1 Αφου δε επερασε το σαββατον, περι τα χαραγματα της πρωτης ημερας της εβδομαδος ηλθε Μαρια η Μαγδαληνη και η αλλη Μαρια, δια να θεωρησωσι τον ταφον. | 1 ORA, finita la settimana, quando il primo giorno della settimana cominciava a schiarire, Maria Maddalena, e l’altra Maria, vennero a vedere il sepolcro. |
2 Και ιδου εγεινε σεισμος μεγας? διοτι αγγελος Κυριου καταβας εξ ουρανου ηλθε και απεκυλισε τον λιθον απο της θυρας και εκαθητο επανω αυτου. | 2 Ed ecco, si fece un gran tremoto, perciocchè un angelo del Signore, sceso dal cielo, venne, e rotolò la pietra dall’apertura del sepolcro, e si pose a seder sopra essa. |
3 Ητο δε η οψις αυτου ως αστραπη και το ενδυμα αυτου λευκον ως χιων. | 3 E il suo aspetto era come un folgore, e il suo vestimento era bianco come neve. |
4 Και απο του φοβου αυτου εταραχθησαν οι φυλακες και εγειναν ως νεκροι. | 4 E per timor d’esso, le guardie tremarono, e divennero come morti. |
5 Αποκριθεις δε ο αγγελος ειπε προς τας γυναικας? μη φοβεισθε σεις? διοτι εξευρω οτι Ιησουν τον εσταυρωμενον ζητειτε? | 5 Ma l’angelo fece motto alle donne, e disse loro: Voi, non temiate; perciocchè io so che cercate Gesù, il quale è stato crocifisso. |
6 δεν ειναι εδω? διοτι ανεστη, καθως ειπεν. Ελθετε, ιδετε τον τοπον οπου εκειτο ο Κυριος. | 6 Egli non è qui, perciocchè egli è risuscitato, come egli avea detto; venite, vedete il luogo dove il Signore giaceva. |
7 Και υπαγετε ταχεως και ειπατε προς τους μαθητας αυτου οτι ανεστη εκ των νεκρων, και ιδου, υπαγει προτερον υμων εις την Γαλιλαιαν? εκει θελετε ιδει αυτον? ιδου, σας ειπον. | 7 E andate prestamente, e dite a’ suoi discepoli ch’egli è risuscitato dai morti; ed ecco, egli va innanzi a voi in Galilea; quivi lo vedrete; ecco, io ve l’ho detto. |
8 Και εξελθουσαι ταχεως απο του μνημειου μετα φοβου και χαρας μεγαλης εδραμον να απαγγειλωσι προς τους μαθητας αυτου. | 8 Esse adunque uscirono prestamente del monumento, con ispavento, ed allegrezza grande; e corsero a rapportar la cosa a’ discepoli di esso. |
9 Ενω δε ηρχοντο να απαγγειλωσι προς τους μαθητας αυτου, ιδου, ο Ιησους απηντησεν αυτας, λεγων? Χαιρετε. Και εκειναι προσελθουσαι επιασαν τους ποδας αυτου και προσεκυνησαν αυτον. | 9 Ed ecco, Gesù venne loro incontro, dicendo: Ben vi sia. Ed esse, accostatesi gli presero i piedi, e l’adorarono. |
10 Τοτε λεγει προς αυτας ο Ιησους? Μη φοβεισθε? υπαγετε, απαγγειλατε προς τους αδελφους μου, δια να υπαγωσιν εις την Γαλιλαιαν? και εκει θελουσι με ιδει. | 10 Allora Gesù disse loro: Non temiate; andate, rapportate a’ miei fratelli, che vadano in Galilea, e che quivi mi vedranno |
11 Ενω δε αυται απηρχοντο, ιδου, τινες των φυλακων ελθοντες εις την πολιν απηγγειλαν προς τους αρχιερεις παντα τα γενομενα, | 11 E MENTRE esse andavano, ecco, alcuni della guardia vennero nella città, e rapportarono a’ principali sacerdoti tutte le cose ch’erano avvenute. |
12 Και συναχθεντες μετα των πρεσβυτερων και συμβουλευθεντες εδωκαν εις τους στρατιωτας αργυρια ικανα, | 12 Ed essi, raunatisi con gli anziani, presero consiglio di dar buona somma di danari a’ soldati, |
13 λεγοντες? Ειπατε οτι οι μαθηται αυτου ελθοντες δια νυκτος εκλεισαν αυτον, ενω ημεις εκοιμωμεθα. | 13 dicendo: Dite: I suoi discepoli son venuti di notte, e l’han rubato, mentre noi dormivamo. |
14 Και εαν ακουσθη τουτο ενωπιον του ηγεμονος, ημεις θελομεν πεισει αυτον και εσας θελομεν καμει αμεριμνους. | 14 E se pur questo viene alle orecchie del governatore, noi l’appagheremo con parole, e vi metteremo fuor di pena. |
15 Εκεινοι δε λαβοντες τα αργυρια, επραξαν ως εδιδαχθησαν. Και διεφημισθη ο λογος ουτος παρα τοις Ιουδαιοις μεχρι της σημερον. | 15 Ed essi, presi i danari, fecero come erano stati ammaestrati; e quel dire è stato divolgato fra i Giudei, infino al dì d’oggi |
16 Οι δε ενδεκα μαθηται υπηγον εις την Γαλιλαιαν, εις το ορος οπου παρηγγειλεν εις αυτους ο Ιησους. | 16 MA gli undici discepoli andarono in Galilea, nel monte ove Gesù avea loro ordinato. |
17 Και ιδοντες αυτον προσεκυνησαν αυτον, τινες δε εδιστασαν. | 17 E vedutolo, l’adorarono; ma pure alcuni dubitarono. |
18 Και προσελθων ο Ιησους, ελαλησε προς αυτους, λεγων? Εδοθη εις εμε πασα εξουσια εν ουρανω και επι γης. | 18 E Gesù, accostatosi, parlò loro, dicendo: Ogni podestà mi è data in cielo, ed in terra. |
19 Πορευθεντες λοιπον μαθητευσατε παντα τα εθνη, βαπτιζοντες αυτους εις το ονομα του Πατρος και του Υιου και του Αγιου Πνευματος, | 19 Andate adunque, ed ammaestrate tutti i popoli; battezzandoli nel nome del Padre, e del Figliuolo, e dello Spirito Santo; |
20 διδασκοντες αυτους να φυλαττωσι παντα οσα παρηγγειλα εις εσας? και ιδου, εγω ειμαι μεθ' υμων πασας τας ημερας εως της συντελειας του αιωνος. Αμην. | 20 insegnando loro di osservare tutte le cose che io vi ho comandate. Or ecco, io son con voi in ogni tempo, infino alla fin del mondo. Amen |