ecco, colui che tu ami è ammalato.
4 Και ακουσας ο Ιησους ειπεν? Αυτη η ασθενεια δεν ειναι προς θανατον, αλλ' υπερ της δοξης του Θεου, δια να δοξασθη ο Υιος του Θεου δι' αυτης.4 Ciò udito, Gesù disse loro: Questa non è infermità da morirne, ma è a gloria di Dio, affinchè per essa il Figlio di Dio sia glorificato.
5 Ηγαπα δε ο Ιησους την Μαρθαν και την αδελφην αυτης και τον Λαζαρον.5 Or Gesù voleva bene a Marta e a Maria sua sorella e a Lazzaro.
6 Καθως λοιπον ηκουσεν οτι ασθενει, τοτε μεν εμεινε δυο ημερας εν τω τοπω οπου ητο?6 E, come ebbe sentito che era infermo, si trattenne ancora due giorni nel luogo dov'era.
7 επειτα μετα τουτο λεγει προς τους μαθητας? Ας υπαγωμεν εις την Ιουδαιαν παλιν.7 Dopo di che disse ai discepoli: Torniamo in Giudea.
8 Λεγουσι προς αυτον οι μαθηται? Ραββι, τωρα εζητουν να σε λιθοβολησωσιν οι Ιουδαιοι, και παλιν υπαγεις εκει;8 Maestro, gli fecero osservare i discepoli, or ora i Giudei cercavano di lapidarti e tu ci torni?
9 Απεκριθη ο Ιησους? Δεν ειναι δωδεκα αι ωραι της ημερας; εαν τις περιπατη εν τη ημερα, δεν προσκοπτει, διοτι βλεπει το φως του κοσμου τουτου?9 E Gesù rispose: Non è forse di dodici ore la giornata? Se uno cammina di giorno non inciampa, perchè vede la luce di questo mondo;
10 εαν τις ομως περιπατη εν τη νυκτι, προσκοπτει, διοτι το φως δεν ειναι εν αυτω.10 ma se uno cammina di notte inciampa, perchè non ha lume.
11 Ταυτα ειπε, και μετα τουτο λεγει προς αυτους? Λαζαρος ο φιλος ημων εκοιμηθη? αλλα υπαγω δια να εξυπνησω αυτον.11 Cosi parlò, e dopo soggiunse: Lazzaro il nostro amico, dorme, ma vado a svegliarlo dal sonno.
12 Ειπον λοιπον οι μαθηται αυτου? Κυριε, αν εκοιμηθη, θελει σωθη.12 Dissero perciò i discepoli: Signore, se dorme sarà salvo.
13 Αλλ' ο Ιησους ειχεν ειπει περι του θανατου αυτου? εκεινοι ομως ενομισαν οτι λεγει περι της κοιμησεως του υπνου.13 Or Gesù aveva parlato della morte di lui, ed essi credevano che avesse parlato del sonno ordinario.
14 Τοτε λοιπον ειπε προς αυτους ο Ιησους παρρησια? Ο Λαζαρος απεθανε.14 Allora Gesù disse loro apertamente: Lazzaro è morto.
15 Και χαιρω δια σας, δια να πιστευσητε, διοτι δεν ημην εκει? αλλ' ας υπαγωμεν προς αυτον.15 E di non essere stato là ho piacere per voi: affinchè crediate; ma ora andiamo da lui.
16 Ειπε δε ο Θωμας, ο λεγομενος Διδυμος προς τους συμμαθητας? Ας υπαγωμεν και ημεις, δια να αποθανωμεν μετ' αυτου.16 Disse allora Tommaso, chiamato Didimo, agli altri discepoli: Andiamo anche noi a morir con lui.
17 Ελθων λοιπον ο Ιησους ευρεν αυτον τεσσαρας ημερας εχοντα ηδη εν τω μνημειω.17 Gesù dunque andò e trovò Lazzaro nella tomba, già da quattro giorni.
18 Ητο δε η Βηθανια πλησιον των Ιεροσολυμων, απεχουσα ως δεκαπεντε σταδια.18 Distava Betania circa quindici stadi da Gerusalemme.
19 Και πολλοι εκ των Ιουδαιων ειχον ελθει προς την Μαρθαν και Μαριαν, δια να παρηγορησωσιν αυτας περι του αδελφου αυτων.19 E molti Giudei eran venuti da Marta e da Maria a consolarle del loro fratello.
20 Η Μαρθα λοιπον, καθως ηκουσεν οτι ο Ιησους ερχεται, υπηντησεν αυτον? η δε Μαρια εκαθητο εν τω οικω.20 Or Marta, sentendo che Gesù veniva, gli andò incontro; e Maria, stava seduta in casa.
21 Ειπε λοιπον η Μαρθα προς τον Ιησουν? Κυριε, εαν ησο εδω, ο αδελφος μου δεν ηθελεν αποθανει.21 E Marta disse a Gesù: Signore, se tu eri qui, mio fratello non sarebbe morto.
22 Πλην και τωρα εξευρω οτι οσα ζητησης παρα του Θεου, θελει σοι δωσει ο Θεος.22 Ma anche ora so che qualunque cosa chiederai a Dio egli te la darà.
23 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Ο αδελφος σου θελει αναστηθη.23 Gesù le disse: Tuo fratello risorgerà.
24 Λεγει προς αυτον η Μαρθα? Εξευρω οτι θελει αναστηθη εν τη αναστασει εν τη εσχατη ημερα.24 Gli rispose Marta: Lo so che risorgerà nella risurrezione dell'ultimo giorno.
25 Ειπε προς αυτην ο Ιησους? Εγω ειμαι η αναστασις και η ζωη? ο πιστευων εις εμε, και αν αποθανη, θελει ζησει?25 E Gesù: Io sono la risurrezione e la vita: chi crede in me, anche se morto, vivrà;
26 και πας οστις ζη και πιστευει εις εμε δεν θελει αποθανει εις τον αιωνα. Πιστευεις τουτο;26 e chi vive e crede in me non morrà in eterno. Credi tu questo?
27 Λεγει προς αυτον? Ναι, Κυριε, εγω επιστευσα οτι συ εισαι ο Χριστος, ο Υιος του Θεου, ο ερχομενος εις τον κοσμον.27 Sì, o Signore, essa rispose, io credo che tu sei il Cristo, il Figlio di Dio vivo, che sei venuto in questo mondo.
28 Και αφου ειπε ταυτα, υπηγε και εφωναξε Μαριαν την αδελφην αυτης κρυφιως και ειπεν? Ο Διδασκαλος ηλθε και σε κραζει.28 E, detto questo, andò a chiamare la sua sorella Maria, dicendole sottovoce: Il Maestro è qui e ti chiama.
29 Εκεινη, καθως ηκουσε, σηκονεται ταχεως και ερχεται προς αυτον.29 Essa, ciò udito, si alzò in fretta e andò da lui.
30 Δεν ειχε δε ελθει ο Ιησους ετι εις την κωμην, αλλ' ητο εν τω τοπω, οπου υπηντησεν αυτον η Μαρθα.30 Or Gesù non era ancora entrato nel villaggio, ma stava sempre nel luogo dove Marta lo aveva incontrato.
31 Οι Ιουδαιοι λοιπον, οι οντες μετ' αυτης εν τη οικια και παρηγορουντες αυτην, ιδοντες την Μαριαν οτι εσηκωθη ταχεως και εξηλθεν, ηκολουθησαν αυτην, λεγοντες οτι υπαγει εις το μνημειον, δια να κλαυση εκει.31 Ed i Giudei che stavano con Maria in case a consolarla, avendola veduta alzarsi in fretta ed uscire, le tennero dietro, dicendo: Va certo al sepolcro a piangervi.
32 Η Μαρια λοιπον καθως ηλθεν οπου ητο ο Ιησους, ιδουσα αυτον επεσεν εις τους ποδας αυτου, λεγουσα προς αυτον? Κυριε, εαν ησο εδω, ο αδελφος μου δεν ηθελεν αποθανει.32 Maria, invece, arrivata dov'era Gesù, come lo ebbe veduto, si gettò ai suoi piedi e disse: Signore, se tu eri qui non sarebbe morto mio fratello.
33 Ο δε Ιησους, καθως ειδεν αυτην κλαιουσαν και τους ελθοντας μετ' αυτης Ιουδαιους κλαιοντας, εστεναξεν εν τη ψυχη αυτου και εταραχθη,33 Gesù allora, vedendola piangere, e piangere anche i Giudei che le eran venuti dietro, fremè nello spirito, e, turbatosi in se stesso,
34 και ειπε? Που εβαλετε αυτον; Λεγουσι προς αυτον? Κυριε, ελθε και ιδε.34 disse: Dove l'avete posto? Gli risposero: Signore, vieni e vedi.
35 Εδακρυσεν ο Ιησους.35 E Gesù pianse.
36 Ελεγον λοιπον οι Ιουδαιοι? Ιδε ποσον ηγαπα αυτον.36 Onde i Giudei dissero: Guarda come l'amava.
37 Τινες δε εξ αυτων ειπον? Δεν ηδυνατο ουτος, οστις ηνοιξε τους οφθαλμους του τυφλου, να καμη ωστε και ουτος να μη αποθανη;37 Ma taluni di essi dissero: E non poteva, lui, che aprì gli occhi al cieco nato, fare che questi non morisse?
38 Ο Ιησους λοιπον, παλιν στεναζων εν εαυτω, ερχεται εις το μνημειον? ητο δε σπηλαιον, και εκειτο λιθος επ' αυτου.38 Allora Gesù, di nuovo fremendo in se stesso, giunse al sepolcro: era questo una grotta sopra la quale era posta una pietra.
39 Λεγει ο Ιησους? Σηκωσατε τον λιθον. Λεγει προς αυτον η αδελφη του αποθανοντος η Μαρθα? Κυριε, οζει ηδη? διοτι ειναι τεσσαρων ημερων.39 Gesù disse: Togliete la pietra. Gli disse Marta, la sorella del morto: Signore, già puzza; perchè è di quattro giorni.
40 Λεγει προς αυτην ο Ιησους? Δεν σοι ειπον οτι εαν πιστευσης, θελεις ιδει την δοξαν του Θεου;40 E Gesù a lei: Non t'ho detto che, se credi, vedrai la gloria di Dio?
41 Εσηκωσαν λοιπον τον λιθον, οπου εκειτο ο αποθανων. Ο δε Ιησους, υψωσας τους οφθαλμους ανω, ειπε? Πατερ, ευχαριστω σοι οτι μου ηκουσας.41 Levarono dunque la pietra. Gesù, allora, alzati gli occhi al cielo, disse: Padre, ti ringrazio di avermi esaudito.
42 Και εγω εγνωριζον οτι παντοτε μου ακουεις? αλλα δια τον οχλον τον περιεστωτα ειπον τουτο, δια να πιστευσωσιν οτι συ με απεστειλας.42 Sapevo bene che mi esaudisci sempre; ma l'ho detto per il popolo che mi circonda; affinchè credano che tu mi hai mandato.
43 Και ταυτα ειπων, μετα φωνης μεγαλης εκραυγασε? Λαζαρε, ελθε εξω.43 E, detto questo, con gran voce gridò: Lazzaro, vieni fuori.
44 Και εξηλθεν ο τεθνηκως, δεδεμενος τους ποδας και τας χειρας με τα σαβανα, και το προσωπον αυτου ητο περιδεδεμενον με σουδαριον. Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Λυσατε αυτον και αφησατε να υπαγη.44 E uscì subito legato piedi e mani con fasce e col viso coperto da un sudario. E Gesù disse loro: Scioglietelo e lasciatelo andaro.
45 Πολλοι λοιπον εκ των Ιουδαιων, οιτινες ειχον ελθει εις την Μαριαν και ειδον οσα εκαμεν ο Ιησους, επιστευσαν εις αυτον.45 Gioiti Giudei, che erano venuti da Maria e da Marta, allorché mirarono quel che aveva fatto Gesù, credettero in lui.
46 Τινες δε εξ αυτων απηλθον προς τους Φαρισαιους και ειπον προς αυτους οσα εκαμεν ο Ιησους.46 Ma alcuni di essi andarono dai Farisei e raccontarono loro le cose che Gesù aveva fatte.
47 Συνεκροτησαν λοιπον συνεδριον οι αρχιερεις και οι Φαρισαιοι και ελεγον? Τι καμνομεν, διοτι ουτος ο ανθρωπος πολλα θαυματα καμνει.47 Radunarono perciò i principi dei sacerdoti ed i Farisei il consiglio, e dicevano: Che facciamo? Quest'uomo fa molti miracoli.
48 Εαν αφησωμεν αυτον ουτω, παντες θελουσι πιστευσει εις αυτον, και θελουσιν ελθει οι Ρωμαιοι και αφανισει και τον τοπον ημων και το εθνος.48 Se lo lasciamo fare, tutti crederanno in lui; e verranno i Romani e stermineranno il nostro paese e la nazione.
49 Εις δε τις εξ αυτων, ο Καιαφας, οστις ητο αρχιερευς του ενιαυτου εκεινου, ειπε προς αυτους? Σεις δεν εξευρετε τιποτε,49 Allora uno di loro chiamato Caifa, che era in quell'anno Pontefice,
50 ουδε συλλογιζεσθε οτι μας συμφερει να αποθανη εις ανθρωπος υπερ του λαου και να μη απολεσθη ολον το εθνος.50 disse loro: Voi non capite nulla, e non pensate come vi torni conto che un uomo solo muoia per il popolo e non perisca tutta la nazione.
51 Τουτο δε αφ' εαυτου δεν ειπεν, αλλ' αρχιερευς ων του ενιαυτου εκεινου προεφητευσεν οτι εμελλεν ο Ιησους να αποθανη υπερ του εθνους,51 E questo non lo disse di suo, ma essendo Pontefice in quell'anno, profetò che Gesù doveva morire per la nazione,
52 και ουχι μονον υπερ του εθνους, αλλα και δια να συναξη εις εν τα τεκνα του Θεου τα διεσκορπισμενα.52 e non per la nazione soltanto, ma anche per raccogliere insieme i dispersi figli di Dio.
53 Απ' εκεινης λοιπον της ημερας συνεβουλευθησαν, δια να θανατωσωσιν αυτον.53 E da quel giorno proposero di dargli la morte.
54 Οθεν ο Ιησους δεν περιεπατει πλεον παρρησια μεταξυ των Ιουδαιων, αλλ' ανεχωρησεν εκειθεν εις τον τοπον πλησιον της ερημου, εις πολιν λεγομενην Εφραιμ, και εκει διετριβε μετα των μαθητων αυτου.54 Gesù adunque non conversava più in pubblico con i Giudei; ma si ritirò in una regione vicino al deserto, in una città chiamata Efrem, dove stava con i suoi discepoli.
55 Επλησιαζε δε το πασχα των Ιουδαιων, και πολλοι ανεβησαν εκ του τοπου εκεινου εις Ιεροσολυμα προ του πασχα, δια να καθαρισωσιν εαυτους.55 Or s'avvicinava la Pasqua dei Giudei, e molti di quel paese andarono a Gerusalemme per purificarsi, prima della Pasqua.
56 Εζητουν λοιπον τον Ιησουν και ελεγον προς αλληλους ισταμενοι εν τω ιερω? Τι σας φαινεται οτι δεν θελει ελθει εις την εορτην;56 E cercavano di Gesù, e dicevano tra loro nel tempio: Che ve ne pare? Che non venga alla festa? Intanto i principi dei sacerdoti ed i Farisei ordinarono che se alcuno sapesse dov'era, l'indicasse, affine di catturarlo.
57 Ειχον δε δωσει προσταγην και οι αρχιερεις και οι Φαρισαιοι, εαν τις μαθη που ειναι, να μηνυση, δια να πιασωσιν αυτον.