ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 106
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | BIBBIA CEI 1974 |
---|---|
1 Αλληλουια. Αινειτε τον Κυριον, διοτι ειναι αγαθος? διοτι το ελεος αυτου μενει εις τον αιωνα. | 1 Alleluia. Celebrate il Signore, perché è buono, perché eterna è la sua misericordia. |
2 Τις δυναται να κηρυξη τα κραταια εργα του Κυριου, να καμη ακουστας πασας τας αινεσεις αυτου; | 2 Chi può narrare i prodigi del Signore, far risuonare tutta la sua lode? |
3 Μακαριοι οι φυλαττοντες κρισιν, οι πραττοντες δικαιοσυνην εν παντι καιρω. | 3 Beati coloro che agiscono con giustizia e praticano il diritto in ogni tempo. |
4 Μνησθητι μου, Κυριε, εν τη ευμενεια τη προς τον λαον σου? επισκεφθητι με εν τη σωτηρια σου? | 4 Ricordati di noi, Signore, per amore del tuo popolo, visitaci con la tua salvezza, |
5 δια να βλεπω το καλον των εκλεκτων σου, δια να ευφραινωμαι εν τη ευφροσυνη του εθνους σου, δια να καυχωμαι μετα της κληρονομιας σου. | 5 perché vediamo la felicità dei tuoi eletti, godiamo della gioia del tuo popolo, ci gloriamo con la tua eredità. |
6 Ημαρτησαμεν μετα των πατερων ημων? ηνομησαμεν, ησεβησαμεν. | 6 Abbiamo peccato come i nostri padri, abbiamo fatto il male, siamo stati empi. |
7 Οι πατερες ημων εν Αιγυπτω δεν ενοησαν τα θαυμασια σου? δεν ενεθυμηθησαν το πληθος του ελεους σου, και σε παρωργισαν εν τη θαλασση, εν τη Ερυθρα θαλασση. | 7 I nostri padri in Egitto non compresero i tuoi prodigi, non ricordarono tanti tuoi benefici e si ribellarono presso il mare, presso il mar Rosso. |
8 Και ομως εσωσεν αυτους δια το ονομα αυτου, δια να καμη γνωστα τα κραταια εργα αυτου. | 8 Ma Dio li salvò per il suo nome, per manifestare la sua potenza. |
9 Και επετιμησε την Ερυθραν θαλασσαν, και εξηρανθη? και διεβιβασεν αυτους δια των αβυσσων ως δι' ερημου? | 9 Minacciò il mar Rosso e fu disseccato, li condusse tra i flutti come per un deserto; |
10 και εσωσεν αυτους εκ της χειρος του μισουντος αυτους, και ελυτρωσεν αυτους εκ της χειρος του εχθρου. | 10 li salvò dalla mano di chi li odiava, li riscattò dalla mano del nemico. |
11 Και τα υδατα κατεκαλυψαν τους εχθρους αυτων? δεν απελειφθη ουδε εις εξ αυτων. | 11 L'acqua sommerse i loro avversari; nessuno di essi sopravvisse. |
12 Τοτε επιστευσαν εις τους λογους αυτου? εψαλαν την αινεσιν αυτου. | 12 Allora credettero alle sue parole e cantarono la sua lode. |
13 Πλην ταχεως ελησμονησαν τα εργα αυτου? δεν περιεμειναν την βουλην αυτου? | 13 Ma presto dimenticarono le sue opere, non ebbero fiducia nel suo disegno, |
14 Αλλ' επεθυμησαν επιθυμιαν εν τη ερημω, και επειρασαν τον Θεον εν τη ανυδρω. | 14 arsero di brame nel deserto, e tentarono Dio nella steppa. |
15 Και εδωκεν εις αυτους την αιτησιν αυτων? απεστειλεν ομως εις αυτους νοσον θανατηφορον. | 15 Concesse loro quanto domandavano e saziò la loro ingordigia. |
16 Εφθονησαν ετι τον Μωυσην εν τω στρατοπεδω και τον Ααρων τον αγιον του Κυριου. | 16 Divennero gelosi di Mosè negli accampamenti, e di Aronne, il consacrato del Signore. |
17 Η γη ηνοιξε και κατεπιε τον Δαθαν, και εσκεπασε την συναγωγην του Αβειρων? | 17 Allora si aprì la terra e inghiottì Datan, e seppellì l'assemblea di Abiron. |
18 και πυρ εξηφθη εν τη συναγωγη αυτων? η φλοξ κατεκαυσε τους ασεβεις. | 18 Divampò il fuoco nella loro fazione e la fiamma divorò i ribelli. |
19 Κατεσκευασαν μοσχον εν Χωρηβ, και προσεκυνησαν το χωνευτον? | 19 Si fabbricarono un vitello sull'Oreb, si prostrarono a un'immagine di metallo fuso; |
20 και μετηλλαξαν την δοξαν αυτων εις ομοιωμα βοος τρωγοντος χορτον. | 20 scambiarono la loro gloria con la figura di un toro che mangia fieno. |
21 Ελησμονησαν τον Θεον τον σωτηρα αυτων τον ποιησαντα μεγαλεια εν Αιγυπτω, | 21 Dimenticarono Dio che li aveva salvati, che aveva operato in Egitto cose grandi, |
22 θαυμασια εν γη Χαμ, φοβερα εν τη Ερυθρα θαλασση. | 22 prodigi nel paese di Cam, cose terribili presso il mar Rosso. |
23 Και ειπε να εξολοθρευση αυτους, αν ο Μωυσης ο εκλεκτος αυτου δεν ιστατο εν τη θραυσει ενωπιον αυτου, δια να αποστρεψη την οργην αυτου, ωστε να μη αφανιση αυτους. | 23 E aveva già deciso di sterminarli, se Mosè suo eletto non fosse stato sulla breccia di fronte a lui, per stornare la sua collera dallo sterminio. |
24 Κατεφρονησαν ετι την γην την επιθυμητην? δεν επιστευσαν εις τον λογον αυτου? | 24 Rifiutarono un paese di delizie, non credettero alla sua parola. |
25 και εγογγυσαν εν ταις σκηναις αυτων? δεν εισηκουσαν της φωνης του Κυριου. | 25 Mormorarono nelle loro tende, non ascoltarono la voce del Signore. |
26 Δια τουτο εσηκωσε την χειρα αυτου κατ' αυτων, δια να καταστρεψη αυτους εν τη ερημω. | 26 Egli alzò la mano su di loro giurando di abbatterli nel deserto, |
27 και να στρεψη το σπερμα αυτων μεταξυ των εθνων και να διασκορπιση αυτους εις τους τοπους. | 27 di disperdere i loro discendenti tra le genti e disseminarli per il paese. |
28 Και προσεκολληθησαν εις τον Βεελ-φεγωρ, και εφαγον θυσιας νεκρων? | 28 Si asservirono a Baal-Peor e mangiarono i sacrifici dei morti, |
29 και παρωξυναν αυτον εν τοις εργοις αυτων, ωστε εφωρμησεν επ' αυτους η πληγη. | 29 provocarono Dio con tali azioni e tra essi scoppiò una pestilenza. |
30 Αλλα σταθεις ο Φινεες εκαμε κρισιν? και η πληγη επαυσε? | 30 Ma Finees si alzò e si fece giudice, allora cessò la peste |
31 και ελογισθη εις αυτον δια δικαιοσυνην, εις γενεαν και γενεαν εως αιωνος. | 31 e gli fu computato a giustizia presso ogni generazione, sempre. |
32 Και παρωξυναν αυτον εν τοις υδασι της αντιλογιας, και επαθε κακως ο Μωυσης δι' αυτους? | 32 Lo irritarono anche alle acque di Meriba e Mosè fu punito per causa loro, |
33 διοτι παρωργισαν το πνευμα αυτου, ωστε ελαλησεν αστοχαστως δια των χειλεων αυτου. | 33 perché avevano inasprito l'animo suo ed egli disse parole insipienti. |
34 Δεν εξωλοθρευσαν τα εθνη τα οποια ο Κυριος προσεταξεν εις αυτους? | 34 Non sterminarono i popoli come aveva ordinato il Signore, |
35 αλλ' εσμιχθησαν μετα των εθνων και εμαθον τα εργα αυτων? | 35 ma si mescolarono con le nazioni e impararono le opere loro. |
36 και ελατρευσαν τα γλυπτα αυτων, τα οποια εγειναν παγις εις αυτους? | 36 Servirono i loro idoli e questi furono per loro un tranello. |
37 και εθυσιασαν τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων εις τα δαιμονια? | 37 Immolarono i loro figli e le loro figlie agli dèi falsi. |
38 Και εχυσαν αιμα αθωον, το αιμα των υιων αυτων και των θυγατερων αυτων τους οποιους εθυσιασαν εις τα γλυπτα της Χανααν? και εμιανθη η γη εξ αιματων. | 38 Versarono sangue innocente, il sangue dei figli e delle figlie sacrificati agli idoli di Canaan; la terra fu profanata dal sangue, |
39 Και εμολυνθησαν με τα εργα αυτων, και επορνευσαν με τας πραξεις αυτων. | 39 si contaminarono con le opere loro, si macchiarono con i loro misfatti. |
40 Δια τουτο η οργη του Κυριου εξηφθη κατα του λαου αυτου, και εβδελυχθη την κληρονομιαν αυτου, | 40 L'ira del Signore si accese contro il suo popolo, ebbe in orrore il suo possesso; |
41 Και παρεδωκεν αυτους εις τας χειρας των εθνων? και εκυριευσαν αυτους οι μισουντες αυτους. | 41 e li diede in balìa dei popoli, li dominarono i loro avversari, |
42 Και εθλιψαν αυτους οι εχθροι αυτων, και εταπεινωθησαν υπο τας χειρας αυτων. | 42 li oppressero i loro nemici e dovettero piegarsi sotto la loro mano. |
43 Πολλακις ελυτρωσεν αυτους, αλλ' αυτοι παρωργισαν αυτον με τας βουλας αυτων? διο εταπεινωθησαν δια την ανομιαν αυτων. | 43 Molte volte li aveva liberati; ma essi si ostinarono nei loro disegni e per le loro iniquità furono abbattuti. |
44 Πλην επεβλεψεν επι την θλιψιν αυτων, οτε ηκουσε την κραυγην αυτων? | 44 Pure, egli guardò alla loro angoscia quando udì il loro grido. |
45 και ενεθυμηθη την προς αυτους διαθηκην αυτου και μετεμεληθη κατα το πληθος του ελεους αυτου. | 45 Si ricordò della sua alleanza con loro, si mosse a pietà per il suo grande amore. |
46 Και εκαμεν αυτους να ευρωσιν ελεος ενωπιον παντων των αιχμαλωτισαντων αυτους. | 46 Fece loro trovare grazia presso quanti li avevano deportati. |
47 Σωσον ημας, Κυριε ο Θεος ημων, και συναγαγε ημας απο των εθνων, δια να δοξολογωμεν το ονομα σου το αγιον και να καυχωμεθα εις την αινεσιν σου. | 47 Salvaci, Signore Dio nostro, e raccoglici di mezzo ai popoli, perché proclamiamo il tuo santo nome e ci gloriamo della tua lode. |
48 Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, απο του αιωνος και εως του αιωνος? και ας λεγη πας ο λαος, Αμην. Αλληλουια. | 48 Benedetto il Signore, Dio d'Israele da sempre, per sempre. Tutto il popolo dica: Amen. |